ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΓΝΩΣΗΣ
7.1. Η ΣΥΛΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ
Η αξιοποίηση
στοιχείων γνώσης (πληροφοριών) επιτρέπει τη σωστή αντιμετώπιση ζητημάτων
πυρασφαλείας —κατά κύριο λόγω τη διαμόρφωση συστημάτων πυρασφάλειας.
Οι εφαρμογές στις οποίες ακολουθούν επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Υιοθετείται ότι σύστημα πυρασφάλειας είναι συναρμολόγηση από φυσικά, βιολογικά
και τεχνητά στοιχεία που λειτουργούν ως μια ενότητα, για να αποτρέψουν την
εμφάνιση πυρκαγιάς ή, σε περίπτωση που προκληθεί φωτιά, να καταστείλουν το
μέγεθος της.
Τα προβλήματα που μπλέκονται στην εξασφάλιση μας από ατυχήματα που μπορεί να
προκαλέσει κάποια πυρκαγιά είναι ποικίλα, γι' αυτό η πιο κάτω μνεία είναι
ενδεικτική μόνο- ωστόσο, είναι αποκαλυπτική ότι από την πρέπουσα πληροφορία
κατευθύνεται η σωστή απόφαση. Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι ο πρωταρχικός
σκοπός της λειτουργίας ενός συστήματος πυρασφάλειας είναι η αποφυγή σφαλμάτων
κατά την εκτέλεση όσων έχουν αποφασισθεί.
7.2. ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
7.2.1. Μέτρηση
της Θερμοκρασίας
Ως γνωστό, η
κρίσιμη των υγροποιημένων αερίων θερμοκρασία (που είναι -10°C ή μεγαλύτερη)
μετρείται στη θερμοκρασιακή κλίμακα Κελσίου συχνότερα απ' ότι σε άλλες κλίμακες.
Έτσι, αν έχει δοθεί το μέγεθος αυτό, (δηλαδή ως σχετική θερμοκρασία) σε βαθμούς
Φαρενάϊτ, π.χ. 14*F, και θέλουμε να το εκφράσουμε σε βαθμούς Κελσίου για τις
εκτιμήσεις μας, χρησιμοποιούμε τον τύπο (§1.3.3):

7.2.2
Διαστολή Αερίων
Αναμφισβήτητα,
κατά τη διάρκεια πυρκαγιάς εντός κλειστού χώρου (όπως μπορεί να συμβεί σε
δωμάτιο κτιρίου), η ατμόσφαιρα του χώρου είναι μείγμα καπνού, αερίων (καύσης)
και αέρα. Έχει διαπιστωθεί ότι, γενικά, η καπνική ατμόσφαιρα και η συνήθης
ατμόσφαιρα συμπεριφέρνονται βασικά το ίδιο σε ότι αφορά τη διακίνηση τους —είναι
«συστήματα» σε κίνηση. Με την εξέλιξη της πυρκαγιάς, η πίεση και η θερμοκρασία
των συστημάτων αυξάνουν. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές , όταν αναπτυχθεί πλήρως
τέτοια πυρκαγιά, η πίεση μπορεί να φθάσει εκείνη της 0.1 ή 0.2 ίντσες νερού. Η
θερμοκρασία του χώρου (δωματίου), όπου καίγονται συνήθη καύσιμα μπορεί να φθάσει
τους 2.660°F.
Η σχέση μεταξύ όγκου (V), πίεσης (Ρ) και θερμοκρασίας (Τ)* δίνεται από την
εξίσωση («καταστατική εξίσωση») των αερίων:
P.V = R.T όπου R: σταθερά (σταθερά αερίων).
Προφανώς, η σχέση των μεταβλητών αυτών για δύο διαφορετικές συνθήκες στις οποίες
εμπλέκεται το ίδιο σύστημα (αέριο) μπορεί να διαμορφωθεί ως εξής:
P1V1/Τ1= _ P1V1/Τ2
Στη σχέση αυτή (με την οποία μπορούμε να υπολογίσουμε τη διαστολή των αερίων
στον θεωρούμενο χώρο σε καθεστώς πυρκαγιάς) οι δείκτες 1 υποδηλώνουν συνθήκες
πριν συμβεί η πυρκαγιά και οι δείκτες 2 δείχνουν συνθήκες στις οποίες επικρατεί
φωτιά.
