
Εισαγωγή
Tην
Πυροσβεστική σκόνη ή ξηρά σκόνη
(Dry Powder) , μπορούμε να την χωρίσουμε
σε 3 μεγάλες κατηγορίες ανάλογα το καιόμενο υλικό (καύσιμο) που θέλουμε να
σβήσουμε.
α)
Πυροσβεστική σκόνη BC
για κατηγορίες πυρκαγιών
,

β)
Πυροσβεστική σκόνη ABC
για κατηγορίες πυρκαγιών
,
,

γ)
Πυροσβεστική σκόνη D
για κατηγορίες πυρκαγιών

Όλες οι σκόνες είναι κατάλληλες
για χρήση σε φωτιές παρουσία ηλεκτρικού ρεύματος (συμβολίζεται με το γράμμα
E ) και για αυτό
σήμερα δεν χρειάζεται να αναφέρεται το Ε οταν μιλάμε για Πυροσβεστήρα Ξηράς σκόνης. Ορισμένες σκόνες είναι κατάλληλες για
χρήση σε συνδυασμό με αφρό και χρησιμοποιούνται σε κατασβέσεις απουσία
ηλεκτρικού ρεύματος. Οι σκόνες χαρακτηρίζονται από το κύριο κατασβεστικό υλικό
που περιέχουν και όταν λέμε ΑBC
40 (40%
φωσφορικό μοναμώνιο) εννοούμε ότι η σκόνη είναι κατάλληλη για πυρκαγιές τύπου
Α ,
B και C και το κατασβεστικό
υλικό είναι το φωσφορικό μοναμώνιο που περιέχεται στην σκόνη σε ποσοστό
40%.

Ακόμη οι εταιρίες που
κατασκευάζουν σκόνες μέσω ειδικών κέντρων δοκιμών και πιστοποιήσεων , δοκιμάζουν
την κατασβεστική ικανότητα της σκόνης τους σε συγκεκριμένες συνθήκες με
συγκεκριμένους τρόπους σε κατάσβεση πυρκαγιών σε δεξαμενές κηροζίνης για την
σκόνη ΒC και σε ειδικές ξύλινες παλέτες για την σκόνη
ABC και βγάζουν την κατασβεστική τους ικανότητα που
είναι συγκεκριμένη για 1,2,3 6 και 12 κιλά και είναι ένας αριθμός που μπαίνει με
το γράμμα Β για υγρά καύσιμα και στο
A για στερεά καύσιμα. Αναλυτικά τώρα για τις 3
κατηγορίες στίς πυροσβεστικές σκόνες έχουμε :
1. Σκόνες
BC.
Εδώ
έχουμε τις περισσότερες σκόνες.
α)Η
πιο κοινή σκόνη σε αυτή την κατηγορία είναι με κύριο
συστατικό το διττανθρακικό ή δισσανθρακικό νάτριο (NaHCo3).Τέτοιος
τύπος περιγράφεται στο link Πυροσβεστική σκόνη
BC στην βιβλιοθήκη.
β)
Σκόνη με κύριο συστατικό το διττανθρακικό κάλιο (ΚΗCo3).
Έχει πολύ καλύτερη κατασβεστική ικανότητα από τον προηγούμενο τύπο και
είναι πιο ακριβή. Τέτοιος τύπος είναι η σκόνη KERR (Croda)
Purple K80 και είναι πολύ αποτελεσματική σε πυρκαγιές σε κουζίνες( λίπη ,
έλαια , υγρά καύσιμα ,κλπ ). Στο εξωτερικό έχει δημιουργηθεί μια
νέα κατηγορία πυρκαγιών που αναφέρεται σε πυρκαγιές σε μαγειρεία και η
σκόνη αυτή είναι κατάλληλη.
Είναι η κατηγορία
Κ.
γ)
Σκόνη με κύριο κατασβεστικό υλικό το θειικό κάλιο (Κ2So4).Αναμειγνύεται
μαζί με Ανθρακικό Ασβέστιο.
δ) Σκόνη με κύριο συστατικό το καρβαμιδικό κάλιο ( KC2N2H3o3 )
το οποίο είναι συνδυασμός διττανθρακικού καλίου και ουρίας, με
διπλάσια κατασβεστική ικανότητα από τις σκόνες με KHCo3
λόγω της ομάδας -ΝΗ2. Είναι ο πιο αποτελεσματικός τύπος σκόνης στην κατηγορία
BC και είναι και η πιο ακριβή. Τέτοιος τύπος είναι η
Monnex της Kerr.

2. Σκόνες
ABC.
Στην κατηγορία αυτή , ένα είναι το
κύριο κατασβεστικό υλικό, το φωσφορικό μοναμώνιο και αναμειγνύεται με θειϊκή
αμμωνία. Όσο μεγαλύτερο ποσοστό φωσφορικού μοναμώνιου περιέχει η σκόνη , τόσο
καλύτερη κατασβεστική ικανότητα έχει. Το ποσοστό μπορεί να είναι απο 10 έως 90
%. Τέτοια σκόνη είναι και η ABC40% που σημαίνει ότι το
40 % της σκόνης είναι το φωσφορικό μοναμώνιο . Όταν το
ποσοστό από φωσφορικό μοναμώνιο είναι πάνω απο 40% στην σκόνη τότε αυτή
είναι κατάλληλη σε κατασβέσεις σε μέταλλα , κατηγορία
D. Τέτοια σκόνη είναι και η
ABCDE που περιγράφεται στην βιβλιοθήκη μας.
