ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ  | ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ |  ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ISO |  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ  |  LINKS |  ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

 
 
Βιβλιοθήκη
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
ΔΟΧΕΙΩΝ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
ΔΟΚΙΜΕΣ ΚΑΤΑΣΒΕΣΤΙΚΗΣ
ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΩΝ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ
ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑΣΒΕΣΗΣ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΥΡΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ

 

Μετάδοση της φωτιάς μέσα στο κτίριο


Η οριζόντια και η κατακόρυφη μετάδοση των φλογών και των καυσαερίων μέσα σε ένα κτίριο στη διάρκεια μιας πυρκαγιάς απειλεί με ολική ή μερική καταστροφή την κατασκευή, τα περιεχόμενα της και τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των ατόμων που τυχαίνει να βρίσκονται μέσα. Οι αρχές ελέγχου της φωτιάς μέσα στο κτίριο θα πρέπει ν' αποτελούν προϋπόθεση για μια σωστή αρχιτεκτονική σύνθεση από τα αρχικά στάδια της μελέτης, γιατί κάθε απόπειρα μεταγενέστερης επέμβασης είναι αρκετά δύσκολη και σημαντικά δαπανηρότερη. Τα ανελαστικά δεδομένα μιας αρχιτεκτονικής σύνθεσης και τα βασικά κατασκευαστικά στοιχεία, διαμορφώνουν το είδος των μέτρων δομικής πυροπροστασίας, ενώ αντίστροφα τα τελευταία επιδρούν στην αρχιτεκτονική διαρρύθμιση και στις κατασκευαστικές λύσεις.
Περιγράφηκε σε προηγούμενα κεφάλαια η διαδικασία έναρξης και ανάπτυξης της φωτιάς μέσα σ' ένα πυροδιαμέρισμα. Στο σχήμα 25 φαίνεται, πως μία φωτιά ενός διαμερίσματος (Σχ. 25α), από μία ανοικτή πόρτα (Σχ. 25β), μπορεί να περάσει στο κλιμακοστάσιο (Σχ. 25γ) και να κατακλύσει ολόκληρο το κτίριο (Σχ. 25δ).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αρχές ελέγχου της φωτιάς - Διαμερισματοποίηση

Βασικά, όσο μεγαλύτερη είναν η επιφάνεια και ο όγκος ενός κτιρίου, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για τη ζωή και την περιουσία και τόσο δυσκολότερη είναι η ανακάλυψη και η καταπολέμηση μιας φωτιάς. Ο καλύτερος τρόπος ελέγχου της μετάδοσης της φωτιάς είναι η έγκαιρη ανακάλυψη και κατάσβεση της, πριν αναπτυχθεί. Αυτό βοηθιέται από εγκατάσταση μέτρων ενεργητικής πυροπροστασίας και κυρίως αυτόματων καταιονητή-ρων (sprinklers). Ανεξάρτητα όμως από την ύπαρξη ενός τέτοιου συστήματος, χρειάζονται δομικά μέτρα για να εμποδίσουν την εξάπλωση της φωτιάς.
Η πιο βασική και αποτελεσματική μέθοδος είναι η διαμερισματοποίη-ση, που συνίσταται στην οριζόντια και ή στην κατακόρυφη υποδιαίρεση του κτιρίου σε πυροδιαμερίσματα, δηλαδή σε χώρους που περικλείονται από τοίχους και πατώματα, που έχουν έναν προκαθορισμένο από Κανονισμούς βαθμό πυραντίστασης (Σχ. 26).

Οι Κανονισμοί Πυροπροστασίας Κτιρίων προδιαγράφουν μέγιστα επιτρεπόμενα μεγέθη διαμερισμάτων και ελάχιστες τιμές πυραντίστασης. Το . μέγεθος του πυροδιαμερίσματος εξαρτάται α) από το είδος χρήσης του κτιρίου, β) την πυραντίσταση της κατασκευής και των πυροδιαμερισμάτων και γ) το ύψος του κτιρίου. Αλλά πολλές φορές χρειάζεται να προβλεφθούν μικρότερες τιμές όγκου για πυροδιαμερίσματα και υψηλότεροι δείκτες πυραντίστασης για τα δομικά στοιχεία, για να μειωθούν οι ζημίες στην κατασκευή και τα περιεχόμενα. Αναγκαστικά στα κτίρια υπάρχουν ανοίγματα επικοινωνίας (πόρτες, διάδρομοι, κλιμακοστάσια κλπ.) ανοίγματα εξαερισμού, φωτισμού και διάφορα κενά ή κοιλότητες, για τα οποία ήδη έγινε λόγος. Αυτά αποτελούν σημεία διακοπής μιας τέλειας διαμερισματοποίησης και παίρνονται ειδικά μέτρα ώστε, και να εκπληρούν τη λειτουργική τους αποστολή και να μην καταργούν την έννοια της διαμερισματοποίησης.

