ΠΥΡΑΣΦΑΛΙΣΗ
Η πυρασφάλιση, όπως και κάθε ασφάλιση , υπάρχει όταν εκπληρώνονται οι όροι που
θέτει η σύμβαση. Οι όροι αυτοί είναι ποικίλοι
και μπορούν να διακριθούν ως εξής: α) στο γεγονός, που θεμελιώνει την
ααξίωση για παροχή και δεν πρέπει να διαφεύγει ότι είναι
τυχαίο, β) την
παροχή (εξυπηρέτηση), που είναι καθορισμένη για κάθε περίπτωση και γ)
την εισφορά, (τίμημα) που έχει ορισθεί για το πυρασφαλιστήριο. Λεπτομερέστερα, έχουμε — αντίστοιχα — κινδύνους (ασφαλιστικές περιπτώσεις) που
ο ασφαλιζόμενος ορίζει, σύμφωνα με το νόμο, το ασφαλιζόμενο ποσό (παροχή) και το ασφάλιστρο (αντιπαροχή του ασφαλιζόμενου, που αυτός πρέπει να
καταβάλει στον ασφαλιστή ή τον Φορέα - Εταιρία, για ορισμένη
χρονική διάρκεια. Σχετικά, το «τιμολόγιο ασφάλισης πυρός» της Ένωσης
Ασφαλιστικών Εταιρειών και της Ένωσης Ασφαλιστών Ελλάδος απαγορεύει η χρονική, αυτή, διάρκεια να είναι μεγαλύτερη των δύο ετών, με ελάχιστες
εξαιρέσεις — αριθ. 13, Γεν. Διατάξεων του μνημονευόμενου Τιμολογίου — π.χ. προκειμένου περί οικιών ή διαμερισμάτων με ενυπόθηκο δάνειο, στο
χρόνο που διαρκεί η δανειακή επιβάρυνση και υπό την προϋπόθεση ότι η ασφάλιση συνάπτεται στο όνομα του ιδιοκτήτη με δανειστή το
Ταχ. Ταμιευτήριο ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, κ.λπ.).
Η πυρασφαλιστική σύμβαση (πυρασφαλιστήριο) δεν πρέπει να είναι αδύνατη ή
αόριστη. Η απαίτηση αυτή δεν μπορεί να παραβλεφθεί από τους
συμβαλλόμενους. Κατ' επέκταση, η κατάρτιση της σύμβασης απαιτεί και
ικανότητα και γνώσεις από μέρους της Ασφαλιστικής Εταιρίας ή του εκπροσώπου της σχετικά με την πυρασφάλεια.
ΠΥΡΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΟ
Η πυρασφαλιστική σχέση συνάπτεται με την αποδοχή της «πρότασης
για πυρασφάλιση» του πυρασφαλιζόμενου από τον ασφαλιστή, η οποία αποδεικνύεται με το πυρασφαλιστήριο που ο ασφαλιστής «εκδίδει». Όπως
συνάγεται , στο πυρασφαλιστήριο καθορίζονται — λεπτομερειακά
— οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμβαλλομένων.
Στην πυρασφάλιση — όπως και
στις άλλες ασφαλίσεις — το γεγονός που θεμελιώνει αξίωση
για παροχή πρέπει να είναι τυχαίο (να μην έχει
προκληθεί «εκουσίως» από τον ασφαλιζόμενο). Με τις σύγχρονες απόψεις,
το πυρασφαλιστήριο είναι μία αντιπαροχή μαθηματικά υπολογισμένη ως
προς την παροχή. Στατιστικά δεδομένα πυρκαγιών και παρατηρήσεις φαινομένων
φωτιάς που έγιναν με επιστημονικό τρόπο, απέδειξαν ότι είναι δυνατός ο προσδιορισμός της πιθανότητας επανεμφάνισης τους. Η επιστημονική
ανάλυση, σχετικά με τις παραμέτρους των πυρκαγιών, δίνει τη δυνατότητα να καθορίζονται οι παροχές του ασφαλιστή και οι αντιπαροχές του
πυρασφαλιζόμενου.