Σήμερα σε όσους πυροσβεστήρες έχουν σήμανση ΕΝ3 1-7 πρέπει να
χρησιμοποιείται τέτοιος τύπος σκόνης από 30% φωσφορικό μοναμώνιο και πάνω. Η
εταιρία μας χρησιμοποιεί τον τύπο ABC40% .
Συστατικά Ξηράς σκόνης ABC 40%
- Monoammonium
Phosphate NH4H2PO4
40%
- Ammonium
sulfate (NH4)2SO4
50%
- Magnesium
Aluminum Silicate(Attapulgite Clay or Fuller's Earth) 7 %
- Calcium
Carbonate CaCO3
<2 %
- Methyl
Hydrogen Polysiloxane
<1 %
- Yellow
Pigment C34H30CL2N6O4
<0,05 %
3. Σκόνη
D . Σκόνη που σβήνει φωτιά μόνο σε καιόμενα
μέταλλα . Σαν κύριο συστατικό έχει ή το Χλωριούχο κάλιο ( KCl
), ή το χλωριούχο νάτριο. Για ειδικές περιπτώσεις . με κατασβεστική
ικανότητα πολύ υψηλή αλλά και διαβρωτικό. Τέτοια σκόνη είναι η Μ28 της
Kerr.
Συμπληρωματικά υλικά:
Ανάλογα με το εργοστάσιο κατασκευής σκόνης τα πιο συνηθισμένα
υλικά που συμπληρώνουν τις πυροσβεστικές σκόνες
είναι :
Magnesium
Aluminum Silicate
Calcium
Carbonate CaCo3
Methyl
Hydrogen Polysiloxane
Mica
Attapulguite
clay
Mineral
Silicates
Amorphous
Silica
Mineralite (Zeolite)
Magnesium
stearate
Pigment (Χρωστικά)
Διάβρωση σε μέταλλα .
Η σκόνη τύπου ABC θεωρείται ότι είναι πιο
διαβρωτική από την ΒC στα μέταλλα και ειδικά στο
αλουμίνιο. Αυτό εξηγείται από το κύριο υλικό της σκόνης , το φωσφορικό
μονναμώνιο το οποίο όταν πέσει πάνω στο καιόμενο σώμα δημιουργεί ένα όξινο
προστατευτικό υδατοειδή στρώμα που καλύπτει την καιόμενη επιφάνεια από το
οξυγόνο για να σβήσει την φωτιά. Όταν στο πυροσβεστήρα το προωθητικό αέριο είναι
το άζωτο με την υγρασία δημιουργούνται κατάλοιπα φωσφορικής αμμωνίας που μπορούν
να κάνουν ζημιά σε ηλεκτρονικά εξαρτήματα (Για αυτό σε χώρους με ηλεκτρονικό
εξοπλισμό, υπολογιστές κλπ δεν χρησιμοποιούνται συστήματα σκόνης ABC ).Αυτή
η όξινη αντίδραση της σκόνης μπορεί να επιδράσει αρνητικά σε ηλεκτρονικά
εξαρτήματα και σε μέταλλα όπως το αλουμίνιο. Οι Βιομηχανίες Αεροσκαφών δεν
χρησιμοποιούν σκόνη ABC ειδικά κοντά σε μέρη του σκάφους
από αλουμίνιο και προτείνουν σκόνες με βάση την διττανθρακική σόδα η το
διττανθρακικό κάλιο. Στην σκόνη BC το αργίλιο απορροφά
την υγρασία και αυτό την κάνει λιγότερο διαβρωτίκή.
Σε διάφορες
δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν προκειμένου να ερευνηθεί το μέγεθος στην διάβρωση
των μετάλλων από την σκόνη , έδειξαν ότι δεν πραγματοποιείτε διάβρωση αν σύντομα
σκουπιστεί η σκόνη. Αντίθετα αν παραμείνει και εκτεθεί σε υγρασία,
σταγονίδια νερού κλπ θα προκαλέσει θόλωση στο αλουμίνιο και ξεθώριασμα και
διάβρωση σε μέταλλα. Επομένως πρέπει να καθαρίζονται αμέσως οι μεταλλικές
επιφάνειες από την Πυροσβεστική σκόνη.
Η Πυροσβεστική
σκόνη ΑΒC που βασίζεται στο φωσφορικό μοναμμώνιο
κατασκευάζεται με διάφορα προσθετικά που της επιτρέπουν να "ρέει" και να απωθεί
το νερό. Τυπικό μέγεθος ενός κόκκου είναι 20 εκατομμυριοστόμετρα
(microns). Για να διαφέρει από τους άλλους τύπους η σκόνη είναι κίτρινη.
