ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ  | ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ |  ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ISO |  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ  |  LINKS |  ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

 
 
Βιβλιοθήκη
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
ΔΟΧΕΙΩΝ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
ΔΟΚΙΜΕΣ ΚΑΤΑΣΒΕΣΤΙΚΗΣ
ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΩΝ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ
ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑΣΒΕΣΗΣ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΥΡΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ


 

ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΗ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑ

Σε οποιαδήποτε περιοχή του φυσικού κόσμου. (δομημένου ή άκτιστου χώρου) για την αντιμετώπιση των κινδύνων πυρκαγιάς πρέπει να έχουν παρθεί μέτρα και εγκατασταθεί μέσα πυρασφάλειας.

Τα μέσα και μέτρα πυρασφάλειας είναι δυνατό να ταξινομηθούν σε κατηγορίες· βιβλιογραφικά, επιδιώκεται η ομαδοποίηση αυτή να είναι πλατιά για να καλύψει όσο γίνεται περισσότερες εφαρμογές η οποιαδήποτε διάκριση —και με τα αυστηρότερα ακόμη κριτήρια— δεν είναι απόλυτη, γιατί μερικές φορές τα μέτρα και μέσα πυρασφάλειας αλληλοκαλύπτονται.

Έχουν προταθεί διάφορες κατατάξεις, π.χ. των μέτρων πυροπροστασίας κτιρίων σε παθητικά (οδεύσεις διαφυγής, πυροδιαμερίσματα κ.λπ.) και ενεργητικά (π.χ. πυρανίχνευση, συναγερμός, πυρόσβεση).

Επειδή το πλέγμα: πρόληψη-καταστολή πυρκαγιών χρησιμεύει ως αφετηρία σκέψεων για τη λήψη πολλών αποφάσεων, εξακολουθεί να είναι επικρατέστερη η διάκριση των μέτρων και μέσων πυρασφάλειας σε προληπτικά και κατασταλτικά.

ΠΡΟΛΗΨΗ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ  

Για τη σπουδαιότητα των μέτρων αυτών δίνεται μεγάλη έμφαση, χωρίς πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα (κατανόηση, υλοποίηση). Αμέλεια, αδιαφορία, άγνοια Κανονισμών και Διατάξεων πυρασφάλειας μπορεί να έχουν καταστρεπτικές συνέπειες.

Τα προληπτικά μέτρα κατά της πυρκαγιάς που μας απαλλάσσουν από ηθικές, ποινικές, διοικητικές κ.λπ. ευθύνες είναι, βασικά, απλά. Τέτοιου εί­δους μέτρα μπορεί να συνοψισθούν στα εξής:

α) Συνεχής καθαρισμός όλων των χώρων.

β) Καλός και συνεχής αερισμός των χώρων.

γ) Αποθήκευση εύφλεκτων υλών σε ξεχωριστούς χώρους (μακριά από πηγές θερμότητας κ.λπ.), π.χ. στα εργοστάσια, εκτός των χώρων της παραγωγικής διαδικασίας.

δ) Αποφυγή χρησιμοποίησης ανοικτής φλόγας σε χώρους της παραγωγής· κατά τις εργασίες συγκόλλησης, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προστασίας.

ε) Απαγόρευση του καπνίσματος σε επικίνδυνους χώρους, στ) Επιμελής συντήρηση των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, η) Δημιουργία ζωνών ασφάλειας και οδών προσπέλασης μέσα στους χώρους της παραγωγής, τις αποθήκες, τα δάση κ.λπ.

στ) Λήψη κάθε κατάλληλου μέτρου που με την απλή λογική αποδεικνύεται απαραίτητο (π.χ. συμβουλή για να σβήσει το τσιγάρο του επισκέπτης χώρου όπου απαγορεύεται το κάπνισμα, αποψίλωση γηπέδου δεξαμενής/ ων υγρών καυσίμων κ.λπ.).

 Προληπτικά Μέσα

Προληπτικά μέσα πυρασφάλειας είναι τα μέσα που προϊδεάζουν για κινδύνους πυρκαγιών, αποσκοπούν σε ενεργοποίηση για αποφυγή και αντιμετώπιση ατυχημάτων , εγγυούνται προληπτική προστασία —ιδιαίτερα των εργασιακών χώρων. Με τη συνδρομή της τεχνολογίας η προληπτική προστασία στον τομέα της πυρασφάλειας μπορεί να γίνεται αυτόματα. Η αυτόματη αυτή προληπτική προστασία παραμερίζει τον συγκινησιακό παράγοντα που κατέχει συχνά τον άνθρωπο στη θέα της φωτιάς και έχει ορισμένα πλεονεκτήματα (π.χ. αποφυγή λαθών).

