ΠΡΟΦΙΛ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ  | ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ |  ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ISO |  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ  |  LINKS |  ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

 
 
Βιβλιοθήκη
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
ΔΟΧΕΙΩΝ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
ΔΟΚΙΜΕΣ ΚΑΤΑΣΒΕΣΤΙΚΗΣ
ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΩΝ
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΤΙΡΙΩΝ
ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑΣΒΕΣΗΣ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΥΡΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ

 

Κατάταξη πυρκαγιών και αντιμετώπιση

Με στόχο την κατάλληλη επιλογή πυροσβεστικών μέσων και τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται στην πυροπροστασία και την πυρόσβεση έχει γίνει η ακόλουθη κατάταξη των πυρκαγιών σε κατηγορίες ανάλογα με το υλικό που καίγεται:

Α. Στερεά ανθρακούχα υλικά. Β. Εύφλεκτα υγρά. Γ. Αέρια και δεξαμενές αερίων. Α. Μέταλλα.

3.4.1 Πυρκαγιές κατηγορίας Α. Ανθρακούχα στερεά

Η γενική μέθοδος κατάσβεσης πυρκαγιών αυτής της κατηγορίας είναι με νερό που σβήνει τη φωτιά και ψύχει το υλικό σε θερμοκρασία χαμηλότερη από το σημείο έναυσης. Οι πυρκαγιές κατηγορίας Α εισχωρούν συνήθως σε βάθος κάτω από την επιφάνεια του υλικού και έτσι πρέπει να ρίχνεται άφθονο νερό για να έλθει σε επαφή με τις φλεγόμενες περιοχές μέσα στο στερεό.

3.4.2 Πυρκαγιές κατηγορίας Β. Εύφλεκτα υγρά

Στην αντιμετώπιση πυρκαγιών υγρών καυσίμων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη δύο κυρίως παράγοντες:

 • Αν το υγρό είναι μη αναμίξιμο και ελαφρότερο από το νερό, η χρήση νερού θα βοηθήσει στην εξάπλωση της φωτιάς παρά στον περιορισμό της, εφόσον το υγρό καύσιμο θα επιπλεύσει πάνω στο νερό και θα μεταφερθεί ευκολότερα σε γειτονικούς χώρους.

• Αν το υγρό είναι αρκετά πτητικό, ο ατμός του θα σχηματίσει εκρηκτικό μίγμα με τον αέρα, που μπορεί να εξαπλωθεί και να καλύψει σημαντική έκταση. Μία πηγή έναυσης, οπουδήποτε σε αυτή την έκταση, θα προκαλέσει την ανάφλεξη των ατμών και στη συνέχεια του υγρού, καθώς και οποιουδήποτε εύφλεκτου υλικού στο δρόμο του.

Τα εύφλεκτα υγρά που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανίες πρέπει να παραμένουν μέσα σε δοχεία ασφάλειας (με φλογοφράκτη στο στόμιο και καπάκι με ελατήριο), πάντοτε κλειστά εφόσον δε χρησιμοποιούνται. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η διαρροή εύφλεκτων ατμών από ένα ανοικτό δοχείο, με κίνδυνο ανάφλεξης και επιστροφής της φλόγας και η έκρηξη ατμών στο εσωτερικό φαινομενικά άδειων δοχείων.

Οι χώροι στους οποίους χρησιμοποιούνται εύφλεκτα υγρά πρέπει να έχουν καλό εξαερισμό και να αποθηκεύονται οι ελάχιστες ποσότητες υγρών. Σε τέτοιους χώρους είναι κανόνας η απαγόρευση του καπνίσματος και οι τακτικοί έλεγχοι για εξάλειψη οποιασδήποτε πιθανής πηγής έναυσης. Δεν θα πρέπει να αποθηκεύονται άδεια δοχεία, αλλά να επιστρέφονται αμέσως για γέμισμα.

