|
 |

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ
ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΓΕΝΙΚΑ
Η αναλυτική διείσδυση στο έργο της αντιμετώπισης πυρκαγιών δίνει τη
δυνατότητα να συγκεκριμενοποιηθεί ένα πλήθος παραγόντων που άμεσα ή έμμεσα
σχετίζονται με τη πυρασφάλεια και δημιουργούν ορισμένες προσδοκίες στους
ενδιαφερόμενους. Επειδή δεν αποκλείεται αυτές να μείνουν ανικανοποίητες και να
υπάρξει χάσμα μεταξύ προθέσεων και τελικών επιτεύξεων πρέπει να γίνει ακριβής
υλοποίηση όσων αποφασίζονται. Αποκλεισμό ηθικών, ποινικών κ.λπ. ευθυνών
υπόσχεται μόνο ένας ρεαλιστικός προγραμματισμός πυρασφάλειας. Ένας τέτοιος
προγραμματισμός, από οικονομική άποψη, είναι βασικά ζήτημα μικροοικονομικό, ως
προγραμματισμός δράσης.
Η επιβαλλόμενη διερεύνηση ανάγεται στην προσπάθεια εξεύρεσης της «καλλίτερης» ή
«άριστης» επιλογής «σκοπών» και «μέσων» για την επίτευξη της επιζητούμενης
πυρασφάλειας. Χρειάζεται επομένως σωστός προγραμματισμός. Προγραμματισμός που να
αποβλέπει στο να οργανώνει βάσει σχεδίων την ανάπτυξη των διεργασιών
πυρασφάλειας.
Η ανάλυση Σχεδίων Πυρασφάλειας δεν είναι δυνατό να γίνει με οικονομικά μόνο
κριτήρια" απαιτεί και γνώσεις άλλων επιστημονικών κλάδων μπορεί, βεβαίως, να
βασισθεί στη μεθοδολογία του μικροοικονομικού προγραμματισμού και ταυτίζεται με
την προσπάθεια της οργάνωσης ενός συστήματος παροχής υπηρεσιών «ασφάλειας έναντι
πυρός», που να λειτουργεί με επιστημονική πειθαρχία· ειδικότερα, επιζητεί την
επιλογή, αξιολόγηση, δημιουργία και αξιοποίηση των διεργασιών εξυπηρέτησης της
πυρασφάλειας. Έτσι, οι επιτακτικές για το αντικείμενο αυτό διαδικασίες μπορούν
να περιληφθούν στα εξής 4 βασικά στάδια:
1. Εξέταση (επισήμανση) της αναγκαιότητας υιοθέτησης νέου (ή βελτίωσης
υφιστάμενου) καθεστώτος πυρασφάλειας, με παρουσίαση των διαδικασιών. Για την
περίπτωση εργασιακού χώρου, η επισήμανση αυτή πρέπει να είναι σε εναρμονισμό
προς την ανάγκη βελτίωσης των εργασιών (ή προς την όλη παραγωγική διαδικασία),
την οποία ανάγκη δημιουργεί το ευρύτερο Σχέδιο που έχει στόχο τον συντονισμό των
«επί μέρους» δραστηριοτήτων των διαφόρων (παραγωγικών) χώρων.
2. Εκπόνηση του
απαραίτητου «Σχεδίου Δράσης».
3. Αξιολόγηση του «Σχεδίου Δράσης».
4. Υλοποίηση του «Σχεδίου Δράσης».
ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Για την ανάπτυξη των διεργασιών πυρασφάλειας μεγάλης σπουδαιότητας είναι το
στάδιο της προπαρασκευής, όπου πρέπει να εξελιχθεί το κατάλληλο «Σχέδιο Δράσης»
με βασικούς στόχους:
— τη σύνταξη των αναγκαίων μελετών (π.χ. έργων υποδομής κ.λπ.).
— την εξασφάλιση της συμπαράστασης όλων των αρμοδίων για το θέμα (Φορέων,
Υπηρεσιών, Προϊσταμένων κ.λπ.).
Η ανάπτυξη των διεργασιών πυρασφάλειας προϋποθέτει ορισμένες οικονομικές θυσίες.
Στο προμνημονευόμενο, λοιπόν, «Σχέδιό Δράσης» πρέπει καταρχήν (σύμφωνα με όσα «πρεσβεύονται»
στο Στάδιο 1 ) να θεωρηθεί η οικονομική άποψη της πυροπροστασίας. Από την άποψη
αυτή, η πυροπροστασία υπακούει στους ίδιους οικονομικούς νόμους, όπως (και) οι
διάφορες άλλες μορφές επενδύσεων. Ειδικότερα, στην περίπτωση των διαφόρων
οικονομικών μονάδων (επιχειρήσεων) πρέπει να υπάρχει αρμονική αναλογία μεταξύ
δαπανών (π.χ. για αγορά πυροσβεστήρων, εγκατάσταση αυτομάτων συγκροτημάτων
πυροπροστασίας, συγκρότηση ομάδων πυρασφάλειας κ.λπ.) και ωφελειών (κέρδος).
Χωρίς αποτελεσματική αντιμετώπιση των κινδύνων πυρκαγιών, οι ζημιές μπορεί να
είναι τεράστιες. Αλλά (βλ. σχήμα 10) και με τη λήψη όσο το δυνατό περισσοτέρων
μέτρων πυροπροστασίας (γραμμή Δ) δεν επιτυγχάνεται τέτοια αποσόβηση των ζημιών
που οφείλονται σε πυρκαγιά, οσοδήποτε και αν η έκταση τους περιορίζεται (καμπύλη
Α). Προσθέτοντας τα έξοδα πυροπροστασίας (Δ) και την

οικονομική
επιβάρυνση που επιφέρουν οι ζημιές (Α) έχουμε το σύνολο των δαπανών (καμπύλη Σ)
από την πυρκαγιά και την προσπάθεια αποφυγής εκδήλωσης της.
Όπως φαίνεται στο σχήμα 10 (καμπύλη Σ) υπάρχει ένα optimum. Δεξιά και αριστερά
από το «άριστο» αυτό, που κάθε επιχείρηση (με την κλασσική έννοια) θα είχε
συμφέρον να επιτύχει, διαμορφώνονται τα μέγιστα και ελάχιστα των προαναφερομένων
οικονομικών επιβαρύνσεων.
Η εκπόνηση του «Σχεδίου Δράσης» (που είναι το επόμενο Στάδιο 2) προϋποθέτει και
γενικότερες εκτιμήσεις· π.χ. στην περίπτωση μιας οικονομικής μονάδας, τη
συσχέτιση της μονάδας με τη χωροθέτησή της (βασικά κριτήρια αποτελούν Α) οι
κυκλοφοριακές συνθήκες, Β) η απόσταση από τους Κρατικούς Πυροσβεστικούς Σταθμούς
της περιοχής, Γ) οι φυσικές και τεχνητές ευκολίες παροχής νερού, Δ) η διεύθυνση,
σφοδρότητα κ.λπ. των ανέμων αν και ορισμένες φορές οι υπήνεμες εκτάσεις είναι
ακριβές, επιβάλλονται «εκ των πραγμάτων», όπως στην περίπτωση λιμένων κ.ά.). '
Η αξιολόγηση του «Σχεδίου Δράσης» (δηλ. το Στάδιο 3) περιλαμβάνει επισταμένες
μελέτες, για: α) διερεύνηση της τεχνικής εφαρμογής του Σχεδίου, β) διερεύνηση
της οικονομικής ευστάθειας, γ) διερεύνηση της οργανωτικής αρτιότητας, που
απαιτεί το Σχέδιο.