Βασικά προληπτικά μέσα πυρασφάλειας είναι:

1)        Σημάνσεις, επιγραφές, σημαίες με ειδικά 'σύμβολα ή χρώματα.

2)        Οδηγίες (π.χ. πινακίδες με συστάσεις χειρισμού επικινδύνων ειδών).

3)        Συστήματα συνεννόησης, συναγερμού, ενδοεπικοινωνίας, αναγγελίας πυρκαγιάς· εξαεριστήρες αποκάπνωσης.

Προληπτικά μέτρα ορίζονται και νομοθετικά (π.χ. η λήψη μέτρων πυροπροστασίας επιβάλλεται σήμερα στις επιχειρήσεις με τη σχετική Υ.Α. 7755/88, ΦΕΚ 241/Β/22-4-88. Σε ορισμένες περιπτώσεις, επίσης, εξακολουθεί να ισχύει το Π.Δ. 460/1976 «Περί Λήψεως Μέτρων Πυρασφάλειας υπό Βιομηχανικών και Βιοτεχνικών Επιχειρήσεων και των Αποθηκών αυτών», ΦΕΚ 170/Α/6-7-1976) στα μέτρα αυτά δεν αγνοούνται γενικότερες απαιτήσεις (εναρμονισμός σε οδηγίες ΕΟΚ, ανάγκης εκπαίδευσης κ.α.) και οι τεχνολογικές δυνατότητες που προαναφέρθηκαν ιδιαίτερα σε ορισμένες επιχειρήσεις, η ανάγκη συνεχούς επιτήρησης των χώρων τους, έγκαιρης ανίχνευσης και επακριβούς εντοπισμού της εστίας της φωτιάς στη γένεση της, κατάλληλης σήμανσης συναγερμού και ενεργοποίησης των αυτομάτων  συστημάτων κατάσβεσης καθιστούν τα αυτόματα συστήματα πυρανίχνευσης αναγκαία συστήματα πυρανίχνευσης εφαρμόζονται σε πολλές περιπτώσεις για το διπλό σκοπό: ανίχνευση-αναγγελία πυρκαγιάς. Τα συστήματα αυτόματης ανίχνευσης πυρκαγιάς είναι μελετημένα για να καλύπτουν διάφορες απαιτήσεις (π.χ. για υψηλές αίθουσες και σήραγγες καλωδίων κατάλληλοι είναι οι ανιχνευτές ακτινών λέιζερ, στις αποθήκες εύφλεκτων υγρών τοποθετούνται ανιχνευτές φλόγας, επειδή σε πυρκαγιές τέτοιων υγρών εμφανίζονται σύντομα φλόγες που τις «αντιλαμβάνονται» αμέσως οι ανιχνευτές αυτοί, κ.λπ.).

Οι πιο συνηθισμένοι τύποι ανιχνευτών είναι οι:

   ανιχνευτής ιοντισμού (ο ανιχνευτής αυτός διεγείρεται από αόρατα και
ορατά αέρια καύσης, που προκαλούν μεταβολή στην ισορροπία ιονι
σμού στο θάλαμο του, όπου εισέρχονται),

   ανιχνευτής θερμοδιαφορικός (ο ανιχνευτής αυτός αντιδρά σε κάθε απότομή ανύψωση της θερμοκρασίας),

   ηλεκτρονικός ανιχνευτής φλογών (ο ανιχνευτής αυτός αντιδρά με τις υπεριώδεις ακτίνες μιας φλόγας, στη συχνότητα τους —π.χ. 5.-25 Ηz),

   ανιχνευτής μέγιστης θερμοκρασίας (ο ανιχνευτής αυτός αντιδρά μόλις ο αέρας του χώρου, στον οποίο έχει εγκατασταθεί, φθάσει μια ορισμένη θερμοκρασία),

ανιχνευτής καπνού (που αντιδρά μόλις καπνός εισχωρήσει σε αυτόν). Σε πολλά αυτόματα ανιχνευτικά συστήματα υπάρχει δυνατότητα αυτόματης τηλεφωνικής ειδοποίησης της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας της πόλης.