Το κέλυφος του πυροδιαμερίσματος

Το πυροδιαμέρισμα είναι τις πιο πολλές φορές ένα υποσύνολο κτιρίου, αποτελούμενο από τοιχώματα με τα ανοίγματα και πατώματα με τα αντίστοιχα δάπεδα. Οι εξωτερικές τοιχοποιίες καθώς και οι επιστεγάσεις αποτελούν στοιχεία πυροδιαμερίσματος. Ξεχωριστά θ' αναφερθούμε στα εσωτερικά τελειώματα, αν και αποτελούν ουσιαστικά τμήματα τοιχωμάτων και πατωμάτων.

 

Τοιχώματα πυροδιαμερίσματος

Η απαιτούμενη πυραντίσταση για ένα τοίχωμα πυροδιαμερίσματος έχει συνήθως τιμή μεταξύ 2-3 ωρών έτσι ώστε, σε απουσία ή μη λειτουργία ενεργητικών συστημάτων πυροπροστασίας, να περιοριστεί η φωτιά μόνο στο πυροδιαμέρισμα. Για υψηλά κτίρια με μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας σε φωτιά, οι απαιτούμενες τιμές είναι μεγαλύτερες.
Στις φέρουσες τοιχοποιίες κριτήριο πυραντίστασης είναι η ευστάθεια, ενώ στις τοιχοποιίες πληρώσεως η θερμομονωτική ικανότητα. Όπως αναφέρθηκε, καλύτερη συμπεριφορά έχουν τα συμπαγή τούβλα, ενώ για ειδικές χρήσεις απαιτούνται πυρότουβλα Λυόμενα ή γενικότερα ελαφρά τοιχοπετά-σματα που χρησιμοποιούνται ευρύτατα στα σύγχρονα κτίρια, παρά τις πυρο-προστατευτικές τους επενδύσεις, δεν μπορούν να φθάσουν σε τέτοιο βαθμό πυραντίστασης για να αποτελέσουν τοιχώματα πυροδιαμερίσματος. Τα ανοίγματα των τοιχωμάτων πυροδιαμερισμάτων, που αφήνονται ή για την κυκλοφορία ατόμων ή για άλλες λειτουργικές ανάγκες, πρέπει να είναι όσο το δυνατό λιγότερα σε πλήθος, μικρής επιφάνειας και, όπου είναι αναγκαίο, πυροπροστατευμένα. Σε βασικής σημασίας για το κτίριο τοιχώματα διαμορφώνεται παραδοσιακά επέκταση, σε ύψος πάνω από την επιστέγαση και κατά μήκος προς το εξωτερικό του κτιρίου, για παρεμπόδιση της μετάδοσης της φωτιάς .
Ένα πάχος τοίχου οπτοπλινθοδομής 30 εκ. ή τοιχώματος σκυροδέματος 20 εκ., θεωρείται γενικά αποδεκτό (ASTM Ε199) σαν τμήμα του κελύφους πυροδιαμερίσματος. Σε χώρους ειδικών κινδύνων, όταν δεν είναι δυνατό να χωρισθούν με πυροδιαμέρισμα, τοποθετούνται συστήματα sprinklers. Οι απαιτήσεις πυραντίστασης τότε μειώνονται, αλλά ισχύουν γενικά οι αρχές των τοιχωμάτων πυροδιαμερίσματος.