Έχει παρατηρηθεί ότι η αύξηση της πίεσης σε δωμάτιο με πυρκαγιά μπορεί να μη
είναι μεγάλη χαρακτηριστικά, μπορεί από 0,1 ιντ. να γίνει 0,2 ιντ. νερού. Η
μικρή αυτή αύξηση της πίεσης είναι' αρκετή για να προκαλέσει σημαντική ροή
(μεταφορά) καπνού, και αέρα από την πυρκαγιά και να έχουμε Ρ1 περίπου ίση με Ρ1
(P1 ≈Ρ2).
Αν υποτεθεί ότι,
πριν την πυρκαγιά, η θερμοκρασία στο δωμάτιο ήταν t1f = 70°F (21°C, περίπου) και
στις νέες συνθήκες (πυρκαγιά) έγινε t2f = 1.200°F (650°C, περίπου), κάνουμε τις
εξής μετατροπές (σχετικών θερμοκρασιών σε απόλυτες):

Κατά συνέπεια, η αύξηση του όγκου των αέριων σε ένα χώρο (δωμάτιο κ.λπ.)
βρίσκεται πολλαπλασιάζοντας τον αρχικό όγκο επί 3 ή και ακόμα μεγαλύτερο
παράγοντα.
Κάθε μονάδα όγκου (π.χ. κυβικό πόδι) νέου (φρέσκου) αέρα, που εισάγεται στον
καιόμενο χώρο (δωμάτιο κ.λπ.), διαστέλλεται συμφωνά με τον παράγοντα αυτόν (
τρία ή μεγαλύτερο) πριν μετατοπισθεί ως καπνικό μίγμα. Όσο, όμως, τα θερμά αέρια
κινούνται μακρύτερα από τη φωτιά τόσο περισσότερο ψύχονται, επανακτώντας —έτσι—
τον αρχικό τους όγκο. Στη διάρκεια αυτών των διεργασιών η διαστολή μπορεί να
έχει διάφορα επακόλουθα (θραύσεις τζαμιών παράθυρων π.χ.), η ποιότητα των αερίων
να συνεπάγεται ατυχήματα και, τελικά, η ποσότητα και η ποιότητα των αερίων να
εγκυμονούν πολλούς κινδύνους για τον άνθρωπο και τα υπάρχοντα στον συγκεκριμένο
χώρο.
Γενικά, θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η κτιριακή γεωμετρία και η διευθέτηση των
χώρων έχουν σημαντική επίδραση στη διακίνηση (μεταφορά) καπνού και θερμότητας.
Στον πυροπροστατευτικό σχεδιασμό κτιρίων, το δεδομένο αυτό δεν επιτρέπεται να
παραβλέπεται. Η ανάγκη αυτή είναι αυταπόδεικτη αν αναλογισθούμε τους 4, μόνο,
πιο κάτω τύπους κτιρίων:
α) κάτω του εδάφους ή χωρίς παράθυρα κτίσματα
β)
βιομηχανικές δομικές κατασκευές (μεγάλα ανοικτά κτίσματα)
γ) χαμηλά κτίρια
(λίγα καταστήματα· πολλά δωμάτια κ.λπ.)
δ) υψηλά κτίρια

7.2.3.
Διαστάσεις και Εκτάσεις Πολυόροφων Κτρίων
Σύμφωνα με τη
δόμηση που γίνεται σε αρκετές χώρες σχετικά πρόσφατα, οι διαστάσεις και οι
συνολικές επιφάνειες στα υψηλά κτίρια είναι μεγάλες, π.χ. 1900-4000 μ2.
Υποθέτοντας ότι το θερμικό (πυροθερμικό) φορτίο είναι 100-160 χ/γραμμα
αναφλέξιμης ύλης ανά μ2, το συνολικό θερμικό φορτίο είναι 250 τόνοι περίπου, που
ισοδυναμεί με θερμικό φορτίο 50 διαμερισμάτων 4 δωματίων. Μία πυρόσβεση σε ένα
τέτοιο διαμέρισμα απαιτεί 3 αντλιοφόρα (πυροσβεστικά) οχήματα, 2 κλιμακοφόρα
(πυροσβεστικά) οχήματα, 2 αξιωματικούς Π.Υ. και ένα γενικό επικεφαλής . Κατ'
ακολουθία, οι διαστάσεις και το περιεχόμενο των υψηλών κτιρίων απαιτούν μεγάλες
πυροσβεστικές δυνάμεις.
7.2.4.
Συσχετισμός Πυρκαγιάς Υψηλών Κτιρίων και Φωτιάς Αμπαριών Πλοίων
Οι υψηλές
οικοδομές περιορίζουν τις δυνατότητες χρησιμοποίησης εξωτερικών πυροσβεστικών
μέσων. Τα προβλήματα —τεχνικά, μεταφοράς /εκκένωσης, αποστολής ενίσχυσης από
Πυροσβεστικούς Σταθμούς— είναι, πάντα, σοβαρά.