Μεγάλης εφαρμογής είναι και τα συστήματα αυτόματης σήμανσης συναγερμού (αναγγελίας πυρκαγιάς κ.λπ.). Όπως διαφάνηκε πιο πριν ένα σύστημα αυτόματης αναγγελίας πυρκαγιάς μπορεί να είναι τμήμα ενός συγκροτήματος αυτόματης ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαγιάς (ή σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου: ενός συγκροτήματος αυτόματης ανίχνευσης, αναγγελίας και κατάσβεσης πυρκαγιάς), στο οποίο η συνειδητοποίηση της ανίχνευσης της πυρκαγιάς γίνεται με συναγερμό ή και με φωτεινά σήματα, σε λυχνίες, πίνακες κ.λπ.

Γενικά, τα συστήματα αναγγελίας πυρκαγιάς παρέχουν τη δυνατότητα να δοθεί συναγερμός με το χέρι (με «κουμπιά συναγερμού»)

Συνοψίζοντας: αυτόματο σύστημα πυρανίχνευσης είναι το σύστημα που, με αυτόματο τρόπο:

Α) αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο πυρκαγιάς από τα χαρακτηριστικά φαινόμενα που προηγούνται ή που συνοδεύουν τη φωτιά, όπως είναι τα αόρατα προϊόντα καύσης, ο καπνός, η φλόγα και η θερμότητα

Β) ανιχνεύει έγκαιρα την πυρκαγιά —πριν αναπτυχθεί η ανεξέλεγκτη καύση (πρώιμη ανίχνευση), για να μη προκληθούν ζημιές ή κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές και

Γ) ειδοποιεί (οπτικά και ακουστικά) για την απειλή (πυρκαγιά).

 

Βασικά όργανα ενός αυτόματου συστήματος ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαγιάς είναι:

α) Οι αυτόματοι ανιχνευτές (που τοποθετούνται επί της οροφής καθώς και στην —τυχόν— ψευδοροφή του χώρου τον οποίο πρόκειται να προστατεύσουν οι ανιχνευτές συνδέονται ανά ομάδες και κάθε ομάδα αποτελεί ιδιαίτερη γραμμή η οποία συνδέεται με τον κεντρικό πίνακα, διαρρεόμενη μόνιμα από —συνεχές— ηλεκτρικό ρεύμα που, σε περίπτωση διακοπής της ηλεκτρικής παροχής της πόλης, το δίνει συστοιχία συσσωρευτών. Σε κάθε γραμμή ανιχνευτών μπορούν να τοποθετηθούν όλοι οι τύποι των ανιχνευτών).

β) Τα χειροκίνητα μέσα συναγερμού («κουμπιά συναγερμού»)

γ) Ο κεντρικός πίνακας σηματοδότησης (που λειτουργεί για: την τροφοδότηση των ανιχνευτών με ηλεκτρικό ρεύμα —γι' αυτό ενέχει και το στοιχείο της εφεδρικής τροφοδότησης— την αναγγελία και σήμανση συναγερμού, τον επακριβή εντοπισμό της εστίας πυρκαγιάς και την ενεργοποίηση του συστήματος κατάσβεσης, εάν υπάρχει τέτοιο σύστημα στο — αυτόματο— συγκρότημα πυρασφάλειας).

δ) Η ακουστική και οπτική σηματοδότηση (σειρήνες, λυχνίες σε επίκαιρες θέσεις των προστατευομένων χώρων —π.χ. στην εξωτερική μεριά των θυρών αποθηκών εύφλεκτων κ.λπ.) και

ε) Η τηλεμετάδοση του σήματος συναγερμού (π.χ. στην Κρατική Πυροσβεστική Υπηρεσία, τους υπεύθυνους πυρασφάλειας μιας βιομηχανίας σε ορισμένες βιομηχανίες αλλά και σε άλλες περιπτώσεις αυτόματα συστήματα πυρανίχνευσης είναι υποχρεωτικά από .τις σχετικές Κανονιστικές Διατάξεις).

 ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ

Κατασταλτικά μέτρα πυρασφάλειας είναι τα μέτρα που σε περίπτωση φωτιάς αποδυναμώνουν την πυρκαγιά.