Όταν η διερεύνηση δώσει ευνοϊκά αποτελέσματα επακολουθεί (ως Στάδιο 4): η
εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης· ουσιαστικά πρόκειται για μία «ετοιμότητα (ασφάλεια)
έναντι πυρός».
Ικανοποιητική θεωρείται η ετοιμότητα αυτή όταν υπόσχεται την ανάπτυξη των εξής
διεργασιών πυρασφάλειας (κατά σειρά):
εντόπιση - έλεγχο - κατάσβεση πυρκαγιάς (με απ' ευθείας προσβολή μόνο όταν αυτό
είναι εφικτό) έγκαιρα και κατά τρόπο αποτελεσματικό, ιεραρχικά για:
— τη διάσωση εγκλωβισμένων από την πυρκαγιά ανθρώπων, π.χ. ενοίκων κτιρίων και
— τη διάσωση αγαθών.
Αν η κατάσβεση πυρκαγιάς είναι και ικανοποιητική και αποτελεσματική, τότε η όλη
οργάνωση για πυρόσβεση λειτουργεί ως σύστημα αριστοποιημένων υπηρεσιών
αντιμετώπισης της πυρκαγιάς.
Στα πλαίσια αυτά μπορεί να αναληφθούν διάφορες πρωτοβουλίες για χάραξη πολιτικής
πυρασφάλειας, πυροσβεστικής στρατηγικής, τακτικής πυροπροστασίας κ.λπ. Η
Πυροσβεστική Υπηρεσία π.χ. εκπονεί σχέδια ενέργειας με στόχο το βέλτιστο
αποτέλεσμα· ιδιώτες επιζητούν να απαλλαγούν του φάσματος του φόβου της πυρκαγιάς·
επιστήμονες μοχθούν να ανακαλύψουν νέες μεθόδους ή καινούργια μέσα εξασφάλισης
από πυρκαγιά, κ.λπ. Συχνά ορισμένες δραστηριότητες διευκολύνονται από τη
γενικότερη μέριμνα (που δείχνει η Πολιτεία) για δημιουργία προϋποθέσεων που να
αποσοβούν ή μετριάζουν τους κινδύνους από πυρκαγιά, όπως συμβαίνει με τη
διαμερισματοποίηση των κτιρίων (κατάτμηση σε πυροδιαμερίσματα).
Κεντρική ιδέα όλων αυτών των επιδιώξεων είναι η καλλίτερη δυνατή απόδοση των
συνθετικών συνδυασμών των διεργασιών πυρασφάλειας που καθορίζουν συγκεκριμένες
ιδιομορφίες π.χ. δομικών κατασκευών.
Η πυρασφάλεια κτιρίων επιτυγχάνεται είτε με προληπτικά μέτρα (πρόληψη ανάφλεξης
υλικών), ή, στην περίπτωση που συμβεί πυρκαγιά, με κατάλληλη αντιμετώπιση των
επιδράσεων της φωτιάς την οποία πρέπει να υπόσχεται ο κτιριακός σχεδιασμός .
Η πρόληψη πυρκαγιάς πραγματοποιείται με διαχωρισμό των εναυσματικών μέσων (πηγών)
από τα υλικά που μπορούν να αναφλέγουν. Αν και αυτή η τακτική αποδίδει πολύ στην
πράξη, σύμφωνα με τα δεδομένα της διεθνούς εμπειρίας: η πυρασφάλεια δε μπορεί να
βασίζεται, ολοκληρωτικά, στην πρόληψη πυρκαγιών. Το γεγονός αυτό δικαιολογείται
αν ληφθεί υπόψη ότι τα άτομα (άνθρωποι) που είναι υπεύθυνα για την πρόληψη
πυρκαγιάς δεν είναι υπεύθυνα για τον κτιριακό σχεδιασμό. Στον πίνακα (7)
δίνονται πληροφορίες για τα στοιχεία που υπεισέρχονται στην πυρασφάλεια, όταν το
θέμα εξετάζεται στα πλαίσια της πρόληψης πυρκαγιάς.
Ο πίνακας είναι χρήσιμος, επίσης, για πληροφόρηση σχετικά με την αντιμετώπιση
έκτακτης ανάγκης λόγω πυρκαγιάς. Η όλη επισκόπηση επιδιώκει να τονισθεί η
σημασία έγκαιρης λήψης των αποφάσεων εκείνων την υπευθυνότητα για τις οποίες
έχουν αποκλειστικά οι ιδιοκτήτες ή/και οι ένοικοι κτιρίων.
1.
Εναυσματικές πηγές
— Συσκευές και διατάξεις
— Ανθρώπινα ατυχήματα
— Βανδαλισμοί και εμπρησμοί
2. Υλικά που μπορούν να αναφλέγουν
— Καύσιμα (συμπεριλαμβανομένων των αποθηκευμένων)
— Διανομές (και διασκορπίσματα) καυσίμων
— Σκουπίδια (ορισμένα οικιακά απορρίμματα, κ.λπ.)
3. Ετοιμότητα μέσων και προϋποθέσεων έκτακτης ανάγκης
— Αντίληψη και κατανόηση (συναίσθηση κινδύνων)
— Σχέδια δράσης
— Εξοπλισμός
— Συντήρήση/διάθεση χειροκίνητα μέσα, εγχειρίδια κ.λπ. |
Πίνακας 7.
Πληροφοριακά Στοιχεία για Πρόληψη Πυρκαγιών και Αντιμετώπιση Κινδύνων Φωτιάς.
Σε περίπτωση
πυρκαγιάς, η αντιμετώπιση των επιδράσεων της φωτιάς εξαρτάται από τον κτιριακό
σχεδιασμό και τα χαρακτηριστικά της δομής που επηρεάζουν την πυραντοχή των
κτιρίων. Σχετικές πληροφορίες δίνει ο Πίνακας (8). Τα δεδομένα του πίνακα αυτού
αφορούν τον προβληματισμό των αρμοδίων (Δημοσίων Φορέων ή Ιδιωτών Μελετητών) για
επίτευξη της επιζητούμενης πυρασφάλειας.
1.
Διάδοση πυρκαγιάς
— Καύσιμα και διανομή, κατασκευαστικές λεπτομέρειες, κ.λπ.
2. Κίνηση καπνού και αερίων καύσης
— Παραγωγή, παροχή αέρα (φυσική, τεχνητή), έλεγχος, προστασία κατοίκων /ενοίκων
(έξοδοι) κ.λπ.
3. Ανίχνευση, Συναγερμός, Επικοινωνία
— Ενεργοποίηση, σήμανση, συστήματα (ένδο)συνεννόησης κ.λπ.