Η κατάσταση προσομοιάζεται με μία πυρκαγιά που εκδηλώνεται στο κάτω μέρος στο
αμπάρι ενός πλοίου. Αν υποτεθεί ότι καίγονται δύο σακιά με καφέ στο αμπάρι ενός
πλοίου, η πυρόσβεση μπορεί να απαιτήσει και δεύτερη έξοδο, ενώ το ίδιο φορτίο
στην προκυμαία μπορεί να εξουδετερωθεί από ένα άτομο με ένα φορητό πυροσβεστήρα
. Το ίδιο φορτίο στο αμπάρι του πλοίου χρειάζεται την συνεργασία πληρώματος
(πλοίου) και πυροσβεστών, τη διακίνηση μεγάλης ποσότητας νερού, την αφαίρεση των
καλυμμάτων των αμπαριών, τονεφοδιασμό τωνπυροσβεστών με μάσκες, τον εξαερισμό
των αμπαριών κ.λπ.
Κατ' αναλογία, σε ένα υψηλό κτίριο, μία ασήμαντη πυρκαγιά δημιουργεί πάρα πολλά
τεχνικά προβλήματα.
7.2.5. Μερικές
Σκέψεις για Μονώροφα Κτίρια
Προβλήματα, δεν
έχουμε μόνο στην περίπτωση φωτιάς σε πολυώροφα κτίρια έγινε π.χ. σαφές ότι οι
διαστάσεις και το περιεχόμενο των υψηλών κτιρίων απαιτούν μεγάλες πυροσβεστικές
δυνάμεις .
Για να δειχθεί η αναγκαιότητα δημιουργίας κτιρίων σύγχρονης κατασκευής ακόμα και
όταν επαρκούν για διάφορους σκοπούς (κατοικία, εργασία, ψυχαγωγία κ.λπ.)
μονώροφα κτίρια, ας λογισθεί ένα μονώροφο κτίριο, χωρίς ανοίγματα για εξαερισμό,
με θερμικό φορτίο αντίστοιχο προς εκείνο κτιρίου 4.000μ2 και με 2 μόνο εισόδους
από τις οποίες να μπορεί να επιχειρηθεί πυρόσβεση. Ας θεωρηθεί, επίσης, ότι
υπάρχουν πυράντοχοι διαχωριστικοί τοίχοι που εκτείνονται μέχρι το ύψος μιας
υπάρχουσας ψευδοροφής (πάνω από την οποία δεν υπάρχει κανένας πυροφραγμός).
Πυρκαγιά, στο εσωτερικό αυτών των κτιρίων αναπτύσσει αμέσως θερμοκρασία
15O°-2O0C και δημιουργείται τόσος καπνός που είναι αδύνατη η παραμονή
πυροσβεστών.
Ένα τέτοιο κτίριο μπορεί να έχει ποικίλους χώρους π.χ. γραφεία, αίθουσες
αναμονής, βοηθητικούς χώρους, (εσωτερικές) ντουλάπες. Έτσι, η, κατάσβεση δεν
είναι εύκολη- ενδεικτικά, η χρήση αυλών παρουσιάζει δυσκολίες (οι διαχωριστικοί
τοίχοι μειώνουν την εμβέλεια των αυλών κ.λπ.)· δεν αποκλείεται η μεταφορά καπνού
και η μετάδοση θερμότητας σε όλο το κτίριο- οι πυροσβέστες επιβάλλεται ν«
αφιερώσουν αρκετό χρόνο για να ερευνήσουν τους χώρους με στόχο τη διάσωση ατόμων
και εκτίμηση της κατάστασης προκειμένου η πυρόσβεση να είναι αριστοποιημενη κ,λπ.
7.2.6. Ανοίγματα
Κτιρίων. Εσωτερικές και Εξωτερικές Συνθήκες
Τα διάφορα
ανοίγματα (π.χ. θύρες, αεραγωγοί κ.λπ.) απαιτούν ειδική πυροπροστασία για να
εμποδίζεται η μετάδοση της θερμότητας και του καπνού στο εσωτερικό του κτιρίου,
ειδικά κατά την κάθετη έννοια, δηλαδή* από τον ένα όροφο στον άλλο.
Οδεύσεις φωτιάς αποδεικνύονται οι «χάνδακες» διέλευσης καλωδίων και τα διάφορα
φρεάτια (εσωτερικές σκάλες κ.λπ.). Η τεχνική (πυροφραγμοί κ.λπ.) επιζητεί να
περιορίζει τους κινδύνους πυρκαγιάς.