Πατώματα - δάπεδα πυροδιαμερίσματος

Η δοκιμασία καθορισμού του δείκτη πυραντίστασης του συστήματος πάτωμα (οριζόντιος φέρων φορέας) - δάπεδο (σύνολο διαφόρων επιστρώσεων) γίνεται με προσβολή φωτιάς από τη μια πλευρά, συνήθως την κάτω. Τα πατώματα, εκτός από το βαθμό πυραντίστασης εξετάζονται και από την άποψη αναφλεξιμότητάς τους από κάποιο σπινθήρα, καθώς και από την αντίσταση τους στις καταστρεπτικές συνέπειες του νερού της πυρόσβεσης. Χρησιμοποιούνται από τη μία μεριά προστατευτικές επιστρώσεις, από την άλλη κατάλληλο υδροαποχετευτικό δίκτυο (ντρενάζ-υδρορρόες κλπ.).
Η πλάκα οπλισμένου σκυροδέματος είναι το πιο συνηθισμένο πάτωμα στα ελληνικά κτίρια. Αν δοθεί προσοχή, ώστε το πάχος επικάλυψης του σιδηρού οπλισμού να είναι τουλάχιστον 13-20 χιλ., η πυραντίσταση αυτών των πλακών μπορεί να φθάσει στις 2-3 ώρες. Υπάρχουν στην πράξη διάφορες σύνθετες διατομές , όπου τον καθοριστικό ρόλο για την πυραντίσταση παίζει το πάχος του σκυροδέματος της διατομής. Πατώματα με σκυρόδεμα από ελαφρά αδρανή ή κονίες, όπως θηραϊκή γη, ιπτάμενη τέφρα κλπ. παρουσιάζουν καλύτερη θερμική συμπεριφορά από τα συνηθισμένα πυκνά σκυροδέματα. Όσον αφορά τα πατώματα προεντεταμένου σκυροδέματος, απαιτείται ιδιαίτερη προστασία και προσοχή. Η επισκευή τους μετά από πυρκαγιά είναι αρκετά δυσκολότερη από αυτήν του οπλισμένου σκυροδέματος.

Η χρήση μεταλλικών πατωμάτων είναι αρκετά περιορισμένη στα ελληνικά κτίρια. Όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με σκυρόδεμα, απαραίτητη είναι η προστασία τους με φύλλα ή επιχρίσματα πυρίμαχων υλικών. Τα ξύλινα πατώματα είναι και αυτά σπάνια, ενώ τα ξύλινα δάπεδα είναι αρκετά διαδεδομένα. Η πυραντίσταση ξύλινων πατωμάτων κυμαίνεται μεταξύ '/2 και 1 ώρας, δημιουργώντας προβλήματα για τη συμμετοχή τους στην πυραντίσταση του κελύφους του πυροδιαμερίσματος.

Ανοίγματα πυροδιαμερίσματος

Επιδιώκεται η ελαχιστοποίηση τους και ως προς τον αριθμό και ως προς το μέγεθος, γιατί παρουσιάζουν σημαντικά μικρότερη πυραντίσταση από ένα συμπαγές τοίχωμα ή δάπεδο. Εκτός από τα ανοίγματα του εξωτερικού κελύφους του κτιρίου, για τα οποία έγινε λόγος, στο κέλυφος του πυροδιαμερίσματος συναντάμε κυρίως πόρτες (σπανιότερα παράθυρα), ανοίγματα διάβασης διαφόρων μεταφορικών συστημάτων καθώς και οπές για τα διάφορα συστήματα παροχέτευσης.

Πυράντοχο κούφωμα ονομάζεται εκείνο που έχει προκαθορισμένη πυραντίσταση ίση με την απαιτούμενη, για ν' αποτελεί στοιχείο του πυροδιαμερίσματος στο οποίο ανήκει. Κύρια αποστολή ενός πυράντοχου κουφώματος είναι, να περιορίσει την εξάπλωση της φωτιάς και να διευκολύνει τη διαφυγή των ατόμων. Χαρακτηριστική ιδιότητα του είναι ο βαθμός πυραντίστασης, που καθορίζεται από πρότυπη δοκιμασία στην οποία μπαίνει στο φούρνο με την κάσα του και σε συνθήκες στήριξης παρόμοιες με τη λειτουργία του στην κατασκευή. Ο βαθμός αυτός είναι ανάλογος με τη θέση του κουφώματος στο κτίριο. Ο Πίνακας 16 δίνει τις τιμές που απαιτούν οι Αμερικανικοί Κανονισμοί (ASTM - Ε162).
Ξύλινες πόρτες μπορεί να έχουν πυραντίσταση 1 ακόμη και 2 ωρών, αν κατασκευαστούν σύμφωνα με ορισμένες προδιαγραφές , κυρίως όσον αφορά την ανάρτηση τους, την επιφάνεια των τυχόν υπαρχόντων υαλοπινάκων και την προσθήκη διογκούμενων ταινιών, που καλύπτουν τα κενά μεταξύ κάσας-φύλλου, όταν αυξάνεται η θερμοκρασία.