4. Κίνηση ανθρώπων
— Κατοίκων/ενοίκων (οριζόντια, κάθετη· έλεγχος)
— Πυροσβεστών (οριζόντια, κάθετη· έλεγχος)
5. Συστήματα πυρανίχνευσης
— Αυτόματα, χειροκίνητα, ειδικά
6. Διαδικασίες πυρόσβεσης
— Πρόσβαση, διάσωση, κατάσβεση (εξοπλισμός, διεργασίες), προστασία (από
κατάρρευση κτιρίων) κ.λπ.
7. Δομή
— Δομικές κατασκευές (από πλευράς πυρασφάλειας), διαμερισματοποίηση κ.λπ.
8. Χωροθετικός - Χωροταξικός Σχεδιασμός
— Προστασία από φωτιές (κτιριακή έκθεση σε πυρκαγιές)· προστασία με
διευκολύνσεις για την Πυροσβεστική Υπηρεσία
— Ευκολίες (παροχή νερού, προσβάσεις κ.λπ.)
— Κυκλοφοριακά προβλήματα κ.λπ. |
Πίνακας 8.
Στοιχεία Σχεδιασμού Κτιρίων που Επηρεάζουν την Πυρασφάλεια τους .
Με γνώμονα το γενικότερο (κοινωνικοοικονομικό) συμφέρον ο κτιριακός σχεδιασμός
αποτελεί μία επιταγή για την εκπλήρωση της οποίας δεν πρέπει ν' αγνοούνται
ορισμένες — βασικές — παράμετροι όταν επιδιώκεται παροχή αριστοποιημένων
υπηρεσιών για την επίτευξη πυρασφάλειας. Για το ζήτημα, χρήσιμες πληροφορίες
δίνει ο πίνακας (9) όπου «απομονώνονται» τα απλοποιημένα λογικά σχήματα, που
υπάρχουν στους δύο προηγούμενους πίνακες (7), (8) και τα οποία επιτρέπουν
προβληματισμό για ολοκληρωμένες εκτιμήσεις.
1.
Ασφάλεια ζωής
— Τοξικά αέρια· καπνός· διάδοση πυρκαγιάς
2. Δομικές ικανότητες
— Μετάδοση πυρκαγιάς
— Δομική αντοχή (σταθερότητα)
3. Συνέχιση λειτουργιών
— Δομική ακεραιότητα |
Πίνακας 9.
Προβληματισμός για τη Πυροπροστασία των Κατασκευών .
ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΓΙΑ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑ.
Περιορισμός
Κινδύνων Πυρκαγιών Κτιρίων.
Η πυρκαγιά — σύμφωνα με την πείρα που έχει αποκτηθεί —μπορεί να προξενήσει
τρομερές καταστροφές και ν' αποδειχθεί ότι σε διάφορες περιπτώσεις εξαπλώνεται
γρήγορα κι ανεμπόδιστα επειδή μεγάλοι χώροι κτιρίων, εγκαταστάσεων γενικά, καθώς
και βιομηχανικών και βιοτεχνικών δομικών κατασκευών είναι ενιαίοι ή γιατί μεταξύ
των χώρων αυτών (ακόμη και σε διαφόρους ορόφους του ίδιου κτιρίου) δεν υπάρχουν
πλήρη (σωστά) προστατευόμενα διαχωρίσματα, όπως συμβαίνει όταν τα διαχωρίσματα
αυτά έχουν ελεύθερα ανοίγματα, απροστάτευτα περάσματα καλωδιώσεων, σωληνώσεων
κ.ά.
Οι βασικοί παράγοντες για τον περιορισμό του αριθμού των θυμάτων και των υλικών
ζημιών από πυρκαγιά είναι:
α) η έγκαιρη ανίχνευση και ειδοποίηση, με κατάλληλα συστήματα εντοπισμού και
αναγγελίας πυρκαγιάς.
β) ο περιορισμός της ταχύτητας διάδοσης πυρκαγιάς με την κατάλληλη κατάσβεση (από
χρονική άποψη και χρήση πυροσβεστικών μέσων —προϋποθέσεις που πρέπει να
ικανοποιούνται και όταν η καταστολή πυρκαγιάς επιδιώκεται με αυτόματα συστήματα
καταιονισμού) και τον διαχωρισμό των χώρων μεταξύ τους με στοιχεία από υλικά
πυράντοχα
γ) η εξασφάλιση οδών διαφυγής για την απομάκρυνση των εντός των κτιρίων
ευρισκομένων ανθρώπων, που είναι ο κύριος σκοπός, άλλωστε, των διατάξεων
πυροπροστασίας που περιέχουν διάφοροι Κανονισμοί, νομοθετικές ρυθμίσεις κ.λπ.
Για την ανίχνευση, αναγγελία και κατάσβεση πυρκαγιών θα επανέλθουμε.
Ευθύς αμέσως, η συζήτηση συνεχίζεται για τη διαμερισματοποίηση των χώρων από
πλευράς πυρασφάλειας και την εξασφάλιση οδών διαφυγής.
Πυροδιαμερίσματα.
Διαμερισματοποίηση χώρων (κτιρίων), όπως το αντικείμενο εξετάζεται εδώ, σημαίνει
όχι μόνο κατάτμηση των κτιρίων σε τμήματα αλλά και πλήρη διαχωρισμό των τμημάτων
αυτών μεταξύ τους με διαχωριστικά στοιχεία που αντέχουν στη φωτιά για χρονικό
διάστημα που προκαθορίζεται ανάλογα με την προβλεπόμενη χρήση του κτιρίου και
την αναμενόμενη διάρκεια πυρκαγιάς. Τα διαμερίσματα που διαμορφώνονται κατ' αυτό
τον τρόπο (πυροδιαμερισματοποίηση) λέγονται πυροδιαμερίσματα.
Στις μελετημένες —με σύγχρονα κριτήρια πυρασφάλειας— κατασκευές τα
πυροδιαμερίσματα πρέπει να διαχωρίζονται μεταξύ τους με τοίχους και να έχουν
δάπεδα από υλικά πυράντοχα.
Η ανάγκη αξιοποίησης υλικών πυραντόχων είναι εξαιρετικά μεγάλη σε εργασιακούς
κ.λπ. παρεμφερείς χώρους, όπου τα περάσματα καλωδίων, σωληνώσεων κ.λπ. πρέπει
επίσης να πυροπροστατεύονται από πυροφραγμούς από κατάλληλα υλικά . Παράλληλα,
τα κατακόρυφα και οριζόντια ανοίγματα διαμερισματοποιημένων χώρων πρέπει να
κλείνουν με θύρες πυ-ρασφαλείς, κατασκευασμένες δηλαδή με υλικά πυράντοχα.
Η διαπίστωση ότι διάφορα υλικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πυράντοχα είναι
δυνατή όταν εργαστηριακά ελεγχθεί η ικανότητα τους αντίστασης στη φωτιά υπό την
έννοια ότι έτσι χαρακτηρίζεται το χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα υλικά
προσβαλλόμενα από φωτιά με τυποποιημένους όρους εκπληρώνουν ορισμένες συνθήκες.