Πρέπει, πάντως, να σημειωθεί για τα κλιμακοστάσια ειδικά, ότι αν και οι σκάλες
είναι ασφαλείς, λόγω του ότι επικοινωνούν με ολόκληρο το κτίριο και
χρησιμοποιούνται από τους πυροσβέστες για να αντιμετωπισθεί η φωτιά σε φλεγόμενο
όροφο, πιθανόν να μολυνθούν από καπνό και τοξικά αέρια (γι' αυτό εξαερισμός,
συστήματα αποκάπνωσης κ.λπ. πρέπει πάντα να αποτελούν αντικείμενο προσεκτικής
μελέτης στη φάση του κτιριακού σχεδιασμού).
Έχουν σημειωθεί πυρκαγιές σε κτίρια και προτού αρχίσει να γίνεται χρήση νέων
μεθόδων κατασκευής με γυαλί και αλουμίνιο ή και την εγκατάσταση κεντρικών
συστημάτων κλιματισμού. Έχει, όμως, διαπιστωθεί ότι οι νέες αυτές μέθοδοι
(κατασκευή από αλουμίνιο, γυαλί —κλιματισμός) ευθύνονται για το γεγονός ότι η
πυρκαγιά δεν περιορίζεται πλέον στον χώρο του ορόφου που εκδηλώθηκε αρχικά, αλλά
μεταδίδεται με ευκολία και στους άλλους ορόφους των πολυώροφων κτιρίων.
Λόγω αυτής της πραγματικότητας, αναζητούνται διάφορες λύσεις. Για παράδειγμα,
υπάρχουν διάφορα συστήματα πυρασφάλειας στους αεραγωγούς, όπως ανιχνευτές
καπνού, θερμότητας κ.α. που προκαλούν τη λειτουργία διαφραγμάτων και την
απομόνωση των αεραγωγών που εξυπηρετούν χώρους στους οποίους εκδηλώνεται
πυρκαγιά. Υπάρχει επίσης ειδικό σύστημα που διατηρεί υπερπίεση στα
κλιμακοστάσια, για να μη εισέρχεται σε αυτά καπνός.
Όσοι αναλαμβάνουν το έργο της κατάσβεσης φωτιάς σε κτίρια (πυροσβέστες κ.α.)
πρέπει να έχουν υπόψη ότι είναι ενδεχόμενο να αντιμετωπίσουν τις εξής έξη
δυσκολίες:
α) Το σύστημα
κλιματισμού πιθανόν να ενισχύει τη φωτιά τροφοδοτώντας την με αέρα.
β) Το σύστημα εξαερισμού πιθανόν να μεταδίνει τον καπνό και την θερμότητα σε όλο
τον όροφο.
γ) Το σύστημα εξαερισμού πιθανόν να μεταδώσει τον καπνό και την θερμότητα σε όλα
τα μέρη του κτιρίου, αν ο καπνός και η φωτιά βρίσκονται κοντά στην κλιματιστική
μονάδα.
δ) Πιθανόν η φωτιά να μεταδοθεί στους αεραγωγούς του κλιματιστικού συστήματος
και από εκεί έρπουσα να μεταδοθεί σε περιοχές του κτιρίου που δεν είχαν
απειληθεί προηγουμένως (θα πρέπει να ξηλωθούν οι ψευδοροφές και να ανοιχθούν οι
αεραγωγοί).
ε) Αν εκδηλωθεί φωτιά στους περιφερειακούς αεραγωγούς, μπορεί να μεταδοθεί η
πυρκαγιά στα υπερκείμενα πατώματα.
στ) Πιθανόν να μεταφερθούν καπνός και τοξικά αέρια μέσω των αεραγωγών
κυκλοφορίας αέρα και να μολύνουν άλλες περιοχές του κτιρίου που δεν κινδύνευαν
άμεσα από την πυρκαγιά.
Τέλος, σε οποιαδήποτε επισκόπηση των εσωτερικών συνθηκών των κτιρίων, για
διερευνήσεις σχετικά με τους κινδύνους πυρκαγιάς, δεν μπορεί να αγνοηθεί ο
παράγοντας «ανελκυστήρες». Τα φρεάτια των ανελκυστήρων μπορεί να μεταδώσουν τον
καπνό και τη θερμότητα μιας τοπικής φωτιάς σε όλο το κτίριο (βλ. και πιο πριν).