Το φωσφορικό μοναμμώνιο παρουσία υγρασίας και σταγονιδίων έχει σαν
αποτέλεσμα ελαφριά όξυνση σε υλικά που έχουν μέση ευαισθησία στην
διάβρωση. Λειώνει όταν η θερμοκρασία πάει στους 149 C
και σχηματίζει ένα λεπτό στρώμα που κολλάει πάνω στην καιόμενη επιφάνεια. Το
στρώμα αυτό εξακολουθεί να είναι κολλημένο πάνω στην επιφάνεια και μετά το
σβήσιμο της φωτιάς. Αυτό το στρώμα όταν εκτεθεί σε υγρασία δημιουργεί διάβρωση
στα μέταλλα και στο αλουμίνιο.
Η Πυροσβεστική
σκόνη BC που βασίζεται στην διττανθρακική σόδα
περιέχει επίσης συστατικά που τις δίνουν ένα χαρακτήρα να ρέει και να απωθεί το
νερό., ο τυπικός κόκκος έχει μέγεθος περίπου 20 εκατομμυριοστόμετρα, συνήθως
έχει χρώμα λευκό είναι ελαφρά αλκαλική και διαβρώνει επιφάνειες που είναι
ευαίσθητες σε αλκαλικές ουσίες.
Ξηρά
Χημικά
Τα
συστήματα κατάσβεσης ξηρών χημικών χρησιμοποιούν ένα μίγμα σωστά
κατανεμημένων (αναλογικά) σκονών. Αυτές οι σκόνες επεξεργάζονται
έτσι ώστε να αντέχουν το "πήξιμο" και να απωθούν το νερό. Η
δραστικότητα τους έγκειται στην ικανότητα
τους να διακόπτουν την αλυσίδα της χημικής αντίδρασης. Επίσης
απορροφούν ορισμένη από την εκπεμπόμενη θερμότητα από τη φωτιά
και εκτοπίζουν το οξυγόνο σε περιορισμένη κλίμακα. Ορισμένοι
σχηματισμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε εύφλεκτα υγρά και σε
πυρκαγιές σε ηλεκτρικά καθώς και σε κανονικά καύσιμα. 'Όταν
χρησιμοποιούνται σε κανονικά καύσιμες ύλες, η εφαρμογή τους
πρέπει πάντα να
συνοδεύεται από νερό, ώστε να σβηστούν τα βαθιά παραμένοντα
κάρβουνα.
Ξηρή Σκόνη
Τα μέσα κατάσβεσης που
χρησιμοποιούνται σε εύφλεκτα μέταλλα είναι τα μέσα ξηράς σκόνης.
Συνήθως το μέσον "κυκλοφορεί" σε κουβά, ή πυροσβεστήρα. Αυτά τα
μέσα ελέγχουν τη φωτιά δημιουργώντας ένα κάλυμμα στην καιόμενη
επιφάνεια και αποβάλλουν το οξυγόνο. Ορισμένα δεν είναι τίποτε
περισσότερο από ξηρή άμμο και άλλα είναι γραφίτες ή ειδικές
σκόνες. Ορισμένα περιέχουν πλαστικά σταγονίδια τα
οποία λειώνουν και βοηθούν στη δημιουργία καλύμματος.
Το νερό δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε εύφλεκτα μέταλλα αφού
μπορεί να αντιδράσει βίαια, ειδικά με το Μαγνήσιο και το Νάτριο
προκαλώντας εκρήξεις.
Αυτές οι εκρήξεις μπορούν να καταιονίσουν (ραντίσουν) καιόμενο
υλικό στους πυροσβέστες, προκαλώντας τραυματισμούς από
εγκαύματα. Το έντονο φως που δημιουργείται από την έκρηξη μπορεί
επίσης να προκαλέσει βλάβες στα μάτια. Όταν πρόκειται να
χρησιμοποιηθεί νερό πρέπει να εφαρμόζεται σε πολύ μεγάλες
ποσότητες.
Συστήματα Ξηράς Χημικής
Ουσίας
Φυλαγμένη σε δοχείο, η σκόνη μπορεί ή δεν μπορεί
να βρίσκεται υπό άμεση πίεση. Μέσα σε πυροσβεστήρα πίεσης, η σκόνη εκδιώκεται
προς τα έξω μέσω ενός σωλήνα που προεξέχει μέσα στον πυθμένα του δοχείου, από
την πίεση του προωθητικού αερίου που υπάρχει από πάνω της (της σκόνης). Σ' αυτόν
τον τύπο πυροσβεστήρα, το αέριο είναι συνήθως άζωτο, που είναι αδρανές. Σε
πυροσβεστήρα όπου το
προωθητικό αέριο φυλάσσεται σε ξεχωριστό δοχείο, αυτό πρέπει να τρυπηθεί για να
απελευθερωθεί το αέριο μέσα στο δοχείο, ώστε να εκδιωχθεί το περιεχόμενο του.
Το προωθητικό αέριο σ' αυτό τον τύπο του πυροσβεστήρα είναι συνήθως διοξείδιο
του άνθρακα (CO2) . Αυτός ο τύπος πυροσβεστήρα συνήθως φέρεται σε εξοπλισμό
πυρόσβεσης διότι είναι εύκολο το ξαναγέμισμα του με σκόνη και η σύνδεση νέας
φιάλης αερίου υπό πίεση μετά τη χρήση .