Για να μη χρειάζεται, όμως, κάθε φορά να γίνεται δοκιμασία (προς εξοικονόμηση
χρόνου και χρήματος), οι οικοδομικοί Κανονισμοί και τα σχετικά Πρότυπα περιέχουν
τύπους κατασκευών που αναγνωρίζεται ότι παρέχουν δεδομένη αντίσταση στη φωτιά,
χωρίς να απαιτείται δοκιμασία τους .
Υπογραμμίζονται ότι:
Α' Εκτός από τη μέριμνα για διαχωριστικά στοιχεία που να εξασφαλίζουν την, από
πλευράς πυρασφάλειας, διαμερισματοποίηση χώρων, σε πολυόροφα κτίρια επιβάλλεται:
α) τα στοιχεία που βρίσκονται μέσα στα πυροδιαμερίσματα να μπορούν να
παραλαμβάνουν φορτία (δυνάμεις) για τον προσδιοριζόμενο (στις διερευνήσεις που
αφορούν την αντοχή στη φωτιά) χρόνο, προκειμένου να μη απειληθεί με κατάρρευση
το υπερκείμενο τμήμα της οικοδομής, και
β) η φέρουσα κατασκευή (σκελετός, μπετόν, σιδηροκατασκευές) να έχει αντοχή στη
φωτιά μεγαλύτερη από την απαιτούμενη για στοιχεία που εδράζονται σ' αυτή τη
κατασκευή.
Β' Δύο παράμετροι είναι καθοριστικές για την κατάτμηση ενός κτιρίου σε
πυροδιαμερίσματα:
— ο προορισμός του κτιρίου και — ο όγκος του
γιατί το επιτρεπόμενο μέγεθος κάθε πυροδιαμερίσματος εξαρτάται από τη χρήση του
κτιρίου και τον αριθμό των ορόφων του.
Τελικά, οποιαδήποτε μελέτη διαμερισματοποίησης (πυροδιαμερισματο-ποίησης)
κτιρίων προϋποθέτει εκτιμήσεις, κριτήρια για τις οποίες αναφέρονται στη συνέχεια
(π.χ. για τις οδούς διαφυγής).
Οδοί Διαφυγής
Οδός διαφυγής σημαίνει έξοδο κινδύνου. Σε διάφορες μελέτες, Κανονισμούς και
διατάξεις δίνεται ακριβέστερα το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου, όταν —πιστεύεται
ότι— η σχετική διερεύνηση είναι αναγκαία για τη συναγωγή χρησίμων συμπερασμάτων.
Έτσι, π.χ. έξοδοι διαφυγής ή κινδύνου «ενοούνται όλοι οι ελεύθεροι δρόμοι
διαφυγής προς χώρους ασφαλείς οι οποίοι δύνανται να είναι διάδρομοι, περάσματα,
κλιμακοστάσια και προθάλαμοι» . Για την περίπτωση αιθουσών συγκέντρωσης κοινού
καθορίζεται ότι «δια του όρου έξοδοι κινδύνου νοούνται θύραι οι οποίαι
οδηγούν απ' ευθείας έξω του κτιρίου εις ασφαλή ελεύθερον χώρον ή κοινόχρηστον
οδόν ή εις οιανδήποτε προστατευομένην οδόν διαφυγής».
Κάθε πυροδιαμέρισμα πρέπει να έχει δικές του εξόδους κινδύνου. Η θέση των εξόδων
αυτών αποφασίζεται με βάση τις λειτουργίες που θα πραγματοποιούνται στο
πυροδιαμέρισμα (είδος εγκαταστάσεων, τυχόν χρήση επικινδύνων υλών κ.λπ.) και τη
συνεργασία του με τους λοιπούς χώρους του κτιρίου στο οποίο ανήκει. Η «γνωριμία»
των διαδικασιών οι οποίες προβλέπονται να διεξάγονται στο πυροδιαμέρισμα (από
τις οποίες —σε τελική ανάλυση— εξαρτάται ο αριθμός των χρηστών του), είναι
βασική προϋπόθεση για να μελετηθούν το πλήθος, το πλάτος και οι σημάνσεις
που πρέπει να έχουν οι έξοδοι κινδύνου του πυροδιαμερίσματος, π.χ.οι
λειτουργικές απαιτήσεις σε κτίρια (όπως υπεραγορές, ξενοδοχεία, αποθήκες κ.λπ.)
μπορεί να προτρέπουν στη δημιουργία δύο οδών διαφυγής και, μάλιστα, σε θέσεις
διαμετρικά αντίθετες.
Το επίπεδο ασφάλειας, όμως, των πυροδιαμερισμάτων κάθε κτιρίου — σύγχρονης
κατασκευής— επηρεάζεται όχι μόνο από το μέγεθος τους (στον καθορισμό του οποίου
επεμβαίνουν ορισμένες παράμετροι ) και τις προμνημονευόμενες εξόδους κινδύνου,
αλλά και από την απόσταση την οποία θα διανύσουν οι εντός των πυροδιαμερισμάτων
ευρισκόμενοι για να φθάσουν τις πυροπροστατευόμενες οδούς διαφυγής αν χρειασθεί.
Το μήκος της διαδρομής αυτής, η οποία ονομάζεται πρόσβαση διαφυγής, καθορίζεται
με κριτήριο τον βαθμό εξοικείωσης των ενοίκων με το κτίριο.
Ως σύγχρονη κατασκευή θεωρείται εκείνη της οποίας οι χώροι έχουν μελετηθεί να:
α) διαχωρίζονται μεταξύ τους με τοίχους και δάπεδα από υλικά πυράντοχα
β) έχουν
πυρασφαλείς θύρες για το κλείσιμο των ανοιγμάτων τους (βλ. Πίνακα 11)
γ) εξασφαλίζουν προϋποθέσεις που ν' αποκλείουν πυρκαγιά και τα «παρελκόμενά»
της (όπως μετάδοση της πυρκαγιάς) όταν λειτουργούν ηλεκτρικές κ.λπ.
εγκαταστάσεις οι οποίες δεν αποκλείουν τη μείωση της πυρασφάλειας —προϋποθέσεις
που είναι εφικτές με αξιοποίηση σύγχρονης τεχνολογίας π.χ. κατάλληλες
καλωδιώσεις (βλ. Πίνακα 12) κατασκευή πυροφραγμών κατά μήκος των οδεύσεων
καλωδιώσεων—σωληνώσεων κ.λπ. από υλικά πυράντοχα (βλ. Πίνακα 12) και
δ) διαθέτουν φωτεινές ενδείξεις κ.λπ. παρόμοιες διατάξεις, απαραίτητες για να
μην προκληθεί πανικός ή παρεμφερές πρόβλημα (π.χ. σύγχυση) και κατά συνέπεια να
επιτευχθεί ομαλή πρόσβαση διαφυγής (βλ. Πίνακα 13).