 Οι μεταλλικές πόρτες παρουσιάζουν φυσικά μεγαλύτερη πυραντίσταση (εκτός από τις αλουμινίου), και όταν μπουν διπλές σ' ένα τοίχωμα μπορούν να φθάσουν μέχρι την τιμή των 3-4 ωρών .

 Τα πυράντοχα κουφώματα, όταν δε χρησιμοποιούνται, πρέπει να παραμένουν κλειστά. Αυτό γίνεται συνήθως με διάφορους μηχανισμούς αυτόματου κλεισίματος. Η τοποθέτηση του συνολικού κουφώματος (σιδηρικά ανάρτησης, κάσα, τζινέτια κλπ.) καθώς και η συντήρηση του έχουν αρκετή σημασία. Για τα κενά στο κατωκάσι των θυρών, απ' όπου μπορούν να περάσουν εύφλεκτα υγρά και αέρια καθώς και το νερό της κατάσβεσης, γίνεται μερικές φορές προσθήκη κατάλληλου επιστρώματος με κλίση (Σχ.
31). Τα διάφορα ανοίγματα είτε σε πατώματα είτε σε τοίχους για τη διέλευση μεταφορικών συστημάτων κυρίως σε βιομηχανικά κτίρια (Σχ. 32), αποτελούν σημεία, απ' όπου μπορεί να μεταδοθεί η φωτιά. Προστατεύονται είτε με συστήματα τεχνητής βροχής από υδροστόμια κατάλληλα τοποθετημένα, είτε με συρόμενα κουφώματα, ανάλογα με τη θέση και το μέγεθος

          

τους. Ανοίγματα αυτής της μορφής είναι και εκείνα των κλιμακοστασίων και των ανελκυστήρων. Παραδοσιακή μέθοδος πυροπροστασίας είναι η δημιουργία κατακόρυφων πυράντοχων φρεατίων (από μπετόν ή τοιχοποιία) με πυραντίσταση ίση με αυτήν των τοιχωμάτων του πυροδιαμερίσματος.
Στα σημεία επικοινωνίας με τους ορόφους τοποθετούνται πυράντοχες πόρτες που εξασφαλίζουν τη συνέχεια της πυραντίστασης.
Τέλος οι οπές και τα ανοίγματα για διέλευση των σωληνώσεων και καλωδιώσεων είναι λιγότερο επικίνδυνες στα τοιχώματα από εκείνες των πατωμάτων. Μεμονωμένες οπές διαμέτρου 1-1 lh ίντσας δεν απαιτούν ιδιαίτερα μέτρα. Για συγκεντρωμένες όμως σωληνώσεις ή σωληνώσεις μεγαλυτέρων διαμέτρων επιβάλλεται, είτε ο εγκλωβισμός τους σε αγωγούς οριζόντιους ή κατακόρυφους με πυραντίσταση ίση τουλάχιστο με αυτήν του δομικού στοιχείου του πυροδιαμερίσματος, είτε τοπικά σφραγίσματα με δυσανάφλεκτα υλικά .
Σε σωληνώσεις συστημάτων τεχνητού εξαερισμού, που είναι συνήθως μεγαλυτέρων διατομών αχό λεπτά μεταλλικά φύλλα ή πλαστικές και καταρρέουν σύντομα μετά την έναρξη της πυρκαγιάς, απαιτείται πρόβλεψη ειδικών μεταλλικών πυροφραγμών που κλείνουν αυτόματα το άνοιγμα.