Συνοπτικά, η πυρασφάλιση είναι (εν μέρει) τυχερή σύμβαση, βασιζόμενη στο νόμο
των πιθανοτήτων (και άλλων μαθηματικών υπολογισμών) που
ενέχει το στοιχείο της αμοιβαιότητας και δημιουργεί μία «κοινωνία κινδύνου», η
οποία με τη σειρά της διέπει τη λειτουργία των πυρασφαλίσεων σε
ό,τι αφορά την ασφαλιστική κάλυψη και τον υπολογισμό της εισφοράς του
ασφαλισμένου (πυρασφάλιστρο).
Η λειτουργία των πυρασφαλίσεων έχει αξιοπιστία μόνο όταν ληφθούν
υπόψη (από τους συμβαλλόμενους με το πυρασφαλιστήριο) τα ποικίλα κριτήρια της επιστήμης της φωτιάς . Η λογική αυτή χαρακτηρίζει τις δραστηριότητες
διαφόρων Διεθνών Οργανισμών, Υπηρεσιών, Φορέων κ.λπ., π.χ. FOC
(Fire Offices' Committee - Foreign - London), CEA (Comite Europeen des
Assurances) κ.ά., που επεκτείνονται και στις τιμολογήσεις των πυρασφαλίσεων. Βασική επιδίωξη είναι, πάντα, η μεταβίβαση (με καταβολή ορισμένου
χρηματικού ποσού/πυρασφαλίστρου) σε μία ομάδα (ανθρώπων, που εκθέτονται στους ίδιους κινδύνους: πυρκαγιά) των οικονομικών συνεπειών
που είναι πιθανό να υποστεί κάθε άτομο ή περιουσιακό στοιχείο (π.χ. πλοίο
— ειδικοί όροι στο ναυτασφαλιστήριο) από την επέλευση τυχαίου γεγονότος που
οφείλεται στη διαφοροποίηση των ιδιοτήτων και κατά συνέπεια τη
συμπεριφορά των βιολογικών, φυσικών κ.λπ. συστημάτων, λόγω ανάπτυξης
υψηλών θερμοκρασιών (ανάφλεξη, αυτανάφλεξη). Στις πυρασφαλίσεις, δεν
αγνοείται ότι, συχνά, υπεισέρχονται ορισμένες μεταβλητές μεγάλης σπουδαιότητας
για την τιμολόγηση, π.χ. αυξομειώσεις αποθηκευομένων αγαθών,
επιδεκτικές διερευνήσεων με μοντέρνες μεθοδολογίες. Για παράδειγμα, η
πρόβλεψη αποθεμάτων προσφέρεται για συγκεκριμενοποίηση των απαιτήσεων που ενδιαφέρουν το θέμα. Παράλληλα, η (εξαιρετικής σημασίας για
τις αποθηκεύσεις) ευχέρεια που είναι δυνατό να έχει ο πυρασφαλιζόμενος
να αυξάνει το ασφαλιζόμενο ποσό αγαθών, δηλαδή το ανώτατο όριο ευθύνης της
Ασφαλιστικής Εταιρίας, ύστερα από προειδοποίηση του (Declaration Policy), του επιτρέπει να κινείται με την αναγκαία «άνεση» στο
παραγωγικό
(βιομηχανικό, εμπορικό, λιμενικό κ.λπ.) κύκλωμα όπου ασχολείται.
Τέλος, η τεχνολογία, π.χ. εφαρμογή αυτομάτων συστημάτων πυροπροστασίας
και η τεχνογνωσία (ασυμβιβαστικότητα εκρηκτικών, βιομηχανικών
πρώτων υλών, ανάγκη πυροδιαμερισματοποίησης, τήρησης ορισμένων
διευθετήσεων, όπως ύψους γαιανθρακοσωρών μέχρι 4 μ. που είναι μία από
τις βασικές προϋποθέσεις αποφυγής αυτανάφλεξης τους, εκτίμηση κινδύνων σε
απλούς: Α.Κ., βιομηχανικούς: Β.Κ., ειδικούς: Ε.Κ., κ.λπ.) δίνουν τα
απαραίτητα στοιχεία για τις πυρασφαλίσεις — διατύπωση ειδικών όρων
τιμολόγησης (ειδικά τιμολογημένοι κίνδυνοι: ΕΤΚ), εκπτώσεις πυρασφαλίστρων κ.λπ.