'Όταν οι ανελκυστήρες χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά φορτίων οι κίνδυνοι
μπορεί να αποδειχθούν ακόμα πιο σοβαροί. Τυχόν ανάφλεξη π.χ. του φορτίου
προκαλεί μια κινούμενη φωτιά που θέτει σε κίνδυνο όλο το κτίριο.
Αλλά και οι εξωτερικές συνθήκες, όπως για παράδειγμα ο άνεμος που πνέει έξω από
το κτίριο, μπορούν να επηρεάσουν την πυρόσβεση. Η ταχύτητα και η διεύθυνση του
ανέμου (ο άνεμος μεταβάλλεται σε συνάρτηση με το ύψος του κτιρίου, τον χρόνο και
δεν είναι ομοιόμορφος σε όλες τις πλευρές του κτιρίου), η βαρομετρική πίεση, η
σχετική υγρασία και η εξωτερική θερμοκρασία επηρεάζουν τη μετάδοση του καπνού
και της θερμότητας στο εσωτερικό του κτιρίου.
7.2.7. Τερματικές
Εγκατάστασης. Λιμάνια. Χερσαίοι Σταθμοί. Αεροδρόμια
Τερματική
εγκατάσταση είναι κατάλληλα εξοπλισμένη περιοχή όπου ποικίλης μόρφωσης και
αντίληψης άνθρωποι συνεργούν για την εξυπηρέτηση εμπορευμάτων ή επιβατών.
Ανεξάρτητα αν οι εγκατάστασης αυτές ανήκουν σε λιμάνια ή αεροδρόμια ή συνιστούν
χερσαίους σταθμούς (αυτοκινήτων, σιδηροδρόμων) ή είναι διαμετακομιστικοί κόμβοι,
έχουν οπωσδήποτε αυξημένους κινδύνους. Γι' αυτό, επιβάλλονται:
α) Οργάνωση και λειτουργία ενδοτερματικού συστήματος πυρασφάλειας (βλ. για τον
όρο «σύστημα πυρασφάλειας»).
β) Εκπαίδευση
Επιφορτισμένες ομάδες (π.χ. ομάδες πυρασφάλειας), πρέπει να διαθέτουν τις
απαραίτητες για την πυρασφάλεια των τερματικών εγκαταστάσεων γνώσεις πράγμα που
επιβάλλει την εκπαίδευση τους και την ανανέωση γνώσεων (επιμορφώσεις κ.λπ.).
Υ) Οχήματα-Μηχανήματα-Κατασβεστικά Μέσα.
Το πλήθος και το είδος του εξοπλισμού αυτού θα καθορισθούν ανάλογα με τις
δραστηριότητες των εγκαταστάσεων.
δ) Επικοινωνίες
Τα πυροσβεστικά οχήματα πρέπει να είναι ασυρματοφόρα κ.λπ.
ε) Βοήθειες
Ιατρικές πρώτες βοήθειες, δυνατότητες αντιμετώπισης περιβαλλοντικών θεμάτων,
αποκλεισμός δηλητηριωδών επενεργειών κ.λπ. συνιστούν βασικές προϋποθέσεις
ορθολογικής λειτουργίας λιμανιών κ.α. χώρων.
στ) Υδροδοτικό Δίκτυο
Κάθε αεροδρόμιο, λιμάνι κ.λπ. πρέπει να έχει ανεξάρτητο πυροσβεστικό υδροδοτικό
δίκτυο με φωλιές και λήψεις σε ορισμένα σημεία για την υδροληψία των
πυροσβεστικών οχημάτων, επάρκεια νερού σε οποιαδήποτε περιοχή κ.λπ. προκειμένου
σε περίπτωση πυρκαγιάς να υπάρχει νερό χωρίς προβλήματα.
ζ) Πρόληψη Κινδύνου Πυρκαγιάς
Η προϋπόθεση αυτή επιβάλλει επιθεωρήσεις και γενικά τη σωστή λειτουργία του
συστήματος πυρασφάλειας.
η) Χαρτογράφηση Χώρων
Η γνώση των χώρων και διαδικασιών εγγυάται την. έγκαιρη ανάληψη πρωτοβουλιών για
την πυρασφάλεια τον τερματικών εγκαταστάσεων. Οι αρμόδιες Αρχές (Λιμενικές,
Αεροδρομίων κ.λπ.) και οι γειτονικοί προς τις τερματικές εγκαταστάσεις
Πυροσβεστικοί Σταθμοί έχοντας χάρτη των περιοχών των τερματικών εγκαταστάσεων
μπορούν να ενεργήσουν πιο συντονισμένα και υπεύθυνα.
θ) Χώρος Ασκήσεων
Για την εξοικείωση σε θέματα αντιμετώπισης πυρκαγιών χρειάζεται χώρος ασκήσεων.
