Μόνιμα συστήματα πυροσβεστικής ξηράς σκόνης
Οι κατασβεστικές σκόνες, αν και έχουν αρκετή εφαρμογή σε κινητά συστήματα, δεν
συνηθίζονται σε μόνιμα συστήματα(29}. Υπάρχει βέβαια η δυνατότητα να επιλεγεί
και μόνιμο σύστημα σκόνης, δοθέντος μάλιστα ότι η κατασκευή του είναι μάλλον
απλή.
Βασικά στοιχεία του συστήματος είναι ένα δοχείο που περιέχει την ξηρά σκόνη και
ένας υποδοχέας που περιέχει το πεπιεσμένο αέριο που θα εκτοξεύσει τη σκόνη
(συνήθως άζωτο). Η πίεση λειτουργίας μέσα στο δοχείο της σκόνης την ώρα που
διοχετεύεται εκεί το αέριο, είναι της τάξεως των 15 bar. Παρελκόμενα του
συστήματος είναι τα συστήματα διανοίξεως της φιάλης (αυτόματα ή μη) και τα
συστήματα διανομής της σκόνης με βάνες (αυτόματες ή μη).
Η σωλήνωση διανομής πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρού μήκους και πρέπει να
αποφεύγονται ανακάμψεις ή απότομες αλλαγές διευθύνσεως. Κατά τη σχεδίαση του
δικτύου των σωληνώσεων και κυρίως κατά την κατασκευή, πρέπει να λαμβάνεται
σοβαρά υπόψη ότι περνάει από εκεί στερεό σώμα, έστω με τη μορφή σκόνης σε
εναιώρηση μέσα σε αέριο και οι τριβές είναι μεγάλες.
Ως περιορισμοί για τη χρήση των μόνιμων συστημάτων σκόνης μπορούν να αναφερθούν
οι εξής:
• Δεν είναι κατάλληλα για χρήση σε χώρους όπου λειτουργούν μηχανήματα ή συσκευές
με λεπτά μηχανικά ή ηλεκτρονικά ή άλλα όργανα, που μπορούν να υποστούν βλάβες
από τη σκόνη.
• Δεν προσφέρονται για κατάσβεση πυρκαγιάς σε ουσίες που εμπεριέχουν το οξυγόνο
που τους χρειάζεται για να καούν, όπως είναι η νιτροκυτταρίνη, πυρίτιδες κ.λπ.
• Δεν είναι κατάλληλα για κατάσβεση φωτιάς σε καύσιμα μέταλλα.
• Δεν είναι κατάλληλα για αντιμετώπιση φωτιάς που αναπτύσσεται σε βάθος ή σε
στοιβαγμένα υλικά.
Στα μόνιμα συστήματα σκόνης, εκείνα που είναι ίσως περισσότερο σε χρήση, είναι
δίκτυα χωρίς σταθερή σωλήνωση αλλά με μάνικες που είναι τυλιγμένες αρχικά σε
τύμπανα και ξετυλίγονται για χειροκίνητη χρήση. Σχετικά
με τις αναγκαίες ποσότητες και τους ρυθμούς εκκενώσεως, κατά παράδοξο τρόπο οι
αμερικανικές προδιαγραφές της NFPA που γενικά είναι τόσο λεπτομερείς σε όλα τα
άλλα κεφάλαια, δεν δίνουν ακριβή καθορισμό αυτών των στοιχείων, αλλά αναφέρουν
αόριστα πως οι ρυθμοί εκκενώσεως καθορίζονται από τον τύπο και το πυροθερμικό
φορτίο του χώρου που προστατεύεται.
Υπάρχει ωστόσο μια προκαταρτική μελέτη που καθορίζει τα εξής:
ΣΥΣΤΉΜΑΤΑ
ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΥ ΚΛΕΙΣΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
• Ελάχιστη ποσότητα σκόνης 600 g/m3 χώρου με τέτοια κατανομή ακροφυσίων, ώστε η
συγκέντρωση αυτή να ισχύει για όλο το χώρο. Μόνιμοι συμπαγείς όγκοι που υπάρχουν
στον ευρύτερο χώρο επιτρέπεται να αφαιρεθούν κατά τον παραπάνω υπολογισμό.
• Ο ρυθμός εκκενώσεως, σε συνδυασμό με την αναγκαία ποσότητα, πρέπει να
εξασφαλίζει ότι η πλήρης εκκένωση θα ολοκληρωθεί σε χρόνο μικρότερο από 30 s.
• Αν υπάρχουν στο χώρο ανοίγματα, που δεν μπορούν να κλειστούν κατά τη διάρκεια
της εκτοξεύσεως και αυτά τα ανοίγματα κυμαίνονται από 1 ως 5 % της ολικής
επιφάνειας του χώρου (παράπλευρη επιφάνεια 4- δάπεδο + οροφή), τότε για κάθε 1
m2 ανοίγματος προστίθενται 800 g σκόνης. Αν αυτά τα ανοίγματα καλύπτουν ποσοστό
5 ως 15 % της ολικής επιφάνειας, πρέπει να προστεθούν 1600 g σκόνης για κάθε 1
m2 επιφάνειας ανοιγμάτων. Αν τέλος υπάρχει αερισμός, που για διάφορους λόγους
δεν μπορεί να διακοπεί, τότε η αναγκαία ποσότητα της σκόνης κατακλυσμού
προσαυξάνεται με αφετηρία ειδικό υπολογισμό, που θεωρεί αυξημένο τον όγκο του
χώρου κατά ποσότητα (όγκο) ίση με τον όγκο του προσαγώμενου αέρα κατά τη
διάρκεια της λειτουργίας της εκτοξεύσεως
Γενικά, στα συστήματα καταιονισμού με σκόνη η αναγκαία ποσότητα υπολογίζεται
κατά τρόπον ώστε ο συνολικός όγκος του αντικειμένου που θα καλυφθεί να δέχεται
μια ποσότητα 1200 g/m2. Η ποσότητα αυτή θεωρείται αρκετή για αντικείμενα ή
μηχανές με τον όγκο επαυξημένο κατά 1 m για την κάθε διάσταση τους (ακραία
σημεία).
Για ανοιχτές δεξαμενές που περιέχουν εύφλεκτα υγρά, η ελάχιστη ποσότητα σκόνης
είναι 4 kg/m2 επιφάνειας και με την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται πολύ γρήγορος
ρυθμός προσαγωγής.