Η «πρόσβαση διαφυγής» μπορεί ν' αναφερθεί και αλλοιώτικα π.χ. στην πυροσβεστική
διάταξη , που ισχύει στην Ελλάδα για την πυροπροστασία αιθουσών συγκέντρωσης
κοινού, χρησιμοποιείται ο όρος «όδευση διαφυγής» που υποδηλώνει «μία συνεχή,
ασφαλή και άνευ εμποδίων πορεία προς την έξοδο εξ' οιουδήποτε σημείου κτιρίου
προς μίαν κοινόχρηστον οδόν ή ασφαλή χώρον». Στις οδεύσεις διαφυγής
περιλαμβάνονται περάσματα, προθάλαμοι, κλιμακοστάσια και κυλιόμενες κλίμακες (σκάλες).
Αντίθετα, όπως σημειώθηκε ήδη, οι ανελκυστήρες δεν λογίζονται ως έξοδοι.
Αν η πορεία δεν είναι —έτσι— προγραμματισμένη έχουμε «φυσική όδευση»· όδευση «δυσμενή»
για το «χρόνο αντίδρασης» του ανθρώπου (χρόνο που μεσολαβεί από την εκδήλωση
πυρκαγιάς μέχρι τη στιγμή της άφιξης του ατόμου σε κοινόχρηστη οδό ή ασφαλή χώρο).
Η φυσική (τυχαία) όδευση χαρακτηρίζεται και από το γεγονός ότι σ' αυτή δεν
εφαρμόζονται ορισμένα μέτρα τεχνικά, ειδικότερα. Ένα μεγάλης σπουδαιότητας
τέτοιο μέτρο είναι η τοποθέτηση εξαεριστήρων αποκάπνωσης στις οδούς διαφυγής, οι
οποίοι λειτουργούν αυτόματα στη διεργασία της πυρκαγιάς.
Για άντληση, παραπέρα, πληροφοριών αναφορικά με την πυροπροστασία α) αιθουσών
συγκέντρωσης κοινού β) μεγάλων εμπορικών καταστημάτων γ) ξενοδοχειακών
καταλυμάτων και δ) βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων και των αποθηκών
τους γίνεται παραπομπή στους Πίνακες (14), (15).
Το γενικό συμπέρασμα που βγαίνει από όσα προεκθέτονται είναι ότι, σε μεγάλο
βαθμό, το επίπεδο ασφάλειας των κτιρίων στα οποία επιζητείται
πυροδιαμερισματοποίηση εξαρτάται από την τεχνική που
επιλέγεται προκειμένου, με τη κατάτμηση τους σε πυροδιαμερίσματα,
να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι σ' αυτά.
Δομικά
Στοιχεία |
Υλικά |
Περιορισμοί |
Παρατηρήσεις |
Εξωτερικοί τοίχοι και στέγες |
Άκαυστα |
Οροφή
3ου ή υψηλότερου ορόφου: από πλάκα σκυροδέματος (μπετόν) |
Ζώνη
πλάτους 2 μ. μεταξύ παραθύρων γειτονικών κατά την οριζόντια έννοια
πυροδιαμερισμάτων είναι αναγκαία για να αποφευχθεί μετάδοση πυρκαγιάς.
Για πρόληψη μετάδοσης πυρκαγιάς από όροφο σε όροφο επιβάλλεται τέτοια
ζώνη στον εξωτερικό επίσης τοίχο αλλά μόνο στα ανώφλια των χώρων με
αυξημένους κινδύνους. Η αντοχή στη φωτιά της ζώνης σε όλες τις
περιπτώσεις πρέπει να είναι η ίδια με εκείνη του τοίχου μεταξύ των
πυροδιαμερισμάτων. |
Εσωτερικοί τοίχοι |
Υλικά
άκαυστα που να ικανοποιούν οπωσδήποτε τον περιορισμό που αναγράφεται στη
διπλανή στήλη του πίνακα αυτού. |
Διαχωριστικοί τοίχοι πυροδιαμε-ρισμάτων ή τοίχοι μεταξύ κτιρίων
εφαπτόμενων (στο συνεχές οικοδομικό σύστημα) πρέπει να έχουν αντίσταση
σε φωτιά δύο ωρών. |
|
Δάπεδα (φέρουσα
κατασκευή χωρίς επιχρίσεις δαπέδων) — κοινώς: πατώματα |
|
Τα
πατώματα σε κάθε όροφο, πρέπει να έχουν την ίδια ικανότητα αντίστασης
στη φωτιά με εκείνη που διαθέτει η φέρουσα κατασκευή κά- θε ορόφου |
Συνοπτικά και με δεδομένα από τις πηγές πληροφοριών του πίνακα: η
απαίτηση αντίστασης στη φωτιά πατωμάτων — φέρουσας κατασκευής κυμαίνεται
από 0,5 ώρ. (ισόγειες ή υπέργειες κατοικίες) ή 1 ώρα (υπόγειες κατοικίες)
μέχρι 2 ώρ. (ισόγειοι ή υπέργειοι χώροι πωλήσεων) ή 4 ώρ. (υπόγειοι
όροφοι χώρων πωλήσεων) ανάλογα α) με τον προορισμό του κτιρίου — όπως
αναφέρεται και παρενθεσιακά πιο πριν β) τον αριθμό των ορόφων του και γ)
το ύψος κάθε ορόφου. |
Κρεμαστές οροφές (από άποψη πυροπροστασίας, με κατάλληλες τέτοιες οροφές
είναι δυνατό Va ενισχύεται η αντοχή στη φωτιά των πατωμάτων) |
Ακαυστα |
Οι
διαχωριστικοί τοίχοι πυροδια-μερισμάτων δεν πρέπει να σταματούν στο
επίπεδο κρεμαστών οροφών αλλά να συνεχίζονται μέχρι την κατασκευή του
πατώματος |
Αν στο
διάκενο οροφής-πατώματος υπάρχουν αναφλέξιμα υλικά, γίνεται κατάτμηση
του με εσωτερικά διαφράγματα (αντοχής στη φωτιά επί 1/2 ώρα — με την
προϋπόθεση ότι η οροφή είναι άκαυστη) σε επιφάνειες εμβαδού μικρότερου
των 100 τ.μ. (πλευράς το πολύ 20 μ.) |
Πίνακας 10.
Πληροφόρηση για τα δομικά στοιχεία που περικλείουν τα πυροδιαμερίσματα
Χαρακτηριστικά θυρών |
Απαιτήσεις/Διευκρινίσεις |
Πυραντίσταση.
Παρατηρήσεις |
α)
Βασικές Λειτουργικές Ανάγκες
— Καθυστέρηση μετάδοσης της φωτιάς
— Ασφάλεια διαφυγής ανθρώπων |
|
|
β)
Ταξινομήσεις
Έχουν προταθεί διάφορες κατατάξεις θυρών, π.χ.
— ανάλογα με την πυραντίσταση (πυραντοχή επί ορισμένο χρονικό διάστημα,
όπως 3, 1 '/£ 1, % ώρ.)
— με βάση τα ανοίγματα, που με τη σειρά τους εξαρτώνται από τα
χαρακτηριστικά (χαρακτήρα/είδος - τοποθεσία) των τοίχων που φέρουν τις
θύρες. Σύμφωνα με ορισμένες τυποποιήσεις - π.χ. - τα ανοίγματα
αυτά είναι: |
|
|
Κλάσης Α
Κλάσης Β
Κλάσης C Κλάσης D
Κλάσης Ε και F |
—
Εξασφάλιση της προϋπόθεσης σε ώρα ανάγκης και στην πυρόσβεση
— Εξασφάλιση του επιβαλλόμενου βαθμού πυραντίστασης στο πέρασμα της
φωτιάς.