Ιδιαίτερα η ανάγκη αυτή είναι έντονη στο χώρο των αεροδρομίων.
7.2.8. Αιτίες
Πυρκαγιών
Όλα τα
βιβλιογραφικά δεδομένα συμφωνούν ότι σι σπουδαιότερες αιτίες των πυρκαγιών
(οικιών, εργοστασίων, τερματικών εγκαταστάσεων κ.λπ.) μπορούν να ταξινομηθούν σε
λίγες σχετικά κατηγορίες. Μ όλη εμπειρία μας επιτρέπει να σημειωθεί ότι σπάνια
τα στοιχεία-της φύσης (με εξαίρεση τους κεραυνούς) συντελούν σε πρόκληση
πυρκαγιάς. Έτσι, οι αιτίες πυρκαγιών είναι βασικά:
α) γυμνές φλόγες (κεριών, σπίρτων κ.λπ.)
β) ηλεκτρισμός (σπινθήρες, βραχυκυκλώματα κ.α.)
γ) σπινθήρες από εστία φωτιάς (μαγγάνι κ.λπ.)
5) αναμμένες θερμάστρες (σόμπες πετρελαίου, ανθράκων, ξύλου)
ε) αναμμένα τσιγάρα
στ) τριβή, κρούση, πίεση
ζ) αυτόματη ανάφλεξη (αυτανάφλεξη-οξείδωση ή ζύμωση)
η) χημικές αντιδράσεις
θ) κεραυνός
ι) ηλιακές ακτίνες
κ) σεισμός
λ) βομβαρδισμός
'Οχι σπάνια η πιο πάνω μνημόνευση διαθέτει το στοιχείο της ιεράρχησης, π.χ. σε
ειρηνική περίοδο οπότε —λογικά— η περίπτωση (λ) δεν έχει νόημα.
7.2.9. Διάκριση
Χώρων/Εγκαταστάσεων
Με βάση τα
δεδομένα για τις αιτίες πυρκαγιών (§7.2.8), τα στατιστικά στοιχεία και τις
διαδικασίες που γίνονται σε διαφόρους χώρους (εγκαταστάσεις, κτίρια,
εργοστάσια), οι χώροι στους οποίους ζει ή/και εργάζεται ο άνθρωπος είναι δυνατό
να διακριθούν:
α) σε εκείνους που θα μπορούσαν —από πυροσβεστική άποψη— να υπαχθούν σε συνήθεις
χώρους και
β) σε εκείνους των οποίων η επικινδυνότητα υπερβαίνει τα επίπεδα των συνήθων
κινδύνων μέχρις τους άκρης επικίνδυνους χώρους.
Στη πρώτη κατηγορία υπάγονται γραφεία, οικίες, μουσεία κ.λπ.
Στη δεύτερη περίπτωση υπάγονται διάφορες περιοχές αεροδρομίων, μεγάλων
εμπορευματικών λιμανιών κ.λπ. καθώς και χώροι (εργοστασιακοί ή όχι) όπου
υπάρχουν υγραέρια, επικίνδυνες χημικές ουσίες κ.α. ή εγκυμονούνται κίνδυνοι
εκρήξεων.
7.2.10. Προστασία
Εγκαταστάσεων Υγραερίων
Η σκιαγράφηση που
ακολουθεί αφορά:
Α) δεξαμενές υγραερίων και σωληνώσεων μέσω των οποίων μεταφέρονται υγροποιημένα
αέρια.
Β) υγροποιημένα
αέρια με κρίσιμη θερμοκρασία ίση ή μεγαλύτερη των -10°C και με πίεση ατμών
μεγαλύτερη από 3Kg/cm2 σε θερμοκρασία 50°C.
Η επικινδυνότητα εγκαταστασεων (δεξαμενών και σωληνώσεων) εύφλεκτων αερίων, όπως
βουτανίου, προπανίου κ.λπ. είναι από τη φύση τους δεδομένη, γιατί μίγματα των
αερίων αυτών με τον ατμοσφαιρικό αέρα σε καθορισμένη αναλογία είναι εκρηκτικά
και, κατά συνέπεια, μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες υλικές ζημιές.
Ο χειρισμός λοιπόν (διακίνηση αποθήκευση) των υγραερίων επιβάλλει να
ικανοποιούνται ορισμένες βασικές προϋποθέσεις ασφάλειας και εφαρμόζονται μέτρα
και μέσα πυροπροστασίας
α) Βασικές
Προϋποθέσεις Ασφάλειας
1. Δεξαμενές:
1.1 Οι υπαίθριες δεξαμενές πρέπει να τοποθετούνται σε σταθερές βάσεις και να
είναι από όλες τις πλευρές ποσότητες.