Σχετικά φτηνά και εύκολα στην αποθήκευση, τα συστήματα ξηράς χημικής ουσίας
χρησιμοποιούνται αρκετά. Εγκαθίστανται σε χοάνες μαγειριών, στις κουζίνες
εστιατορίων, και άλλες περιοχές όπου εύφλεκτα υγρά πρέπει να κατασβησθούν. Αυτά
τα συστήματα είναι εγκατεστημένα σε μηχανήματα βαρέως τύπου καθώς και σε
αγωνιστικά αυτοκίνητα λόγω της αξιοπιστίας τους σε σκληρές συνθήκες και της
δυνατότητά τους για πυρόσβεση. Η δυνατότητα τους να λειτουργούν πολύ καλά στην
παρουσία νερού είναι πραγματικά ένα προσόν τους. Ο αφρός δεν λειτουργεί καλά σε
φωτιές τριών διαστάσεων. Η ξηρά χημική ουσία μπορεί να εκκενωθεί (ριχθεί) μέσω
του ακροφυσίου και να κατασβήσει τη φωτιά όταν ο αφρός ή το νερό, μόνα τους, δεν
θα κατάφερναν τίποτα. Αυτά τα συστήματα είναι εγκατεστημένα στα πυροσβεστικά
οχήματα διάσωσης αεροσκαφών σε διπλό σύστημα με αφρό σχηματισμού υδατοειδούς
μεμβράνης. Το νερό του αφρού ψύχει τα μεταλλικά τμήματα, ο
αφρός κατασβήνει την λιμνάζουσα φωτιά, και η ξηρή χημική ουσία μπορεί να
κατασβήσει το υγρό, καθώς ρέει προς τα κάτω από την άτρακτο του αεροσκάφους.
Η ίδια κίνηση μπορεί να εκτελεσθεί με απλό νερό και πυροσβεστήρα ξηρής χημικής
ουσίας σε πυρκαγιές οχημάτων.

Πυροσβεστήρες
Με το πέρασμα του χρόνου, οι φορητοί πυροσβεστήρες
έχουν βελτιωθεί και χρησιμοποιούν κάθε τύπο κατασβεστικού μέσου. Πολλαπλής
χρήσεως πυροσβεστήρες ξηρής χημικής ουσίας (κόνεως) έχουν σχεδιασθεί για να
χρησιμοποιούνται σε κοινά καύσιμα (Κατηγορίας Α), εύφλεκτα υγρά (Κατηγορίας Β)
και πυρκαγιές ηλεκτρικών (τύπου C). Οι πυροσβεστήρες καθαρού νερού είναι
κατάλληλοι για χρήση σε πυρκαγιές Κατηγορίας-Α. Υπάρχουν πυροσβεστήρες
διοξειδίου του άνθρακος και αλογονούχων μέσων για πυρκαγιές Κατηγοριών Α, Β και
C. Ένας πυροσβεστήρας εύφλεκτων μετάλλων (κατηγορίας D) μπορεί να είναι τόσο
απλός όσο ένας κουβάς ξηρής άμμου με ένα φανάρι που χρησιμοποιείται για την
εφαρμογή της άμμου.
Οι χημικές ή ξηρές σκόνες κατάσβεσης
Κονιοποιημένες στερεές ουσίες κατάλληλης χημικής σύνθεσης, παρουσιάζουν τη
δυνατότητα να σβήνουν τη φωτιά επεμβαίνοντας χημικά στις αλυσίδες της καύσης.
Θεωρητικά οι χημικές ή ξηρές σκόνες μπορούν επομένως να σβήσουν οποιαδήποτε
φωτιά, όπου και αν αυτή εμφανιστεί.
Διακρίνονται τρεις βασικοί τύποι ξηράς σκόνης κατάσβεσης.
1. Ξηρά σκόνη κατάλληλη για την κατάσβεση πυρκαγιών
Β, C, Ε διηλεκτρικής αντοχής τουλάχιστον 80.000 V, που χαρακτηρίζεται με το
γράμμα Ρ.
2. Ξηρά σκόνη κατάλληλη για πυρκαγιές Α, Β, C, Ε
διηλεκτρικής αντοχής τουλάχιστον 1000 V, που χαρακτηρίζεται με το σύμβολο Ρα.
3. Ξηρά σκόνη κατάλληλη για την κατάσβεση πυρκαγιών
κατηγορίας D, που χαρακτηρίζεται με το σύμβολο PD.
Ένα βασικό μειονέκτημα της κατάσβεσης με ξηρά σκόνη, είναι ότι τα
χρησιμοποιημένα στερεά υλικά, ακόμη και μετά τη δράση τους, παραμένουν
αναλλοίωτα και σαν σκόνες, αποτελούν επικίνδυνους ρυπαντές (σε αντίθεση με το
CO2 και τους αφρούς).
Παρ' όλα αυτά παρουσιάζουν σημαντική διάδοση, γιατί η χαρακτηριστική τους
ιδιότητα να επεμβαίνουν στις αλυσίδες της καύσης τους προσδίδει μεγάλη
κατασβεστική αποτελεσματικότητα, τουλάχιστον για επιφανειακές φωτιές.
Ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα των διαφόρων ποικιλιών της ξηράς σκόνης, είναι
ότι χρησιμοποιούνται σαν καθαρές στερεός ουσίες, που δεν είναι αγώγιμες και
επομένως προσφέρονται για κατασβέσεις σε περιβάλλον υψηλών ηλεκτρικών τάσεων
(μέχρι κσι 150 MV). Αν δεν υπήρχαν τα κατάλοιπα της σκόνης, που μερικές φορές
προκαλούν ζημιές ισοδύναμες με τη φωτιά (!), οι ξηρές σκόνες θα αποτελούσαν το
κύριο μέσο αντιμετώπισης των πυρκαγιών.
Είναι επομένως φανερό, ότι όπου δεν υπάρχει κίνδυνος ζημιών από τα κατάλοιπα, οι
ξηρές σκόνες αποτελούν άριστη λύση. Εκτός από την επέμβαση τους στις αλυσίδες
της φωτιάς, παρουσιάζουν*301 και άλλες χρήσιμες ιδιότητες, όπως:
• Υδρόφοβο χαρακτήρα, ώστε όταν αποθηκεύονται στην
κατασβεστική συσκευή, δεν σχηματίζουν υδρίτες, που επιφέρουν συσσωμάτωση και θα
μπορούσαν να εμποδίσουν την εκτόξευση. Στις περισσότερες ποικιλίες ξηράς σκόνης
υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης του υδροφοβισμού με πρόσθετες ουσίες.
• Μέγεθος κόκκων τέτοιο ώστε να επιτυγχάνεται η
άριστη μέση διάσταση του, που είναι το πρακτικά δυνατό μικρότερο μέγεθος που
δίνει το μεγαλύτερο λόγο επιφάνειας - όγκου κόκκου και που μπορεί εύκολα να
εκτοξευθεί εναιωρούμενο μέσα σε ένα αέριο.
• Παντελής έλλειψη τοξικότητας και διαβρωτικότητας.
Η δισσανθρακική σόδα (NaHCO3) είναι μια ουσία που διαθέτει όλες αυτές τις
ιδιότητες. Για να επιτευχθεί όμως ο υδροφοβισμός της πρέπει να γίνει προσθήκη
κατάλληλων ουσιών. Παλαιότερα χρησιμοποιήθηκαν τα στεατικά άλατα, σήμερα
χρησιμοποιούνται οι σιλικόνες και ακόμη όταν πρόκειται να παραχθούν σκόνες
αναμίξιμες με αφρούς, ένα χαλαζιακής σύστασης υλικό σε πολύ λεπτό διαμερισμό.
Οι σημαντικότερες ποικιλίες ξηράς σκόνης έχουν σαν βάση το δισσανθρακικό νάτριο
ή άλατα του καλίου.
• Σκόνες με βάση NaHCO3
; Οι ξηρές κατασβεστικές σκόνες με βάση το δισσανθρακικό νάτριο (NaHCO3) είναι
κατάλληλες για όλες τις πυρκαγιές σε υγρά και αέρια (κατηγορίες Β και C) και
επίσης σε φωτιές αυτών των κατηγοριών σε περιοχές που βρίσκονται υπό τάση
(κατηγορία Ε). Επειδή, όπως είναι γνωστό, κάθε καύσιμο που καίγεται με φλόγες
έχει προηγουμένως εξαερωθεί, η σκόνη αυτού του είδους μπορεί να χρησιμοποιειθεί
και σε καιόμενα στερεά, στα οποία τουλάχιστον θα σβήσει τις φλόγες. Αν όμως η
καύσιμη ύλη μιας πυρκαγιάς αφήνει ποσότητα από αναμένα κάρβουνα, τότε αυτή η
σκόνη δεν αποτελεί κατάλληλο κατασβεστικό μέσο. Αντίθετα έχει πολύ καλά
αποτελέσματα σε μαγειρικά λάδια και λίπη (αντιδρά με αυτά τα υλικά και τα
σαπουνοποιεί).
• Σκόνες με βάση τα άλατα του καλίου
Περισσότερο χρησιμοποιείται σήμερα το δισσανθρακικό κάλιο (KHCO3), που είναι
δραστικότερο Tou'NaHCO3, αλλά και ακριβότερο. Ακόμη χρησιμοποιείται το χλωριούχο
κάλιο (KCI), που έχει τη δραστικότητα του προηγούμενου (KHCO3), αλλά μειονεκτεί
γιατί είναι διαβρωτικό, το καρβαμιδικό κάλιο (KC2N2H3O3), που είναι συνδυασμός
δισσανθρακικού καλίου και ουρίας, με διπλάσια αποτελεσματικότητα από το KHCO3,
λόγω της παρουσίας της ομάδος -ΝΗ2.
Όλες αυτές οι σκόνες είναι όμοια κατάλληλες για φωτιές τύπου Β, C και Ε, για τις
οποίες είναι ισχυρότερες από αυτή με Νάτριο (NaHCO3).
Η χρησιμοποίηση ξηράς σκόνης δεν προσφέρεται για τις περιπτώσεις:
• Χημικές ουσίες που περιέχουν στο μόριο τους το οξυγόνο που χρειάζονται για να
καούν. Παράδειγμα η νιτροκυταρρίνη.
• Φωτιές που αναπτύσσονται σε βάθος όπως οι μπάλες από μπαμπάκι, χαρτιά ή πανιά
σε σαβασμό κ.λπ.