Τα μέτρα αυτά μπορεί να έχουν παρθεί από το στάδιο της πρόληψης πυρκαγιών (π.χ. πυροδιαμερισματοποίηση κτιρίων, πυροφραγμοί, κατάλληλη τεχνική υποδομή —ύπαρξη νερού κ.α.— στα λιμάνια κ.λπ.) ή λαμβάνονται από τους υπεύθυνους της πυρόσβεσης στη φάση της καταπολέμησης πυρκαγιάς (π.χ. κόψιμο δέντρων καιόμενου δάσους στη μεριά προς την οποία κατευθύνεται η φωτιά, αν λείπουν αντιπυρικές ζώνες ή αυτές είναι ανεπαρκείς κ.λπ., με σκοπό την παρεμπόδιση εξάπλωσης της πυρκαγιάς)·  στη 2η περίπτωση χρειάζονται γνώσεις, εμπειρία, ψυχραιμία —δυνατότητες ανάπτυξης της πρέπουσας στρατηγικής (πρωτοβουλιών) κ.λπ.

Απαραίτητα οι επιχειρήσεις πρέπει να διαθέτουν ομάδες πυρασφάλειας (πυροπροστασίας) και οργάνωση για να αποδώσει η καταπολέμηση πυρκαγιάς.

 Κατασταλτικά Μέσα

Κατασταλτικά μέσα πυρασφάλειας είναι τα μέσα πυρόσβεσης. Τα μέσα αυτά πρέπει να αποτελούν «προϊόν» ορθής εκτίμησης των κινδύνων πυρκαγιάς.

Από άποψη ταξινόμησης, τα κατασταλτικά μέσα μπορούν να υπαχθούν σε δύο κατηγορίες: τα «συμβατικά μέσα» και τα «αυτόματα συστήματα» κατάσβεσης.

Τα «συμβατικά μέσα» είναι δυνατό να υποδιαιρεθούν σε «συνήθη» και «λοιπά συμβατικά» μέσα.

«Συνήθη μέσα κατάσβεσης» είναι οι πυροσβεστήρες και οι πυροσβεστικές φωλιές.

Οι πυροσβεστήρες (συσκευές με τις οποίες επιζητείται η διακοπή της διεργασίας της πυρκαγιάς) διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους φορητούς που έχουν —σχετικά— μικρό βάρος και μπορούν εύκολα να μεταφερθούν και τους τροχήλατους που έχουν αρκετό βάρος και μεταφέρονται στο στάδιο της χρησιμοποίησης με τη βοήθεια συστήματος τροχών που διαθέτουν. Κατ' ανοχή —εδώ— στη 2η περίπτωση νοούνται και οι ρυμουλκούμενοι πυροσβεστήρες.

Υπάρχουν στο εμπόριο πυροσβεστήρες διαφόρων κατασβεστικών μέσων (γομώσεων) και μεγεθών (π.χ. διοξειδίου άνθρακα 2Κg,. ξερής σκόνης 6Kg , τροχήλατοι νερού 150 λίτρων κ.λπ.). Ανάλογα της φύσης του καιόμενου υλικού, πρέπει να γίνεται χρήση του κατάλληλου πυροσβεστήρα.

«Πυροσβεστικές φωλιές» είναι χώροι, προφυλαμένοι και σε κατάλληλα σημεία, που έχουν τα αναγκαία για την κατάσβεση μέσα, που χρειάζονται οι Ομάδες Πυρασφάλειας, οι άνδρες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κ.λπ. (σύνδεσμοι, ακροφύσια, κρουνοί, μάνικες, λοστοί, σφυριά, φανοί κ.α.) πυροσβεστικές φωλιές χωρίς να υπάρχει υδροληψία δεν έχουν νόημα.

Σε μεγάλους εργασιακούς χώρους, π.χ. λιμάνια, τέτοιες φωλιές προσέ­φεραν μεγάλη εξυπηρέτηση σε πυροκατασβέσεις.

Ο όρος «λοιπά συμβατικά μέσα» υποδηλώνει τα, εκτός πυροσβεστήρων και πυροσβεστικών φωλεών, μέσα που δεν επενεργούν αυτομάτως όταν επιζητείται αντιμετώπιση πυρκαγιών.