Ανοίγματα σε διαχωριστικούς τοίχους, τοίχους πυροδιαμερισμάτων Ανοίγματα
για κάθετη επικοινωνία - π.χ. . κλιμακοστάσια, ανελκυστήρες (οι
κυλιόμενες σκάλες πρέπει να κλείνουν αυτόματα σε περίπτωση πυρκαγιάς).
Ανοίγματα διαδρόμων ή χωρίσματα - μεσότοιχοι δωματίων
Ανοίγματα σε εξωτερικούς τοίχους, που είναι υποκείμενοι σε σοβαρή έκθεση
στη φωτιά, απ' έξω1
Ανοίγματα σε εσωτερικούς τοίχους, που είναι υποκείμενοι σε μέτρια ή
μικρή έκθεση στη φωτιά (αντίστοιχα), απ' έξω1 ': Απ' έξω = Εξωτερικά (προς
το κτίριο) |
πυραντοχή
θυρών 3 ωρ
πυρ/χή θυρών Ι ωρ ή 1 1/2
πυραντοχή
θυρών 3/4 ωρ
πυραντοχή θυρών 1 1/2 ωρ
πυραντοχή
θυρών 3/4 ωρ
|
γ) Τύποι
θυρών
Εφαρμόζονται διάφοροι τύποι θυρών
'π.χ. |
|
|
—Σύνθετες
—Κούφιες
—«Ντυμένες»
— Ολόσωμες Μεταλλικές (Μονοκόμματες)
— Χαλύβδινες
— Επικασσιτερωμένες
|
Θύρες —
«πρόσωπο» (στην ίδια επιφάνεια με τους τοίχους), που έχουν κατάλληλα
χημικώς επεξεργασμένο πυρήνα, περιβαλλόμενο από χάλυβα. Χαλύβδινες θύρες
(συχνά θύρες «πρόσωπο» δηλ. στο ίδιο επίπεδο με τους τοίχους) Μεταλλικές
θύρες («πρόσωπο» — στο ίδιο επίπεδο με τους τοίχους), που έχουν δηλαδή
κάποιο πυρήνα, π.χ. από ξύλο, δικτύωμα ή πλαίσιο από σιδηρό-βεργες,
καλυμένο με χάλυβα. Είναι μεταλλικές (χαλύβδινες) θύρες, αναδιπλούμενες,
πτυσσόμενες, ή σε «αλφαδιά» («μέτωπο» — στο ίδιο επίπεδο) με τον τοίχο,
ή διαχωριστικές Χαλύβδινες, ή χαλυβδοθωρακισμένες, θύρες Θύρες με πυρήνα
(από τρία φύλλα ξύλο π.χ.) που καλύπτεται από γαλβανισμένο χάλυβδο. |
Το άριστο
αποτέλεσμα είναι: εξασφάλιση πυραντοχής — παρεμπόδιση εξάπλωσης καπνού
και καυσαερίων όχι μόνο στο πρώτο στάδιο ανάπτυξης της πυρκαγιάς. Έτσι,
κλείστρα, υαλοπίνακες, φατνώματα, «κάσες», «φύλλα» θυρών μηχανισμοί
κύλισης, συστήματα εξάρτησης κ.λπ. (για αναδιπλούμενες, εξωτερικές,
εσωτερικές κ.λπ. θύρες) πρέπει να έχουν, επίσης, ικανοποιητική πυραντοχή
και τις επιθυμητές ιδιότητες εξασφάλισης από καπνό. Επειδή η θύρα (για
την ανάσχεση του καπνού και της φωτιάς) πρέπει να μένει κλειστή (με
εξαίρεση τη στιγμή χρησιμοποίησης, σε ώρα ανάγκης), εφαρμόζονται ειδικοί
μηχανισμοί κλεισίματος, που λειτουργούν είτε αυτόματα ή όταν η
θερμοκρασία υπερβεί ένα προκαθορισμένο θερμοκρασιακό όριο. Σε διεθνές
επίπεδο: οι πυράντοχες θύρες είναι ένα πρόβλημα που με-λετιέται ακόμα γι'
αυτό απαιτείται ιδιαίτερη μελετητική προσπάθεια σε ό,τι αφορά το
σχεδιασμό και τη λειτουργία τους. |
Πίνακας 11.
Πυρασφαλείς θύρες
Μέριμνα
Πυρασφάλειας |
Υλικό ή/και
Τεχνοτροπία |
Σκοπός |
Παρατηρήσεις/Επεξηγήσεις |
Α' σε
καλωδιώσεις |
Χρήση
ειδικών καλωδίων |
Μόνωση
PVC με προσθήκη οξειδίων αντιμονίου |
Να μη
μεταδίδεται η φωτιά κατά τη λειτουργία καλωδιώσεων |
|
Επάλειψη
συνήθων καλωδίων |
Ειδικά
αντιπυρικά επιχρίσματα (π.χ. ρητίνες με βάση φορμαλδεΰδες και
φωσφορικό αμμώνιο) |
Παρεμπόδιση μετάδοσης πυρκαγιάς σε καλωδιώσεις |
|
Τοποθέτηση μονωτικών ταινιών |
Εφαρμογή*
στο καλώδιο (απευθείας πάνω στον αγωγό ή πάνω στο μονωτικό στρώμα
επικάλυψης του) ειδικής μονωτικής ταινίας (για να μη μεταδίδεται φλόγα) |
Δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας των καλωδίων, για ώρες, σε φωτιά
θερμοκρασίας πάνω από 1000°C |
* Η
τεχνική αυτή καθώς και οι τεχνικές των 2 προηγούμενων περιπτώσεων
ενδιαφέρουν εξαιρετικά και όταν υπάρχουν α) κτιριακές κατασκευές με
ψευδοροφές πάνω από τις οποίες όροφοι ολόκληροι αποτελούν ενιαίους
χώρους ή β) προεκτάσεις καλωδίων σωληνώσεων, κατά πλάτος και «καθ' ύψος»
σε εργασιακούς χώρους. |
Β' σε
σωληνώσεις |
Χρήση
ειδικών παραπετασμάτων σε ανοίγματα διαχωρισμάτων κτιριακών που είναι
απροστάτευτα περάσματα σωληνώσεων |
Παραπετάσματα** από ύφασμα αμιάντου (το οποίο εφαρμόζει πολύ καλά στα
τοιχώματα και τις σωληνώσεις) που φράζει το άνοιγμα. |
Προστασία μεγάλων ανοιγμάτων (πυροδιαμερισμάτων) μέσα από τα οποία
περνούν σωληνώσεις, κ.ά. |
** Η
σχετική μνεία έχει ενδεικτικό χαρακτήρα |
Πίνακας 12.