Κατά συνέπεια, στη σύνταξη πυρασφαλιστηρίων πρέπει να λαμβάνονται
υπόψη πολλοί παράγοντες. Δικαιολογημένα λοιπόν επιζητείται — γενικά
— η ανάγκη αυτή να αντιμετωπίζεται με επιτυχία. Τα δεδομένα, μάλιστα,
που υπάρχουν (διατάξεις για την ασφαλιστική κατάταξη του κινδύνου: τοποθεσία, κατασκευή οικοδομής, συνυπάρχοντες κίνδυνοι, κατάταξη πόλεων
και περιοχών της Ελλάδας σε κατηγορίες, κατηγορίες ασφαλίστρων με
στατιστική κωδικοποίηση του C.E.A. — τυποποίηση κινδύνων: ΑΚ, ΒΚ
και ΕΚ — προσδιορισμός ασφαλίστρου για κάθε κίνδυνο, όροι που πρέπει
οπωσδήποτε να τηρούνται προκειμένου να μην υπάρχουν παραβάσεις,
κ.λπ.) είναι δυνατό να αποτελέσουν ένα μεγάλο «φάσμα πληροφοριών»
και για άλλες δραστηριότητες, όπου απαιτούνται γενικές, τεχνικές κ.λπ.
γνώσεις καθώς και εναρμονισμός σε Κανονιστικές Διατάξεις,
για
να συντελεσθεί υπεύθυνο έργο, π.χ. όπως επιβάλλεται στις πραγματογνωμοσύνες.
ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΕΣ
Η μελέτη της επιστήμης της φωτιάς (Fire Science) δίνει το γνωστικό
υπόβαθρο που επιτρέπει, σε εκείνον που επιδιώκει την ανάλυση και ερμήνευση των πυρκαγιών, να κάνει εκτιμήσεις και συμπερασματικές κρίσεις για τις
ζημιές που η φωτιά προκαλεί. Βέβαια, σε οποιαδήποτε περίπτωση πρέπει να
ερευνάται κάθε ενδεχόμενο, να εξετάζονται οι ιδιομορφίες
της, να επιχειρείται διαγνωστική όλων των παραγόντων που
συνετέλεσαν στο κακό ή τον περιορισμό του.
Η πραγματογνωμοσύνη, που χρειάζεται ύστερα από μία πυρκαγιά, συνιστά μία
διεργασία που, ανεξάρτητα αν περιορίζεται στην εξέταση ορισμένου πράγματος ή αφορά τη διερεύνηση δεδομένης κατάστασης (για τη διαμόρφωση της
οποίας ευθύνεται η φωτιά), πρέπει — οπωσδήποτε — να διεξάγεται από ειδικούς, οι
οποίοι επιβάλλεται να διατυπώνουν εγγράφως τις απόψεις τους (να γνωματεύουν
σχετικά).
Πάρα πολλές φορές, ύστερα από πυρκαγιά, τα προβλήματα είναι έντονα
και η πραγματογνωμοσύνη διατάσσεται από Δικαστήριο ή κάποια Δημόσια
Αρχή, ή γίνεται αυτεπάγγελτα ή με αίτηση των διαδίκων και πετυχαίνει
τους στόχους της με την πραγματογνωσία (: γνώση των πραγμάτων). Η αποκρυστάλλωση γνώμης παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες στις μεγάλες
πυρκαγιές· (μεγάλη πυρκαγιά θεωρείται εκείνη που οι άμεσες ζημιές της
υπερβαίνουν ένα ανώτατο προκαθορισμένο χρηματικό όριο) , στις περιπτώσεις
ειδικών κινδύνων (π.χ. γαιανθρακοσωροί, λούνα -παρκ, ξύλα ),
σε πυροκαταστροφές μεταφορικών μέσων, π.χ. πλοίων (από διαρροές
εμπορευμάτων, αναμίξεις υλών, αλληλεπίδραση επικινδύνων φορτίων, έκλυση
θερμότητας, παρανοήσεις για τους επιβαλλόμενους χειρισμούς ύστερα από τη
δημιουργία ορισμένων προϋποθέσεων — ενδεικτικά: α) απαέρωσης κυτών, β) οδηγιών πιστοποιητικού απαλλαγής αερίων/gas free certificate
κ.λπ.).