Τέτοια μέσα είναι π.χ. οι αντλιοφόροι κάδοι, το νερό βαρελιών, η άμμος κ.λπ.

Στα «λοιπά συμβατικά μέσα» υπάγονται, επίσης, τα μηχανικά μέσα πυρόσβεσης (π.χ. πυροσβεστικά οχήματα) και τα διάφορα μόνιμα μέσα πυρόσβεσης (π.χ. υδραυλικά πυροσβεστικά δίκτυα).

Με βάση τις κατηγορίες πυρκαγιών, , είναι δυνατό να σημειωθούν τα εξής σχετικά με τις περιοχές καταλληλότητας των διαφόρων τύπων πυροσβεστήρων (και ορισμένων ειδών από τα «λοιπά συμβατικά μέσα», π.χ. άμμου):

α) Για πυρκαγιές Πρώτης Κατηγορίας (Α)

συνιστώνται: πυροσβεστήρες νερού, αντλιοφόροι κάδοι, νερό βαρελιών, άμμος, χώμα, συνηθισμένο νερό —κηπευτικό, πυροσβεστικών λήψεων κ.α.

β) Για πυρκαγιές Δεύτερης Κατηγορίας (Β)

κατάλληλοι είναι οι πυροσβεστήρες μηχανικού αφρού· άμμος ή χώμα όταν πρόκειται για έρπουσες πυρκαγιές υγρών καυσίμων (πυρκαγιές υγρών χυμένων στο δάπεδο).

γ) Για πυρκαγιές Τρίτης Κατηγορίας (Γ)

συνιστώνται πυροσβεστήρες ξερής σκόνης, διοξειδίου άνθρακα και εξαιρουμένων υγρών.

δ) Για πυρκαγιές Τετάρτης Κατηγορίας (Δ)

συνιστάται η χρήση πυροσβεστήρων ξερής σκόνης, δηλαδή ειδικών τύπων γομώσεων, ανάλογα με το καιόμενο μέταλλο- τα μέταλλα σβήνουν δύσκολα, έτσι η εκλογή του μέσου πυρόσβεσης και η κατάσβεση τους απαιτούν προσοχή.

ε) Για πυρκαγιές Πέμπτης Κατηγορίας (Ε)

συνιστώνται πυροσβεστήρες ξερής σκόνης, διοξειδίου άνθρακα, εξαερουμένων υγρών.

Οι πυροσβεστήρες αυτοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πυρκαγιές Κατηγορίας Β και —λιγότερο αποτελεσματικά— για πυρκαγιές Κατηγορίας Γ.

«Αυτόματα συστήματα» κατάσβεσης είναι τα συστήματα που κατακλύζουν αυτομάτως τους χώρους όπου εκδηλώνεται πυρκαγιά (π.χ. αποθήκες, εργαστήρια, θάλαμοι, αμπάρια πλοίων κ.λπ.) με το κατάλληλο μέσο πυρόσβεσης (νερό, διοξείδιο άνθρακα, σκόνη, αφρός κ.λπ.), για την επιζητούμενη πυροπροστασία.

Για να γίνει η κατάκλιση αυτή των χώρων χρειάζονται ακροφύσια: καταιονιστήρες - εκτοξευτές του πυροσβεστικού μέσου, η διέγερση των οποίων γίνεται αυτομάτως, π.χ. με θερμοδιαφορικά στοιχεία, αλλά και, κατά ανεξάρτητο τρόπο, π.χ. με τον χειρισμό μοχλών από τον ανθρώπινο παράγοντα.

Το πλήθος των καταιονιστήρων καθορίζεται από την επιφάνεια που θέλουμε να προστατευθεί από τυχόν πυρκαγιά.

Για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων απαιτείται ειδική μελέτη (στην οποία η καταλληλότητα ενός μέσου πυρόσβεσης θα κριθεί με βάση την κατηγορία της πιθανής πυρκαγιάς κ.λπ. Η μελέτη θα δείξει εάν πρέπει να συνυπάρξει και σύστημα αυτόματης πυρανίχνευσης).