• Αν πρόκειται να προστατευθεί χώρος με λεπτούς μηχανισμούς (ηλεκτρονικά κ.λπ.),
πρέπει να εξασφαλιστεί εκ των προτέρων, ότι η χρήση της σκόνης δε θα προκαλέσει
δευτερογενείς βλάβες.
• Η σκόνη πολλαπλής χρήσης, δεν θεωρείται ότι είναι κατάλληλη, για χρήση πάνω σε
μηχανές carding (ξαντικές μηχανές στις νηματουργίες όπου το κύριο εξάρτημα είναι
ένας μεγάλος κύλινδρος, με όλη του την παράπλευρη επιφάνεια φυτεμένη με ψιλές
βελόνες) ή και σε λεπτούς ηλεκτρικούς μηχανισμούς, γιατί όταν εκτεθεί σε
θερμοκρασίες που υπερβαίνουν τους 120°C ή σε σχετική υγρασία πάνω από 50 %,
αφήνει υπολείμματα που δύσκολα μετά αφαιρούνται.
Βασικές αρχές κατάσβεσης

• Γενικά, οι σκόνες όταν χρησιμοποιηθούν πάνω σε οποιαδήποτε αντικείμενα, πρέπει
αμέσως μετά να απομακρυνθούν, γιατί παρουσία υγρασίας μπορούν να προκαλέσουν
διαβρώσεις, σε ορισμένα τουλάχιστον υλικά.
• Παρά το γεγονός ότι καμιά απ' αυτές δεν είναι τοξική, εντούτοις η χρήση ξηράς
σκόνης σε κλειστούς χώρους μπορεί να δημιουργήσει αποπνικτική ατμόσφαιρα, η
οποία σε συνδυασμό με υπάρχοντα καπνό, μπορεί να προκαλέσει ασφυξία. Ακόμη
μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στα μάτια.
• Παρά το γεγονός ότι οι σκόνες ως στερεά σώματα είναι δυσηλεκτραγωγά υλικά,
επιβάλλεται να τηρούνται ορισμένες ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ του σημείου
εξόδου από τη συσκευή εκτόξευσης μέχρι το υλικό που βρίσκεται υπό τάση.
• Επειδή η δισσανθρακική σόδα, σκόνη BCE, κοστίζει περίπου το 1/3 της
αντίστοιχης σκόνης ABCE (με φωσφορικό μοναμώνιο), χρειάζεται προσοχή κατά την
προμήθεια υλικού ή πυροσβεστήρων ξηράς σκόνης, γιατί υπάρχει κίνδυνος νοθείας.
• Ακόμη κατά την προμήθεια ξηράς σκόνης πρέπει να ελέγχεται ο υδροφοβισμός.
Αναγόμωση - Έλεγχος Πυροσβεστήρων
Στον αναγομώσεις,
έλεγχο των πυροσβεστήρων που χρησιμοποιούμε εκ νέου την σκόνη των
πυροσβεστήρων αξίζει να αναφερθούμε σε ορισμένα
σημαντικά συμπεράσματα από τις δοκιμές μας και την πείρα μας πάνω στην
συμπεριφορά της σκόνης. Η ποιοτική Πυροσβεστική σκόνη απαρτίζεται από
ισορροπημένης μίξης μεγεθών κόκκους σκόνης. Αυτό είναι γνωστό σαν κατανομή
μεγεθών κόκκων σκόνης και είναι σε μια ισορροπία. Αν οτιδήποτε αλλάξει αυτή την
ισορροπία τότε επηρεάζεται η κατασβεστική αποτελεσματικότητα της σκόνης. .
Αναλόγως είναι σημαντικό για την καλύτερη απόδοση ενός πυροσβεστήρα
η ακεραιότητα της σκόνης του να διατηρηθεί στα επίπεδα που είχε κατά την
κατασκευή του.
Όταν αδειάζουμε
ένα πυροσβεστήρα μαζί με την πίεση του (τύπου ΡΜ) δηλ. σαν να το
χρησιμοποιούσαμε κανονικά, σε ενα βαρέλι η σε μία σακούλα αδειάσματος για να
βγάλουμε την σκόνη του τότε έχουμε απώλεια της ουσιαστικής ποιότητας των κόκκων
της σκόνης. Αυτή η μέθοδος για να πάρουμε την σκόνη φέρνει μια απώλεια της τάξης
του 2% στην ποιότητα των μορίων της σκόνης.
Στους
πυροσβεστήρες με φιαλίδιο μπορούμε να αδειάσουμε την σκόνη τους
αναποδογυρίζοντας τους , μέσα σε ένα κάδο, βαρέλι η δοχείο. Πάλι όμως μπορεί να
έχουμε μια απώλεια στην ποιότητα της σκόνης από υγρασίες που μπορεί να έχει ο
κάδος ή και το περιβάλλον. Η επίδραση της υγρασίας και σταγονιδίων νερού, έχει
δυσμενή αποτελέσματα στην σκόνη. Έχει εξακριβωθεί ότι κάθε μέθοδος σύλληψης της
σκόνης για να ξαναχρησιμοποιηθεί ,όταν εκτίθεται η σκόνη στο περιβάλλον τότε
είναι πιθανόν από την υγρασία της ατμόσφαιρας να δημιουργηθούν πλακίδια η και
σβόλιασμα της σκόνης.