Κοντολογίς, η διερεύνηση οποιουδήποτε περιστατικού πυρκαγιάς
προϋποθέτει γνώσεις, απαιτεί εμπειρία και επιβάλλει την προσφυγή σε βιβλιογραφικές κ.λπ. κατάλληλες πηγές πληροφοριών π.χ. Κώδικες Ταξινόμησης
Κινδύνων (όπου η διεθνής εμπειρία επιτρέπει την υιοθέτηση ορισμένων συντελεστών), Ινστιτούτα, Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Κέντρα Ερευνών
κ.λπ.
ΠΟΛΥΠΛΕΥΡΙΣΜΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ
Πλουραλισμός του Γνωστικού Υπόβαθρου
Δεδομένου ότι η πυρκαγιά (άσχετα με την κατηγορία της και ανεξάρτητα του
μεγέθους της) αποτελεί ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, οι πραγματογνωμοσύνες που πρέπει να γίνουν για καθορισμό των αιτίων της και προσδιορισμό
της έκτασης των ζημιών δεν «μπαίνουν σε καλούπια» με την έννοια «συνταγολογίου».
' Έχοντας υπόψη το μεγάλο φάσμα των σχετικών θεμάτων που καλύπτει ο
όρος «πυρασφάλεια», μπορεί να σημειωθεί ότι κάθε πραγματογνωμοσύνη,
που αποφασίζεται για να διαπιστωθούν οι, από την υποβάθμιση της, συνέπειες,
καταγραφούν οι, λόγω πυρκαγιάς, ζημιές και εκτιμηθεί η έκταση
τους, παρουσιάζει δυσκολίες. Οι δυσκολίες αυτές χαρακτηρίζονται από αρκετές
«ιδιαιτερότητες», επειδή στις πυρκαγιές εμπλέκονται ποικίλοι παράγοντες. Το αντικείμενο, λοιπόν, οποιασδήποτε (επιβαλλόμενης μετά από
πυρκαγιά) πραγματογνωμοσύνης είναι — κατά κανόνα — πολύπλευρο και
δεν μπορεί να γίνει λόγος για ενισμό (singularismus - προσπάθεια «αναγωγής των
πάντων» σε μία αρχή και αιτία). Αντίθετα, η διεξαγωγή τέτοιας
πραγματογνωμοσύνης είναι δυνατό να επιχειρηθεί με την αξιοποίηση ποικίλων
γνώσεων, ή, με άλλη έκφραση, όταν το γνωστικό υπόβαθρο έχει τον
πλουραλισμό που απαιτείται. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ένας πραγματογνώμονας δεν
επαρκεί και αναλαμβάνουν την εκτέλεση της πραγματογνωμοσύνης περισσότεροι από έναν ειδικοί, για λογαριασμό του ίδιου αντίδικου. Στο
πόρισμα τους, οι εδικοί διατυπώνουν — ενυπογράφως — τις απόψεις τους στον τομέα της αρμοδιότητας τους, είτε υπάρχει σύμπτωση
γνωμών ή όχι. Το άριστο είναι οι αντιλήψεις των πραγματογωμόνων να
ταυτίζονται, οπότε διευκολύνεται και το έργο της απονομής δικαιοσύνης.
Στην πολιτική δικονομία οι πραγματογνώμονες αποτελούν τρίτα πρόσωπα (εκτός των
διαδίκων και του δικαστή), τα οποία βοηθούν τον δικαστή
στη διάγνωση της διαφοράς (π.χ. σχετικά με τα αίτια πυρκαγιάς, τις συνέπειές της
κ.λπ.), «εκφέροντες κρίσεις περί ζητημάτων, για τα οποία απαιτούνται επιστημονικές, τεχνικές ή εμπειρικές γνώσεις». Για τη διευκόλυνση
τους, οι πραγματογνώμονες (Πολ. Δικ. 380) μπορούν να λάβουν α) γνώση
των στοιχείων της δικογραφίας ή/και β) πληροφορίες κ.λπ. από τους διαδίκους πριν
συντάξουν τη γνωμάτευση τους. Παρενθεσιακά αναφέρεται ότι,
ο διορισμός πραγματογνώμονα προβλέπεται και στην ποινική διαδικασία,
στην οποία, όμως, κρατεί η αρχή της ηθικής απόδειξης.