Το πυροσβεστικό μέσο μπορεί να παράγεται (π.χ. αφρός) ή να αποθηκεύεται

Στη δεύτερη περίπτωση, υπάρχει συνήθως μία κεντρική δεξαμενή π.χ. σύστημα αυτόματης κατάσβεσης με νερό (sprinkler), αλλά δεν είναι σπάνιο, να υπάρχουν και περισσότεροι «υποδοχείς» του πυροσβεστικού μέσου· π.χ. το διοξείδιο του άνθρακα (CΟ2) εναποθηκεύεται σε ειδική δεξαμενή (κατά ένα, μάλιστα, τα τελευταία είκοσι χρόνια, εφαρμοζόμενο τρόπο: με χαμηλή πίεση) ή σε συστοιχία φιαλών χωρητικότητας, πάντα, που να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των χώρων που θέλουμε να πυροπροστατευθούν.

Αυτόματα συστήματα κατάσβεσης επιβάλλονται και νομοθετικά —το ίδιο ισχύει και για τα αυτόματα συστήματα ανίχνευσης πυρκαγιάς.

Κάθε εγκατάσταση τέτοιου συστήματος εκτός από τη δεξαμενή/υποδοχείς έχει ένα μόνιμο δίκτυο σωληνώσεων που τοποθετούνται πολύ ψηλά ή στην οροφή του πυροπροστατευόμενου διαμερίσματος (κτιρίου, πλοίου κ.λπ.) και φέρουν τους καταιονιστήρες όπως η μελέτη απαιτεί.

Εξυπακούεται ότι ανάλογα με το σύστημα υπάρχουν και άλλα στοιχεία του (για την περίπτωση σπρίνκλερ νερού: αντλία ηλεκτροκίνητη για τροφοδότηση των καταιονιστήρων, αεροσυμπιεστής, δικλίδες κ.α.). Γενικά, οι καταιονιστήρες είναι εφοδιασμένοι με γυαλί. Οι καταιονιστήρες αυτοί συνιστούν διατάξεις που φέρουν υγρό για να διασταλεί με τη φωτιά (σπρίνκλερ) ή εύτηκτο κράμα (περίπτωση CO2 κ.λπ.) και που θραύονται όταν η θερμοκρασία φθάσει ορισμένο βαθμό (συνήθως 68°C). Διέγερση των καταιονιστήρων είναι δυνατή και με α) επέμβαση του ανθρώπινου παράγοντα ή β) τη βοήθεια της εγκατάστασης ανίχνευσης λόγω σύζευξης, δηλαδή, με αυτόματο σύστημα πυρανίχνευσης, π.χ. σε αποθήκες υψηλού κίνδυνου εύφλεκτων ειδών κ.α.).

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΚΑΤΑΣΒΕΣΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ Χρησιμοποίηση Υλικών Κατάσβεσης

Η χρησιμοποίηση υλικών ως μέσων κατάσβεσης δεν πρέπει να γίνει απερίσκεπτα, επειδή για κάθε υλικό κατάσβεσης υπάρχουν ορισμένα όρια εφαρμογής του. Η εφαρμογή αυτή είναι απαγορευτική, περιορίζεται ή/και επιβάλλεται ανάλογα με την ηλεκτρική αγωγιμότητα (αλλά και άλλα χαρακτηριστικά π.χ. τοξικότητα) των κατασβεστικών υλικών, τις φυσικές διεργασίες, τις χημικές αντιδράσεις, τις γενικότερες (διαβρωτικές, περιβαλλοντικές κ.λπ.) συνθήκες που σε πυρκαγιά είναι πιθανές.

Ένα εύκολα διαθέσιμο υλικό κατάσβεσης είναι το νερό στα «αρνητικά» της χρησιμοποίησης του ως κατασταλτικού μέσου πυρκαγιάς (εκτός των βασικών μειονεκτημάτων του για ορισμένες πυρκαγιές κ.λπ.  είναι η πρόκληση ζημιών σε περιουσιακά κ.λπ. στοιχεία, π.χ. «μούλιασμα» χαρτιών, καταστροφή χάρτινης συσκευασίας κ.α.

Γνώση των δυνατοτήτων των υλικών και των προβλημάτων πυρασφάλειας οδηγεί σε ορθές εκτιμήσεις για τη χρησιμοποίηση και των λοιπών συνηθισμένων υλικών κατάσβεσης όπως α) διοξειδίου του άνθρακα  CΟ2,  β) σκόνης, γ) αφρού. Σχετικά με την κατάσβεση πυρκαγιών  είναι γνωστά τα εξής:

Η κατασβεστική ικανότητα του CO2 βασίζεται στα φαινόμενα της απόπνιξης και ψύξης της καιόμενης ύλης.