Όταν
χρησιμοποιούμε , ειδικές συσκευές γεμίσματος/αδειάσματος του πυροσβεστήρα οι
οποίες δημιουργούν ένα χώρο κενό (Vacuum) στον οποίο έχει
αφαιρεθεί ο ατμοσφαιρικός αέρας, η ακεραιότητα των μορίων της σκόνης καθώς και
όλων των χαρακτηριστικών της, παραμένει αναλλοίωτη.
Γενικά σε κάθε
περίπτωση η αφαίρεση ή πρόσθεση σκόνης στα δοχεία των πυροσβεστήρων πρέπει να
γίνεται σε κλειστούς χώρους με συνθήκες υγρασίας όχι πάνω από 55% και
θερμοκρασία όχι κάτω από 18 C. Οι κάδοι πού θα
αποθηκεύεται η σκόνη θα πρέπει να είναι εντελώς καθαροί και χωρίς υγρασία. Δεν
θα πρέπει η διαδικασία αδειάσματος της σκόνη ενός πυροσβεστήρα σε δοχείο
να γίνεται παρουσία του ατμοσφαιρικού αέρα.
Μίξη Διαφορετικών τύπων Πυροσβεστικής Σκόνης
Διαφορετικοί τύποι Ξηράς Σκόνης έχουν δημιουργηθεί για να επιτυγχάνουν καλύτερα
αποτελέσματα απέναντι σε διαφορετικούς τύπους φωτιάς. Στους περισσότερους
πυροσβεστήρες που κυκλοφορούν σήμερα έχουμε να κάνουμε με δύο τύπους ειδών
σκόνης, 1) η Πυροσβεστική σκόνη που σαν κύριο κατασβεστικό υλικό έχει το
φωσφορικό μονναμώνιο για πυραγιές τύπου ABC και 2) Οι
σκόνες που σαν κύριο κατασβεστικό υλικό έχουν την διττανθρακική σόδα ή το
διττανθρακικό κάλιο για πυρκαγιές τύπου BC.
Όταν κάνουμε αναγόμωση στον πυροσβεστήρα και συμπληρώνουμε σκόνη ,θα πρέπει να
χρησιμοποιούμε τον ίδιο τύπο σκόνης. Αν χρησιμοποιηθεί σκόνη με το ίδιο κύριο
συστατικό άλλης όμως μάρκας μπορεί να μην έχουμε επικύνδινα αποτελέσματα , αλλά
αλιώνεται η κατασβεστική ικανότητα της σκόνης. Αν χρησιμοποιηθεί σκόνη με
διαφορετικό κύριο συστατικό, τότε οχι μόνο χάνει η σκόνη την κατασβεστική της
ικανότητα, αλλά μπορεί να γίνει και ο πυροσβεστήρας επικύνδινος. Σε
πυροσβεστήρες με σφραγισμένη πίεση η μίξη 2 διαφορετικών τύπων πυροσβεστικής
σκόνης μπορεί να αυξήσει την πίεση μέσα στο δοχείο. Ο ρυθμός της αντίδρασης
μεταξύ των 2 διαφορετικών τύπων σκόνης εξαρτάται από το ποσοστιαίο βαθμό
περιπλοκής της ομοιογενής μίξης, την υγρασία που περιέχεται στην σκόνη και την
θερμοκρασία του χώρου που είναι τοποθετημένος ο πυροσβεστήρας. Μόλις ξεκινήσει η
αντίδραση το κάθε υλικό αυτοαναπαράγει διαφορετικές αντιδράσεις και έχουμε
παραγωγή αερίων αμμωνίας και διοξειδίου του άνθρακα. Απο την άλλη η υγρασία που
δημιουργείται επιφέρει το πέτρωμα της σκόνης. Σε δοκιμή που κάναμε σε ένα 12
κιλών πυροσβεστήρα που αναμίξαμε 2 διαφορετικών τύπων σκόνης και με προωθητικό
αέριο άζωτο στα 13,5 bar, μετά από μόλις 24 ώρες η πίεση
του πυροσβεστήρα ήταν στα 24 bar και την 6 μέρα είχε
φτάσει 27 bar. Όταν χρησιμοποιήσαμε τον πυροσβεστήρα το
50 % της σκόνης έμεινε μέσα στο δοχείο.
Χρησιμοποίηση Υλικών Κατάσβεσης
Η χρησιμοποίηση
υλικών ως μέσων κατάσβεσης δεν πρέπει να γίνει απερίσκεπτα, επειδή για κάθε
υλικό κατάσβεσης υπάρχουν ορισμένα όρια εφαρμογής του. Η εφαρμογή αυτή είναι
απαγορευτική, περιορίζεται ή/και επιβάλλεται ανάλογα με την ηλεκτρική
αγωγιμότητα (αλλά και άλλα χαρακτηριστικά π.χ. τοξικότητα) των κατασβεστικών
υλικών, τις φυσικές διεργασίες, τις χημικές αντιδράσεις, τις γενικότερες (διαβρωτικές,
περιβαλλοντικές κ.λπ.) συνθήκες που σε πυρκαγιά είναι πιθανές.