Πυραντοχή Καλωδιώσεων και Σωληνώσεων Κτιρίων — Προϋποθέσεις και Στόχοι
Φωτεινά
ή /και Ηχητικά Συστήματα |
Απαραίτητα Στοιχεία |
Αναγραφή
και Σύμβολο |
Ιδιαιτερότητα Χρωματισμού |
Φωτισμός |
Βασική
Απαίτηση |
Φωτεινή
Σήμανση(προς υπόδειξη των εξόδων κινδύνου) |
Πινακίδες |
ΕΞΟΔΟΣ
και βέλος που προσδιορίζει την κατεύθυνση προς την έξοδο |
Έντονο
χρώμα που να είναι σε
αντίθεση με το λοιπό (εργοστασιακό ή απλώς
«κτιριακό») περιβάλλον |
Λαμπτήρες ηλ. ισχύος όχι μικρότερης των 4 Watts (σε κάθε
πινακίδα). Τροφοδότηση από το ηλ. δίκτυο
της πόλης. |
Ύπαρξη
εφεδρικής πηγής που σε περίπτωση διακοπής του
γενικού δικτύου να συνεχίζει αυτομάτως
(μέσα σε 10 δευτερόλεπτα) την
τροφοδότηση της
πινακίδας προκειμένου η φωτεινή
σήμανση να εξακολουθεί για αρκετό διάστημα
(π.χ. Ι ώρα, τολιγότερο) να λειτουργεί κανονικά |
Φωτισμός
Δρόμων Διαφυγής |
Φωτιστικά στοιχεία με διάταξη που η βλάβη ενός
στοιχείου να μη αφήνει σκοτεινή
περιοχή |
|
|
Συνεχής
τεχνητός. Απόδοση φωτεινότητας: 0,5 Lux
μετρούμενη στο δάπεδο |
Ύπαρξη
εφεδρικής πηγής για
παροχή ηλ. ρεύματος κατ' αναλογία με όσα
προμνημονεύονται
|
Σήμα
Ειδοποίησης με φωτεινά και ηχητικά μέσα |
Φωτεινά
και ηχητικά μέσα ειδοποίησης για αντιμετώπιση των κινδύνων |
|
Ανάλογα
της περίπτωσης* σταθερά ή διακοπτόμενα φωτεινά σήματα (συχνά ερυθρού
χρώματος) για ορισμένο χρόνο |
|
* Σε
χώρους κτιρίων με μεγάλο κίνδυνο πρέπει να
υπάρχει αυτόματο και χειροκίνητο σύστημα ανίχνευσης πυρκαγιάς
|
Μεγαφωνικό Σύστημα |
Μεγάφωνα
για παροχή οδηγιών |
|
|
|
|
Σήμα
Συναγερμού |
Στοιχεία
για διακοπτόμενη ή συνεχή ήχηση και φωτεινή σήμανση |
|
|
|
Ήπιος
συναγερμός για να μη δημιουργείται πανικός |
Πίνακας 13. Μέσα
για να γίνει «όδευση διαφυγής»
Χαρακτηρισμός |
Αριθμός
Εξόδων Κινδύνου και Σχετικές Απαιτήσεις |
Λειτουργικότητα |
Εξαιρέσεις |
Παρατηρήσεις |
Κατηγορία |
Χωρητικότητα Ατόμων |
Α |
50-200 |
2 προς
κοινόχρηστη οδό (ή θύρες προς διάδρομο ή άλλους χώρους που να οδηγούν
από διαφορετικές κατευθύνσεις σε 2 ανεξάρτητες οδούς διαφυγής)
|
Οι αίθουσες
μπορεί να λειτουργούν σε ορόφους πυραντόχων κτιρίων, υποκειμένους των
ορόφων των κυρίων εξόδων, μόνον
εφόσον, οι αίθουσες αυτές και οι οδεύσεις διαφυγής απ' αυτές
μέχρι της κυρίας εξόδου του κτιρίου διαθέτουν πλήρες αυτόματο
σύστημα καταιονισμού νερού
(Sprinkler). |
Αυτόματο
σύστημα δεν επιβάλλεται όταν οι αίθουσες επικοινωνούν
απευθείας μ' ελεύθερο χώρο που προσφέρει ασφαλή διαφυγή στο κοινό
|
Οι έξοδοι
κινδύνου πρέπει «να ευρίσκονται μακράν αλλήλων
και η. μια εξ αυτών εις αντίθετον πλευράν» (σύμφωνα με τη
νομοθεσία). |
Β
|
200-1000 |
2 μακριά
η μία απ' την άλλη (αν ο αριθμός των ατόμων
υπερβαίνει τα 600 άτομα, απαιτούνται 3 τουλάχιστον έξοδοι κινδύνου) |
Γ
|
1000 και
άνω |
3 και
επιπλέον: μία έξοδος κινδύνου για κάθε 300 άτομα
(ή κλάσμα τους).Πάντως επιβάλλεται οι έξοδοι κινδύνου να βρίσκονται
σε τέτοιες θέσεις που η απόσταση από κάθε σημείο του
κτιρίου ή αίθουσας συγκέντρωσης προς την πλησιέστερη έξοδο
διαφυγής να μη υπερβαίνει τα 45 μ. Αν υπάρχει πλήρης κάλυψη από αυτόματο
σύστημα καταιονισμού με νερό (Spnikler) η απόσταση αυτή μπορεί να είναι
60 μ.
|
Πίνακας 14.
Δεδομένα για την Πυροπροστασία Αιθουσών Συγκέντρωσης Κοινού .
Χαρακτηρισμός |
Αριθμός
Εξόδων Κινδύνου και Σχετικές Απαιτήσεις |
Λειτουργικότητα |
Εξαιρέσεις |
Παρατηρήσεις |
Μεγάλα
Εμπορικά Καταστήματα θεωρούνται τα καταστήματα πωλήσεων που
α) έχουν άσχετα από τον αριθμό ορόφων συνολικό μικτό εμβαδό δαπέδου
μεγαλύτερο από 2.500 τ.μ. β) διαθέτουν, ανεξάρτητα του μικτού εμβαδού
δαπέδου, αίθουσες πωλήσεων σε τρεις τουλάχιστο ορόφους
συμπεριλαμβανομένων του ισογείου και υπογείου, γ) ανήκουν σε
συγκροτήματα ανεξαρτήτων καταστημάτων που δεν διαχωρίζονται μεταξύ τους
με τοίχους πυραντοχής και βρίσκονται στο ίδιο κτίριο ή σε κτίρια
εφαπτόμενα τα οποία έχουν τα χαρακτηριστικά που αναγράφονται πιο πριν
στις παρ. α) και β) |
Ο αριθμός των εξόδων κινδύνου προσδιορίζονται από το είδος των
καταστημάτων και καθορίζεται στη μελέτη, που συντάσσεται από τους
Μηχανικούς (όπως η Νομοθεσία προβλέπει) —μελέτη που υποβάλλεται τελικά
για έγκριση στις αρμόδιες Αρχές. Πάντως επιβάλλεται οι έξοδοι κινδύνου
να βρίσκονται σε τέτοιες θέσεις που η απόσταση από κάθε σημείο του
κτιρίου προς την πλησιέστερη έξοδο διαφυγής να μη υπερβαίνει τα 30 μ,
οριζοντίως. Σε κάθε σημείο του κτιρίου πρέπει να υπάρχουν για το κοινό
δύο (2) τουλάχιστο διαφορετικοί δρόμοι διαφυγής. Προς αποφυγή
εγκλωβισμού κ.λπ., σε καμία περίπτωση επιτρέπεται δρόμος διαφυγής να
διέρχεται μέσω αποχωρητηρίου, λουτρού ή άλλου δωματίου. Όλη η επιφάνεια
που χρησιμοποιείται ως δρόμος διαφυγής προς εξόδους κινδύνου πρέπει να
προστατεύεται με αυτόματο σύστημα «σπρινκλερ» και να είναι διαχωρισμένη
από τους λοιπούς χώρους με χωρίσματα πυραντοχής τουλάχιστο μιας ώρας.