Εσωτερικά τελειώματα

Η αποτελεσματικότητα του πυροδιαμερίσματος στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πυρκαγιός εξαρτάται ακόμη από τη φύση και τα θερμικά χαρακτηριστικά των διαφόρων επιστρώσεων των εσωτερικών επιφανειών, που ονομάζονται γενικά «εσωτερικά τελειώματα». Τα υλικά αυτά, που βρίσκονται σε άμεση επαφή με τους τοίχους, τα δάπεδα και τις οροφές και
αποτελούν την εκτειθέμενη στη φωτιά εσωτερική επιφάνεια, συμμετέχουν
στην εξέλιξη της φωτιάς, αν και δεν επηρεάζουν άμεσα το βαθμό πυραντίστασης των δομικών στοιχείων.
Τα εσωτερικά τελειώματα επιλέγονται με κριτήρια αισθητικής, θερμομόνωσης, ηχομόνωσης ή ανθεκτικότητας στην καθημερινή φθορά. Από τη
σκοπιά της πυροπροστασίας τρία είναι τα κύρια κριτήρια επιλογής:
α) Η ταχύτητα επιφανειακής εξάπλωσης της φλόγας. Είναι το κύριο
χαρακτηριστικό των τελειωμάτων και μετριέται σε πρότυπες δοκιμασίες.
Στρώσεις με μεγάλες τιμές ταχύτητας εξάπλωσης διαδίδουν γρήγορα τη
φωτιά και σε άλλους χώρους.
β) Η πρόσθετη ποσότητα καυσίμου με την οποία τροφοδοτείται η φωτιά από τα εσωτερικά τελειώματα. Μετά από το πρώτο στάδιο της πυρκαγιάς, αν οι εσωτερικές επενδύσεις έχουν την ιδιότητα ν' απορροφούν και
να κρατούν τη θερμότητα (υψηλή θερμική αδράνεια kpc), τότε επιβραδύνουν το χρονικό σημείο καθολικής ανάφλεξης (flash-point) (Σχ. 34). Ανάλογα με
τη θερμαντική ικανότητα τους αυξομειώνεται και το πυροθερμικό φορτίο
του χώρου, σύμφωνα με τον ορισμό του τελευταίου.
γ) Η ποσότητα, των καυσαερίων που παράγεται κατά την καύση των
εσωτερικών τελειωμάτων. Έχει ήδη αναφερθεί η επίδραση των τοξικών και πυκνών καυσαερίων στη διαφυγή των ενοίκων. Στη δοκιμασία της επιφανειακής εξάπλωσης της φλόγας μετριούνται συνήθως και οι ποσότητες των

τοξικών καυσαερίων καθώς και η οπτική τους πυκνότητα.
Η συμπεριφορά των εσωτερικών τελειωμάτων απέναντι στη φωτιά εξαρτάται επίσης από διάφορες κατασκευαστικές λεπτομέρειες όπως, τον τρόπο στερέωσης, τον αριθμό και το πάχος των στρώσεων, το είδος της
κονίας κ.α. Υλικά με χαμηλή αναφλεξιμότητα που βελτιώνουν την αντίσταση τους είναι η γύψος, ο περλίτης, ο βερμικιουλίτης, ο πετροβάμβακας, το αμιαντοτσιμέντο κ.α. Από την άλλη μεριά, εύφλεκτα υλικά που χρησιμο-
ποιούνται συνήθως σε σύνθετα συμπιεσμένα στοιχεία όπως ο ξυλοβάμβακας, ο φελλός, τα αφρώδη πλαστικά κ.α., χρειάζονται ειδική προσοχή.
Για τη χρήση και τις ιδιότητες των πλαστικών έχει ήδη γίνει αναφορά. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι, με διάφορα χημικά ή μηχανικά πρόσθετα προσδίδονται οι επιδιωκόμενες ιδιότητες μόνωσης, ανθεκτικότητας και πυ-
ραντοχής. Η δοκιμασία τέτοιων χημικών συνθέσεων απέναντι σε φωτιά πρέπει να γίνεται κάτω από συνθήκες εξομοιούμενες με αυτές της χρήσης τους, γιατί σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να έχουμε εντελώς λαθεμένα
ευνοϊκά αποτελέσματα. Τα μικρής πυκνότητας αφρώδη πλαστικά (πολυστερίνη, πολυουρεθάνη κ.α.) ενισχύονται με πρόσθετα πυρανασχετικά, που μειώνουν την ταχύτητα επιφανειακής εξάπλωσης των φλογών. Έτσι, παρόλο
που καταστρέφονται εύκολα από τη φωτιά, δεν προκαλούν σοβαρή φθορά στην κατασκευή.
Η χρήση των εσωτερικών ξυλεπενδύσεων πρέπει να γίνεται με φειδώ και αφού διαποτισθεί η επιφάνεια τους με ειδικά πυρανασχετικά υγρά. Μερικές φορές όμως είναι απαραίτητη η προστασία των ξυλεπενδύσεων με sprin-
klers.
Τέλος η χρήση ειδικών πυρανασχετικών χρωμάτων γίνεται σε επιφάνειες με εύφλεκτα υποστρώματα. Τα χρώματα αυτά διατηρούν τις ιδιότητες των κοινών χρωμάτων, αλλά σε περίπτωση φωτιάς διογκούμενα σχηματί-
ζουν προστατευτική στρώση που μειώνει την ταχύτητα εξάπλωσης της φλόγας και καθυστερεί την ανάφλεξη. Πάντως είναι προτιμότερο να μειώνονται, όσο είναι δυνατό, οι εύφλεκτες στρώσεις, γιατί η λειτουργία αυτών
των ειδικών χρωμάτων είναι περιορισμένης εμβέλειας για χώρους με μικρή επικινδυνότητα.