Ένα εύκολα
διαθέσιμο υλικό κατάσβεσης είναι το νερό στα «αρνητικά» της χρησιμοποίησης του
ως κατασταλτικού μέσου πυρκαγιάς (εκτός των βασικών μειονεκτημάτων του για
ορισμένες πυρκαγιές κ.λπ είναι η πρόκληση ζημιών σε περιουσιακά κ.λπ. στοιχεία,
π.χ. «μούλιασμα» χαρτιών, καταστροφή χάρτινης συσκευασίας κ.α.
Γνώση των
δυνατοτήτων των υλικών και των προβλημάτων πυρασφάλειας οδηγεί σε ορθές
εκτιμήσεις για τη χρησιμοποίηση και των λοιπών συνηθισμένων υλικών κατάσβεσης
όπως α) διοξειδίου του άνθρακα CΟ2, β) σκόνης, γ) αφρού. Σχετικά με
την κατάσβεση πυρκαγιών είναι γνωστά τα εξής:
Η κατασβεστική ικανότητα του
CO2
βασίζεται στα φαινόμενα της απόπνιξης και ψύξης της καιόμενης ύλης.Η κατασβεστική ικανότητα της σκόνης στηρίζεται, κυρίως, στην
αρνητική καταλυτική δράση που μπορεί να πετύχει η σκόνη σε πυρκαγιά.
Στο εμπόριο
κυκλοφορούν πολλές σκόνες χρειάζεται όμως προσοχή η κατάσταση τους. Ο αφρός δρα
αποπνικτικά ο σχηματισμός του βασίζεται στο χαρακτηριστικό που διαθέτουν
ορισμένες ύλες να παράγουν με το νερό αφρό όπως και με τις σκόνες, αφροί
υπάρχουν αρκετών τύπων σε πυρκαγιές εύφλεκτων υγρών όπως, αλκοολών, λάκκων,
μεθυλοαιθυλοκετόνης, ακετόνης, ισοπροπυλαιθέρα, ακρυλονιτριλίου, οξεικού
αιθυλίου, οξεικού βουτυλίου, αμινών και ανυδριτών συνιστάται (NFPA)
ειδικός τύπος αφρού, γνωστός (στις ΗΠΑ) ως «alcohol
foam».
Για τη
σκόνη δισανθρακικής βάσης (όξυνο ανθρακικό νάτριο), ορισμένοι δέχονται τον
μηχανισμό:
2NaHC03
+ Θερμότητα
→
CO2
+ Η2Ο +
Na2CO3
Na2CO3
+ Θερμότητα
→
CO2
+
Na2O
Να2Ο + Η2Ο
(σε φλογοπυρκαγιές)
→2NaOH
NaOH
+ Η"
(σε φλόγες)
→
Na +
H2O
(αδρανές)
ΝαΟΗ + ΟΗ'
(σε φλόγες)
→
NaO +
Η2Ο(αδρανές)
ενώ άλλο
υποστηρίζουν την εξής πορεία (σχηματισμού ελευθέρων ριζών Η' και ΟΗ):
NaHCO3 +
Θερμότητα
→CO2 +
OH' +
Na
OH' + Η*
(σε φλόγες)
→
Η20
Na
+ Η'
→NaH
OH'
+
NaH
→
Na
+
H2O
και οι δύο
απόψεις συγκλίνουν ότι τα ενδιάμεσα προϊόντα (NaO,
Na)
δίνουν πάλι
NaOH για να
επαναληφθούν οι αντιδράσεις παραγωγής νερού που ευνοούν την κατάσβεση της φωτιάς
(οι ρίζες Η' και ΟΗ' δρουν ουσιαστικά ως αρνητικοί καταλύτες).
Αποδείχθηκε ότι
το δισανθρακικό κάλι (KHCOs),
ανάλογης με το δισανθρακικό νάτριο (NaHCOs)
δομής, έχει διπλάσια για το συζητούμενο θέμα ικανότητα από το
NaHCO3.
Η μελέτη της κινητικής των αντιδράσεων
του Καλίου και των ενώσεων του στις φλόγες έδειξε ότι ο πιθανός μηχανισμός με
τον οποίο η φωτιά αντιμετωπίζεται (βασιζόμενος στη δημιουργία ελευθέρων ριζών)
μπορεί να συνυφαίνεται με τις διεργασίες:
2KHC03
+ Θερμότητα
→Η2Ο
+
CO2
+ Κ2Ο
Κ2Ο + Η2Ο (από καύση)
→2ΚΟΗ
ΚΟΗ + ΗΟ'
→
ΚΟ + Η20
ΚΟΗ + Η'
→
Κ + Η2Ο
ενώ
επανακτάται ΚΟΗ από το Κ που παράγεται:
2Κ + Ο
→
Κ20
2Κ2Ο + Η2Ο (από την καύση)
→2ΚΟΗ
ΚΟΗ + ΗΟ'
→ΚΟ
+ Η20
Δηλαδή, με τη
δέσμευση των λόγω της πυρκαγιάς παραγομένων ελευθέρων ριζών (ΗΟ* και Η")
σταματάει η αλυσωτή (αλυσιδωτή) αντίδραση που είναι καθοριστική για την εξέλιξη
της φωτιάς.