Η κατασβεστική ικανότητα της σκόνης  στηρίζεται, κυρίως, στην αρνητική καταλυτική δράση που μπορεί να πετύχει η σκόνη σε πυρκαγιά.

Στο εμπόριο κυκλοφορούν πολλές σκόνες  χρειάζεται όμως προσοχή η κατάσταση τους. Ο αφρός δρα αποπνικτικά  ο σχηματισμός του βασίζεται στο χαρακτηριστικό που διαθέτουν ορισμένες ύλες να παράγουν με το νερό αφρό  όπως και με τις σκόνες, αφροί υπάρχουν αρκετών τύπων  σε πυρκα­γιές εύφλεκτων υγρών όπως, αλκοολών, λάκκων, μεθυλοαιθυλοκετόνης, ακετόνης, ισοπροπυλαιθέρα, ακρυλονιτριλίου, οξεικού αιθυλίου, οξεικού βουτυλίου, αμινών και ανυδριτών συνιστάται (NFPA) ειδικός τύπος αφρού, γνωστός (στις ΗΠΑ) ως «alcohol foam».

Για τη σκόνη δισανθρακικής βάσης (όξυνο ανθρακικό νάτριο), ορισμένοι  δέχονται τον μηχανισμό:

2NaHC03 + Θερμότητα  CO2 + Η2Ο + Na2CO3

Na2CO3 + Θερμότητα  CO2 + Na2O

Να2Ο + Η2Ο (σε φλογοπυρκαγιές)  →2NaOH

NaOH + Η" (σε φλόγες)  Na + H2O (αδρανές)

 ΝαΟΗ + ΟΗ' (σε φλόγες) →NaO + Η2Ο(αδρανές)

ενώ άλλο υποστηρίζουν την εξής πορεία (σχηματισμού ελευθέρων ριζών Η' και ΟΗ):

NaHCO3 + Θερμότητα  CO2 + OH' + Na

OH' + Η* (σε φλόγες)  Η20

Na + Η'  →NaH

OH' + NaH Na + H2O

και οι δύο απόψεις συγκλίνουν ότι τα ενδιάμεσα προϊόντα (NaO, Na) δίνουν πάλι NaOH για να επαναληφθούν οι αντιδράσεις παραγωγής νερού που ευνοούν την κατάσβεση της φωτιάς (οι ρίζες Η' και ΟΗ' δρουν ουσιαστικά ως αρνητικοί καταλύτες).

Αποδείχθηκε ότι το δισανθρακικό κάλι (KHCOs), ανάλογης με το δισανθρακικό νάτριο (NaHCOs) δομής, έχει διπλάσια για το συζητούμενο θέμα ικανότητα από το NaHCO3.

Η μελέτη της κινητικής των αντιδράσεων του Καλίου και των ενώσεων του στις φλόγες έδειξε ότι ο πιθανός μηχανισμός με τον οποίο η φωτιά αντιμετωπίζεται (βασιζόμενος στη δημιουργία ελευθέρων ριζών) μπορεί να συνυφαίνεται με τις διεργασίες:

2KHC03 + Θερμότητα  Η2Ο + CO2 + Κ2Ο

 Κ2Ο + Η2Ο (από καύση)  2ΚΟΗ

ΚΟΗ + ΗΟ'  ΚΟ + Η20

 ΚΟΗ + Η'  Κ + Η2Ο

ενώ επανακτάται ΚΟΗ από το Κ που παράγεται:

2Κ + Ο  Κ20

2Ο + Η2Ο (από την καύση)  2ΚΟΗ

ΚΟΗ + ΗΟ'  ΚΟ + Η20

Δηλαδή, με τη δέσμευση των λόγω της πυρκαγιάς παραγομένων ελευθέρων ριζών (ΗΟ* και Η") σταματάει η αλυσωτή (αλυσιδωτή) αντίδραση που είναι καθοριστική για την εξέλιξη της φωτιάς.


 

 

 

 
© 2004 Fire Security |  Privacy Policy  | IΩΝΙΑΣ & ΝΙΚΑΣ ΧΑΜΟΜΗΛΟΣ ΑΧΑΡΝΑΙ Τ.Κ. 13671 2461971-2401083-2464823