Πολλές πυρκαγιές έχουν προέλθει από εύφλεκτα υγρά, που αποτελούσαν συστατικό χρωμάτων, βερνικιών, διαλυμάτων ελαστικού (κόλλες) ή πάστας. Οι ατμοί από τέτοια ανοικτά δοχεία ή από αντικείμενα που είχαν αφεθεί για στέγνωμα, ανεφλέγησαν όταν βρέθηκαν μέσα στα όρια αναφλεξιμότητας και υπήρξε στο χώρο κάποια πηγή έναυσης.

Σε εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται εύφλεκτα υγρά για πλύσιμο ή απολίπανση οι δεξαμενές πρέπει να είναι εφοδιασμένες με καπάκια με μεντεσέδες που κλείνουν αυτόματα με ένα εύτηκτο σύνδεσμο και ένα μηχανισμό με ελατήριο σε περίπτωση που η δεξαμενή πιάσει φωτιά.

Το νερό χρησιμοποιείται ως πυροσβεστικό μέσο εύφλεκτων υγρών μόνο στις παρακάτω σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις:

• Υγρά βαρύτερα από το νερό (π.χ. διθειάνθρακας), εφόσον βρίσκονται σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από το σημείο βρασμού του νερού.

• Υγρά ευδιάλυτα στο νερό, με την προϋπόθεση ότι η ποσότητα του αραιωμένου υγρού είναι αρκετά μικρή ώστε να μπορεί να περιορισθεί ή να απορριφθεί χωρίς περιβαλλοντικά προβλήματα.

Στις υπόλοιπες περιπτώσεις τα πιο κατάλληλα πυροσβεστικά μέσα είναι ξηρή σκόνη, αφρός, διοξείδιο του άνθρακα ή ένα κατάλληλο πολύ πτητικό υγρό, εφόσον χρησιμοποιούνται σε συνθήκες που δεν προκαλούν νέους κίνδυνους. Αν χρησιμοποιείται νερό για την ψύξη άλλου εξοπλισμού της εγκατάστασης (όπως η εξωτερική επιφάνεια δεξαμενών) κοντά σε πυρκαγιά υγρού, πρέπει να ληφθεί πρόνοια, ώστε να μη χυθεί το νερό στο καιόμενο υγρό και επεκταθεί η πυρκαγιά.

Μετά την κατάσβεση μιας πυρκαγιάς υγρού υπάρχει συχνά ο κίνδυνος της δημιουργίας νέου εκρηκτικού μίγματος από τους ατμούς του υγρού, και η επαφή του με πυρακτωμένα αντικείμενα από την προηγούμενη πυρκαγιά με αποτέλεσμα νέα ανάφλεξη. Υπάρχουν περιπτώσεις που είναι προτιμότερο να αφήνεται να σβήσει μόνη της μια πυρκαγιά υγρού μετά την εξάντληση του, συγκεντρώνοντας τις προσπάθειες στην ψύξη των γύρω εγκαταστάσεων για να αποφευχθεί εξάπλωση της πυρκαγιάς.

Ένας άλλος κίνδυνος προέρχεται από τη ρίψη νερού σε μια πυρκαγιά υγρού με υψηλό σημείο ανάφλεξης, όπως το πετρέλαιο. Αν το υγρό έχει θερμανθεί από τη φωτιά σε θερμοκρασία πάνω από 100°C, το νερό που θα έλθει σε επαφή μαζί του θα βράσει βίαια (φυσική έκρηξη) και θα τινάξει το φλεγόμενο υγρό σε μεγάλη έκταση.