Εξαερισμός των κτιρίων

Η διαμερισματοποίηση είναι ένα μέτρο κοινά αναγνωρισμένο για τον περιορισμό της φωτιάς και του καπνού στο χώρο της αρχικής εκδήλωσης τους. Μερικές φορές όμως, λόγοι πρακτικοί και οικονομικοί δεν επιτρέπουν την εφαρμογή της, έτσι ώστε να προσφεύγουμε σε άλλες μεθόδους αντιμετώπισης κυρίως του καπνού. Μία από αυτές είναι ο εξαερισμός, δηλαδή «η σχεδιασμένη και συστηματική διευθέτηση της κίνησης του καπνικού μίγματος με σκοπό τον έλεγχο και την τελική απομάκρυνση του από το κτίριο».
Αντικειμενικοί στόχοι αυτού του ελέγχου είναι η διατήρηση των οδεύσεων διαφυγής καθαρών από καπνούς, η διατήρηση μιας καθαρής ατμόσφαιρας για τη διευκόλυνση της πυροσβεστικής επέμβασης, αλλά και η προστασία των δομικών στοιχείων από τα θερμά καυσαέρια.

Εξαερισμός μεγάλων μονορόφων κτιρίων

Αναφερθήκαμε ήδη στην κίνηση του «πλουμίου» σ' ένα κλειστό χώρο και στο σχηματισμό ενός στρώματος καπνού κάτω από την οροφή (Σχ. 6).
Αν προβλέψουμε διεξόδους (εξαεριστήρες) στην οροφή (Σχ. 35), το ύψος y του καθαρού στρώματος μπορεί να διατηρηθεί σε επιθυμητά επίπεδα με τις κατάλληλες προϋποθέσεις.
Αυτή η πρακτική έχει σημασία σε μονόροφα κτίρια με αίθουσες μεγάλης επιφάνειας (βιομηχανικά κτίρια κλπ.), όπου δεν είναι πάντοτε εφικτή η διαμερισματοποίηση. Το απαιτούμενο εμβαδόν των εξαεριστήρων, καθώς και τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά κατακόρυφων πετασμάτων στην οροφή, έχουν υπολογισθεί μετά από θεωρητικές και πειραματικές έρευνες. Τα πετά-
σματα αυτά περιορίζουν τα καυσαέρια σ' ένα τμήμα μόνο της μεγάλης αίθουσας (είναι μια μορφή διαμερισματοποίησης της οροφής). Οι εξαεριστήρες μπορεί να είναι μεμονωμένοι με χειροκίνητα ή αυτόματα ανοιγόμενα καλύματα (Σχ. 36α) ή με μορφή συνεχών αεραγωγών-φωταγωγών κατά πλάτος της επιστέγασης (Σχ. 36β)
Γενικά, θεωρούνται πιο αποτελεσματικοί περισσότεροι σε πλήθος μικροί εξαεριστήρες, ομοιόμορφα κατανεμημένοι, από λιγότερους μεγαλύτερου εμβαδού ανομοιόμορφα τοποθετημένους. Οι εξαεριστήρες δεν τοποθετούνται σε στέγες με μεγάλη κλίση προς την πλευρά προσβολής ενός δυνα-