Η πραγματογνωμοσύνη, όπως εξετάζεται εδώ, είτε είναι απλώς επιθυμητή ή
«εξαναγκασμένη» λόγω επιταγής Δικαστηρίου, (πρέπει να) κυριαρχείται από επιστημοσύνη (γνώση α) της επιστήμης της φωτιάς — Fire Science
β) του σχετικού τεχνολογικού κλάδου — Fire Technology, γ) της πυρομηχανικής — Fire Engineering και διεπιστημική θεώρηση του προβλήματος)
και «ενσαρκώνει» μια ολόκληρη φιλοσοφία. Η φιλοσοφία αυτή (υπό την
αίρεση ότι συνιστά λογική της επιστήμης) δεν είναι τίποτε άλλο από το
«είδωλο» της επιστημονικής αλήθειας, που δημιουργούν οι διεργασίες της
κρίσης. Η κρίση, όμως, είναι ανασύνθεση αυτού που διαχωρίστηκε μέσα
και μέσω της σκέψης .
Οι δυσκολίες που χαρακτηρίζουν τις πραγματογνωμοσύνες και εφόσον γίνει δεκτό
ότι η πρακτική της Επιστήμης είναι περισσότερο προσαρμοσμένη σε μία νοητική
παρά σε μία καθαρά εμπειρική ερμηνεία, μπορεί να υπερπηδηθούν με την
πρέπουσα διαχείριση. πληροφοριών.
Αξιοποίηση Πληροφοριών — Χρήση Ηλεκτρονικού Υπολογιστή
Η επιστημονική προσέγγιση στα προβλήματα που δημιουργούν οι πυρκαγιές απαιτεί
την αναζήτηση πληροφοριών. Πολλές επιστημονικές εξελίξεις μπορεί να είναι χρήσιμες αλλά δεν αποκλείεται η σχετική ενημέρωση
να παρουσιάζει δυσκολίες. Σημαντική βοήθεια στο πρόβλημα αυτό (όπως
και σε άλλες περιπτώσεις ) προσφέρει ο ηλεκτρονικός υπολογιστής
(Η.Υ.). Λεπτομερέστερα, η αναζήτηση τεχνικών και επιστημονικών πληροφοριών (στοιχείων γνώσης) είναι, σήμερα, δυνατή (με χρήση Η.Υ.) από
τον τίτλο ενός επιστημονικού κειμένου ή μιας εργασίας που ευρετηριάζεται,
κωδικοποιούμενος με τη βοήθεια καταλλήλων λέξεων - κλειδιών.
Για τη σωστή διάγνωση των πυροκαταστροφών, ο ειδικός πρέπει να
σημειώσει με ακρίβεια τις ζημιές (αίτια κ.λπ.) που ενδιαφέρουν και να οδηγηθεί σε συμπεράσματα με συνεκτίμηση επιστημονικών δεδομένων, πολλά
των οποίων μπορεί να υπάρχουν από παρεμφερείς καταστάσεις.
Πολύτιμες πληροφορίες είναι δυνατό να αντληθούν από εργαστηριακές
μελέτες που εκπονήθηκαν για συγκεκριμένο πυροπροστατευτικό σχεδιασμό. Με την πληροφορική τα στοιχεία που ενδιαφέρουν είναι δυνατό να
καταγραφούν σε ειδικά αρχεία. Ο Η.Υ. τροφοδοτείται με τα στοιχεία γνώσης, κάνει τις συγκρίσεις και βγάζει συμπεράσματα, εντοπίζοντας την έρευνα σε
στενότερα όρια.
Είναι βέβαιο ότι όχι μόνο
για πραγματογνωμοσύνες αλλά και για άλλους σκοπούς — μελετητικούς,
εκπαιδευτικούς, ερευνητικούς — ο Η.Υ. θα
εισβάλει και στον τομέα της πυρασφάλειας στον ίδιο βαθμό που εφαρμόζεται όπου η
πληροφόρηση είναι «εργαλείο» επίλυσης ζωτικών προβλημάτων.