|
Οι αίθουσες πωλήσεων των μεγάλων καταστημάτων μπορεί να λειτουργούν σε
διάφορους ορόφους (βλ. 1η στήλη του πίνακα). Στη λειτουργικότητα των
καταστημάτων εμπλέκεται η αυγκέντρώοη κοινού σ' αυτά. |
|
*Επεξηγείται ότι εξώστης (πατάρι) ή μεσόροφος
εμβαδού μεγαλύτερος του 1/2 υποκείμενου χώρου θεωρείται ως αυτοτελής
όροφος.
**Λεπτομερέστερα: από το πλήθος των ατόμων που θα
υπάρχουν στα καταστήματα. |
Πίνακας 15.
Δεδομένα για την Πυροπροστασία Μεγάλων Εμπορικών Καταστημάτων
και τους Αποδοτικούς χώρους
Χαρακτηρισμός |
Αριθμός
Εξόδων Κινδύνου και Σχετικές Απαιτήσεις |
Λειτουργικότητα |
Εξαιρέσεις |
Παρατηρήσεις |
Ξενοδοχειακά Καταλύματα θεωρούνται: — όλοι οι στεγασμένοι χώροι όπου
προορίζονται για διαμονή ή διανυκτέρευση κοινού, όπως:
Ξενοδοχεία,
Ξενώνες,
Πανδοχεία,
Μοτέλ,
Ορφανοτροφεία, κλπ. |
Ο αριθμός των εξόδων κινδύνου αποτελεί θέμα μελέτης την οποία εκπονούν
οι Μηχανικοί (όπως η Νομοθεσία προβλέπει) και η οποία υποβάλλεται τελικά
για έγκριση στις αρμόδιες Αρχές. Πάντως οι κτιριακές εγκαταστάσεις (με ή
χωρίς εστιατόρια) πρέπει να εξασφαλίζουν την «απρόσκοπτη, ταχεία και
ασφαλή έξοδο προσωπικού και κοινού σε περίπτωση κινδύνου και παρέχουν
αποτελεσματική προστασία (προσωπικού και κοινού)». Πολυόροφα ή κάτω των
τριών ορόφων αλλά μεγάλης επιφάνειας ξενοδοχειακά καταλύματα πρέπει να
διαθέτουν:
Ι.
Συνολικής επιφάνειας (των υπό του κοινού χρησιμοποιουμένων ορόφων) άνω
των 800 τ.μ.: α) Δύο τουλάχιστο κλίμακες διαφυγής ή εξόδους κινδύνου
ανταποκρινόμενες στον μέγιστο αριθμό ατόμων -προσωπικού και κοινού -
όπως ορίζει η υπ.' αριθ. 2 (Ελληνική) Πυροσβεστική Διάταξη β) Φωτισμό
ασφάλειας (που να μπορεί να λειτουργεί και σε περίπτωση διακοπής του ηλ.
ρεύματος του δικτύου)
γ) Συστήματα αυτόματης πυροανίχνευσης και αυτόματης κατάσβεσης στους
χώρους μεγάλου κινδύνου π.χ. λεβητοστάσια, μαγειρεία, αποθήκες
(τροφίμων, υγρών καυσίμων) κ.λπ.
δ) Υδροδοτικό Πυροσβεστικό δίκτυο ε) Σύστημα συναγερμού φωτεινών και
ηχητικών σημάτων (για ειδοποίηση κυρίως του προσωπικού πυρασφάλειας)
2.
Συνολικής επιφάνειας (των υπό του κοινού χρησιμοποιουμένων ορόφων) μέχρι
800 τ.μ.: α) Μία τουλάχιστο κλίμακα διαφυγής, κατ' αναλογία με όσα
προαναφέρονται (παρ. Ι/α) β) Φωτισμό ασφάλειας υδροδοτικό πυροδίκτυο και
σύστημα συναγερμού, όπως και για τα ξενοδοχειακά καταλύματα συνολικής
επιφάνειας άνω των 800 τ.μ. προβλέπεται.
Πάντως επιβάλλεται οι έξοδοι κινδύνου να βρίσκονται σε τέτοιες θέσεις
που η απόσταση κάθε σημείου του κτιρίου προς την πλησιέστερη έξοδο
διαφυγής να μη υπερβαίνει τα 30 μ. οριζοντίως. Επίσης, οι λοιπές
απαιτήσεις (δύο διαφορετικοί και αν είναι δυνατό διαμετρικά αντίθετοι
δρόμοι διαφυγής και διευθετήσεις για αποφυγή εγκλωβισμού) είναι όμοιες
με εκείνες των δύο τελευταίων παραγράφων που αφιερώνονται (στην ανάλογη
στήλη) στα «μεγάλα εμπορικά καταστήματα» (Πίνακας 15) |
Δεν απαγορεύεται εστιατόρια να λειτουργούν στους ορόφους των ξεν.
καταλυμάτων, όπου διεξάγονται (ή όχι) οι λοιπές λειτουργίες: διαμονή
η/και διανυκτέρευση κοινού. Όμως σε όλες τις περιπτώσεις οι διάδρομοι
διαφυγής πρέπει να καταλήγουν σε δημόσιο ελεύθερο χώρο ή ανοίγματα και
γενικά μέρη που να προσφέρουν ασφαλή παραμονή στο κοινό. Όλη η επιφάνεια
που χρησιμοποιείται ως δρόμος διαφυγής προς εξόδους κινδύνου πρέπει να
προστατεύεται από αυτόματο σύστημα Sprinkler και να είναι διαχωρισμένη
από τους άλλους χώρους με χωρίσματα πυραντοχής τουλάχιστο 2 ωρών. Στη
λειτουργικότητα των ξεν. καταλυμάτων εμπλέκεται η συγκέντρωση κοινού σ'
αυτή |
|
Όπως
είναι ευνόητο με τη λέξη «πρέπει» υπογραμμίζεται η σχετική υποχρέωση να
τηρούνται απαραιτήτως τα κατονομαζόμενα μέτρα, σύμφωνα άλλωστε και με
όσα επιτάσσουν οι για το αντικείμενο Πυροσβεστικές Διατάξεις |
Πίνακας 16.
Δεδομένα για την Πυροπροστασία Ξενοδοχειακών Καταλυμάτων
|