1.2 Ο εξοπλισμός των δεξαμενών (μηχανισμοί) πρέπει να ελέγχεται συνεχώς για
διαρροές.
1.3 Οι δεξαμενές πρέπει να περιβάλλονται από ζώνες ασφάλειας τουλάχιστο 10
μέτρων και η ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους να είναι το μισό της διαμέτρου της
μεγαλύτερης δεξαμενής, όχι όμως μικρότερη από ένα μέτρο.
1.4 Πρέπει να γίνεται συστηματικός έλεγχος των δεξαμενών και να τηρείται βιβλίο
ελέγχου τους.
2. Σωληνώσεις:
2.1 Σωλήνες υπό πίεση 25ατμ. πρέπει να συγκαλούνται σύμφωνα με το DIN 1629, να
είναι χωρίς ραφή και κατασκευασμένες από χάλυβα (ατσάλι).
2.2 Οι σωλήνες πρέπει να είναι κατά τέτοιο τρόπο τοποθετημένοι που να
προστατεύονται από κραδασμούς και οξειδώσεις.
2.3 Η ροή των εύφλεκτων μέσα στις σωληνώσεις πρέπει να διακόπτεται από ακίνδυνες
θέσης και η αποκρυστάλλωση τους να γίνεται με ζεστό νερό και όχι με γυμνή φλόγα
ή πυρακτωμένα μέταλλα,
β) Μέτρα και Μέσα Πυροπροστασίας
1.
Προληπτικά Μέτρα:
1.1 Ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα ή οχήματα με μηχανές εσωτερικής καύσης επιτρέπεται
να κινούνται μέσα σε ζώνη ασφάλειας των εγκαταστάσεων, με ταχύτητα, όμως, όχι
μεγαλύτερη από 10 χ/τρα ανά ώρα.
1.2 Η πλήρωση των δεξαμενών επιτρέπεται να αρχίζει όταν το (υγραεροφόρο) όχημα
έχει πλήρως ακινητοποιηθεί και η μηχανή είναι σβηστή.
1.3 Απαγορεύεται η απομάκρυνση των οδηγών από τα οχήματα που μεταφέρουν
υγραέρια, όσο διαρκεί η πλήρωση των δεξαμενών.
1.4 Απαγορεύεται
στο χώρο τον δεξαμενών η επισκευή ή η δοκιμή ηλεκτρικών συσκευών, η
χρησιμοποίηση γυμνής φλόγας, το κοπάνισμα και ο αποκλεισμός των εισόδων των
δεξαμενών από οχήματα.
1.5 Επιβάλλεται εγκατάσταση ηλεκτροβανών στις σωληνώσεις μεταφοράς υγραερίων
(από δεξαμενή στις μηχανές της εγκατάσταση/εργοστασίου), οι οποίες να διακόπτουν
την περαιτέρω ροή του υγραερίου όταν η πίεση μέσα στις σωληνώσεις διακοπεί. Οι
ηλεκτροβάνες τοποθετούνται επάνω στις σωληνώσεις και σε ικανή απόσταση από τις
μηχανές της εγκατάστασης/εργοστασίου.
1.6 Πρέπει να προβλέπεται η εγκατάσταση ανιχνευτών υγραερίων κοντά στις μηχανές,
οι οποίοι να σημάνουν συναγερμό όταν το μίγμα αερίου (π.χ. βουτανίου) και
ατμοσφαιρικού αέρα βρεθεί εντός των ορίων αναφλεξιμοτητας (είναι μέσα στην
περιοχή ευφλεκτικότητας ), π.χ. βουτάνιο 2,1% κατ' όγκο σε ατμοσφαιρικό αέρα
πρέπει να ενεργοποιεί το σύστημα.
1.7 Επιβάλλεται εγκατάσταση σωλήνων με εκχυτήρες νερού επάνω στις δεξαμενές
υγραερίου που να καταιονίζουν νερό όταν η θερμοκρασία των δεξαμενών φθάνει τους
50°C. Η ενεργοποίηση του συστήματος καταιονισμού γίνεται αυτόματα (θερμοδιαφορικώς
κ.λπ.)
2. Κατασταλτικά Μέσα:
2.1 Βασικά κατασταλτικά μέσα αποτελούν οι φορητοί και τροχήλατοι πυροσβεστήρες
ξερής σκόνης (ξηράς κόνεως) και μηχανικού αφρού.