3.4.3 Πυρκαγιές κατηγορίας Γ. Αέρια

Σε μια πυρκαγιά από διαρροή αερίου από αγωγό ή δεξαμενή υπάρχει πάντα ο κίνδυνος μετά την κατάσβεση, και εφόσον συνεχίζεται η διαρροή, να δημιουργηθεί εκρηκτικό μίγμα με τον αέρα που να οδηγήσει σε έκρηξη. Οι καταστροφές και τα θύματα από μια έκρηξη αερίου είναι συνήθως πολύ περισσότερα, από το να αφηνόταν η αρχική πυρκαγιά να σβήσει μόνη της με την εξάντληση του καυσίμου μιας δεξαμενής. Σε αγωγούς αερίου ο μόνος σίγουρος τρόπος για σβήσιμο μιας πυρκαγιάς είναι το σταμάτημα της παροχής αερίου.

Τα αντικείμενα που θερμαίνονται από μια πυρκαγιά αερίου πρέπει βεβαίως να ψύχονται, κατά προτίμηση με ψεκαστήρα νερού, ιδιαίτερα αν είναι καύσιμα ή περιέχουν εύφλεκτα υλικά. Εύφλεκτα υλικά, όπως συμπιεσμένα ή υγροποιημένα αέρια πρέπει να απομακρύνονται το συντομότερο δυνατό από το χώρο μιας πυρκαγιάς οποιασδήποτε κατηγορίας. Αν μία φωτιά αερίου σβήσει τυχαία με τον ψεκασμό του νερού και δεν μπορεί να σταματήσει αμέσως η παροχή αερίου, πρέπει να εκκενωθεί αμέσως η περιοχή.

Πρέπει να δίνεται μεγάλη προσοχή σε περιπτώσεις διαφυγής αερίου σε χώρους όπου υπάρχουν ηλεκτρικές εγκαταστάσεις. Μια λογική ενέργεια, που είναι το σταμάτημα ηλεκτρικών μηχανών (π.χ. ηλεκτρικοί κινητήρες), μπορεί να αποβεί καταστροφική λόγω του σπινθήρα που δημιουργείται στο διακόπτη κατά το κλείσιμο του (και το άνοιγμα του). Για τη σχετικά ασφαλή λειτουργία ηλεκτρικών μηχανών σε χώρους πιθανών διαφυγών καυσίμων αερίων πρέπει να χρησιμοποιούνται φλογοστεγείς μηχανές και διακόπτες. Αυτό και μόνο δεν μας εξασφαλίζει βεβαίως από περιπτώσεις διαφυγών αερίων ή ατμών με χαμηλή θερμοκρασία ανάφλεξης, όπως ο διθειάνθρακας (θερμοκρασία ανάφλεξης 100 °C), οπότε το περίβλημα μιας ηλεκτρικής μηχανής ή ένας απλός λαμπτήρας μπορούν να ξεκινήσουν μία έκρηξη αερίου. Γενικά, η λειτουργία ηλεκτρικών συσκευών και μηχανημάτων που μπορεί να έλθουν σε επαφή με καύσιμα αέρια και ατμούς, είναι προτιμότερο να μπορεί να διακόπτεται από απόσταση και σε προστατευμένο σημείο της εγκατάστασης.

Ένας μεγάλος αριθμός πυρκαγιών αερίων προκαλείται από διαρροές κατεστραμμένων ελαστικών σωλήνων φορητών κυλίνδρων LPG, που χρησιμοποιούνται για κοπές και συγκολλήσεις μετάλλων. Τέτοιοι κύλινδροι πρέπει να περιορίζονται όσο είναι δυνατό και να αντικαθίστανται από μόνιμο δίκτυο αερίου με δεξαμενή αερίου έξω από το χώρο εργασίας.