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

του ανέμου, για ν' αποφευχθεί η αναστροφή του καπνού προς το εσωτερικό του κτιρίου. Σε περίπτωση που στο κτίριο υπάρχει σύστημα καταιονητήρων (sprinklers), το σύστημα εξαεριστήρων εξακολουθεί να ενεργεί, αλλά υπάρχει κίνδυνος, αν ενεργοποιηθεί πρώτο, να κρατήσει χαμηλά τη θερμοκρασία με αποτέλεσμα να μην ανοίξουν οι καταιονητήρες.

Εξαερισμός υπογείων

Οι δυνατότητες εξαερισμοί των υπογείων χώρων καθώς και κτιρίων χωρίς εξωτερικά κουφώματα είναι αρκετά περιορισμένες. Απαιτούνται επομένως ανοίγματα, που θα λειτουργήσουν σαν εξαεριστήρες, είτε με αυτοματισμό είτε με θραύση από τους πυροσβέστες. Τα ανοίγματα εξαερισμού τοποθετούνται στην οροφή, έξω από την περίμετρο του κτιρίου, ενώ άλλα
ανοίγματα εισαγωγής καθαρού αέρα τοποθετούνται στο δάπεδο του υπογείου (Σχ. 37).

Σε κτίρια χωρίς εξωτερικά κουφώματα δημιουργείται κατακόρυφος αεραγωγός απαγωγής καυσαερίων, με τον οποίο συνδέεται ξεχωριστά το σύστημα εξαερισμού κάθε ορόφου.

Εξαερισμός πολυορόφων κτιρίων

Ο εξαερισμός πολυορόφων κτιρίων γίνεται με φυσικό τρόπο (άνωση καπνικού μίγματος) από ανοίγματα των οροφών σε κάθε πάτωμα, τα οποία συγκεντρώνουν τον καπνό σ' ένα κατακόρυφο αγωγό (συνήθως στον υπάρχοντα φωταγωγό). Παίρνεται συγχρόνως πρόνοια δημιουργίας ανοιγμάτων εισαγωγής καθαρού ατμοσφαιρικού αέρα από χαμηλότερα ανοίγματα.
Τα κλιμακοστάσια, όπως και οι διάφορες κατακόρυφες σωληνώσεις, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν απαγωγείς καυσαερίων. Ιδιαίτερα τα κλιμακοστάσια, που αποτελούν κύριες οδεύσεις διαφυγής, είναι σκόπιμο ή να τοποθετούνται στην περίμετρο της κάτοψης με μόνιμα ανοίγματα εξαερισμού ή σε αναγκαστική τοποθέτηση στο εσωτερικό του κτιρίου, να υπάρχει
πρόβλεψη ιδιαίτερου κατακόρυφου αγωγού .  Τα σύγχρονα συστήματα μηχανικού εξαερισμού (air conditioning), γενικά θεωρείται ότι υποβοηθούν τη μετάδοση του καπνού στο κτίριο σε περίπτωση πυρκαγιάς. Γιαυτό πρέπει να σχεδιάζονται προσεκτικά και να
απομονώνονται, όπου είναι δυνατό. Τελευταία έχουν μελετηθεί ειδικά αυτόματα συστήματα δήμιουργίας διαφοράς πιέσεων, που συντελούν στην παρεμπόδιση της εισροής του καπνού μέσα στο κλιμακοστάσιο ή στην αναστροφή μιας δυσμενούς διεύθυνσης του εξωτερικού ανέμου.

 

 

 

 

 
© 2004 Fire Security |  Privacy Policy  | IΩΝΙΑΣ & ΝΙΚΑΣ ΧΑΜΟΜΗΛΟΣ ΑΧΑΡΝΑΙ Τ.Κ. 13671 2461971-2401083-2464823