2.2 Σε περίπτωση καιόμενου αερίου από διαρροή επιβάλλεται να επιτευχθεί:
2.2.1 αποκοπή του μη καιόμενου αερίου (το καιόμενο αέριο βρίσκεται σε απόσταση
από τη δεξαμενή λόγω πίεσης) από το καιόμενο αέριο με οποιοδήποτε μέσο (στερεό ή
υγρό)
2.2.2 προστασία των υπολοίπων δεξαμενών με καταιονισμό νερού.
2.3 Σε περίπτωση διαρροής υγραέριο» χωρίς φωτιά πρέπει:
2.3.1 να κλεισθεί αμέσως κάθε βαλβίδα για να σταματήσει η διαρροή —στην
περίπτωση που η διαρροή γίνεται σε όχημα μεταφοράς υγραερίου ή oc εγκαταστάσεις
αποθήκευσης μία συνεννόηση με τον οδηγό ή τους υπεύθυνους της εγκατάστασης
(αντίστοιχα) και εκείνων που θα αναλάβουν το κλείσιμο της διαρροής είναι
αναγκαία.
2.3.4 να επιδιωχθεί καταιονισμός με νερό, μια και αυτός είναι αποτελεσματικός
αφού θα συντελέσει στη διάλυση των ατμών του υγραερίου* εάν η ροή δεν μπορεί να
σταματήσει
το νέφος υγραερίου, είναι αναγκαίο να διαλυθεί με κάποιο άλλο τρόπο (γιατί ο
κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές και περιουσίες είναι εξαιρετικά σοβαρός- το νέφος
που σχηματίζουν άκαυβτοι ατμοί υγραερίου μπορεί να μεταφερθεί μακριά και να
αποτελέσει σε άλλη περιοχή μια μεγάλη απειλή εάν
υπάρχει απομακρυσμένη περιοχή ή «μπλοκαρισμένος» έρημος δρόμος όπου
μεταφερόμενος ο φορέας (δεξαμενή π.χ.) του υγραερίου δεν θα δημιουργήσει
προβλήματα, μία λύοη είναι η προώθηση στην περιοχή αυτή ή τον έρημο δρόμο του
φορέα (δεξαμενής) υγραερίου εφόσον
α)
προβλέπεται διαρροή με ασφάλεια, χωρίς πηγή ανάφλεξης και
β) το τράβηγμα
της δεξαμενής μπορεί να γίνει κατά τρόπο που να μη προκαλείται βλάβη σε βαλβίδες
και σωληνώσεις. Συνοπτικά: Τα υγραέρια εναποθηκεύονται ως υγρά υπό πίεση.
Διαρροή υγραερίου στην ατμόσφαιρα από τον φορέα του θα επιφέρει γρήγορη
εξάτμιση, δημιουργώντας μεγάλες ποσότητες εύφλεκτου υγρού. Επειδή ο ατμός του
υγραερίου είναι βαρύτερος από τον αέρα, μπορεί ο ατμός αυτός να τείνει προς το
δάπεδο ή το έδαφος κ.λπ. εάν οι περιβαλλοντικές συνθήκες το επιτρέψουν, γεγονός
που προτρέπει στη λήψη μέτρων και μέσων πρόληψης ατυχημάτων (βλ. πιο πριν),
συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που συνηθίζεται να λέγονται «ατομικός
προστατευτικός εξοπλισμός».
7.2.12. Καταστολή
Εκρήξεων
Εκρήξεις σε
απροστάτευτες εγκαταστάσεις εργοστασίων δεν συνεπάγονται μόνο μεγάλης έκτασης
ζημιές σε άψυχο και έμψυχο υλικό αλλά συχνά και απώλεια της παραγωγής.
Επιβάλλεται λοιπόν η λήψη —προληπτικά— κάθε μέτρου που εμποδίζει την πρόκληση
εκρήξεων. Έτσι, η εφαρμογή συστημάτων εκτόνωσης για την προστασία βιομηχανικών
εγκαταστάσεων έχει όχι μόνο αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις την
αποτελεσματικότητα τους, αλλά υιοθετείται και σε γενικότερο πλαίσιο τεχνικής
ασφάλειας [15].
Μελέτες που αφορούν εκρήξεις μέσα σε δοχεία, έδειξαν ότι η μεταβολή της πίεσης
(σε bar) με την πάροδο του χρόνου εκφράζεται με ένα «κυβικό νόμο» που δηλώνει
ότι το γινόμενο της αύξησης της πίεσης (dp) με τον χρόνο (dt) επί την κυβική
ρίζα του όγκου (V) αποτελεί μία σταθερά (KG).