Οι περισσότεροι κύλινδροι εύφλεκτων αερίων δεν είναι εφοδιασμένοι με μηχανισμούς απελευθέρωσης της πίεσης, έτσι που η πίεση ενός τέτοιου κυλίνδρου στο χώρο μιας πυρκαγιάς να αυξάνεται μέχρι την έκρηξη του. Η μεγάλη ποσότητα του αερίου που διαφεύγει ξαφνικά τότε και ο μικρός χρόνος που μεσολαβεί μέχρι την ανάφλεξη, λόγω της παρουσίας πηγών έναυσης, οδηγεί στο σχηματισμό μιας πύρινης σφαίρας (fireball). Εκτός της περίπτωσης που ο κύλινδρος ψύχεται συνεχώς, οι πυροσβέστες πρέπει να απομακρύνονται σε ασφαλή απόσταση σε τέτοιες περιπτώσεις.

Κύλινδροι που παρουσιάζουν διαρροή που δεν μπορεί να ελεγχθεί, πρέπει να μετακινούνται αμέσως σε ανοικτό χώρο, όπου το αέριο μπορεί να διαχυθεί στον αέρα με σχετική ασφάλεια. Αν ένας κύλινδρος βρεθεί σε χώρο πυρκαγιάς και δεν παρουσιάζει εμφανείς ζημιές μετά το συμβάν, πρέπει να αδειάζεται και να στέλνεται στον κατασκευαστή του για επιθεώρηση.

3.4.4 Πυρκαγιές κατηγορίας Δ. Μέταλλα

Οι πιο συνηθισμένες πυρκαγιές μετάλλων είναι αυτές του μαγνησίου και των κραμάτων του, ενώ ορισμένα μέταλλα σε σκόνη σχηματίζουν εκρηκτικά νέφη σκόνης (βλ. Κεφ. 2.1.2.7).

Άλλα πάλι, όπως το νάτριο και το κάλιο, αντιδρούν βίαια και αναφλέγονται σε επαφή με το νερό. Οι καπνοί, επίσης, από πυρκαγιές των περισσότερων μετάλλων είναι επικίνδυνοι και ορισμένοι καπνοί, όπως του καδμίου, βηρυλλίου και μολύβδου, είναι εξαιρετικά τοξικοί.

3.4.5 Ηλεκτρικές πυρκαγιές

Μπορούν να προκληθούν πυρκαγιές από κακή χρήση ηλεκτρικού εξοπλισμού ή από ακατάλληλη εγκατάσταση και συντήρηση. Η υπερθέρμανση που προκαλείται τότε μπορεί να βάλει φωτιά στη μόνωση ή άλλο καύσιμο υλικό και να προκληθεί πυρκαγιά.

Τα λάθη συνδεσμολογίας ευθύνονται για το ένα τρίτο περίπου όλων των ηλεκτρικών πυρκαγιών. Τα υπερφορτωμένα κυκλώματα υπερθερμαίνουν τα καλώδια και οδηγούν άμεσα σε πυρκαγιές ή προκαλούν καταστροφή της μόνωσης με αποτέλεσμα τη δημιουργία σπινθήρων. Αυτοί με τη σειρά τους προκαλούν την ανάφλεξη ατμών, σκόνης, χνουδιού ή άλλου εύφλεκτου υλικού σε επαφή. Ασθενείς συνδέσεις που έχουν μεγάλη αντίσταση προκαλούν υπερθέρμανση και περαιτέρω χειροτέρευση τους μέχρι που να φθάσουν σε θερμοκρασία αρκετά υψηλή για να ξεκινήσει μια πυρκαγιά.

Τα καλώδια και οι ηλεκτρικές συνδέσεις πρέπει να τοποθετούνται και να στηρίζονται σταθερά και να προστατεύονται από μηχανικές καταστροφές, θέρμανση, δονήσεις και διείσδυση υγρασίας και διαβρωτικών ουσιών. Οι μετασχηματιστές και άλλες συσκευές που περιέχουν έλαια πρέπει να τοποθετούνται με τέτοιο τρόπο που σε περίπτωση διαρροής ή πυρκαγιάς το περιεχόμενο έλαιο να συλλέγεται σε κατάλληλο υποδοχέα και να μη σκορπίζεται σε άλλο εξοπλισμό.

Σε οποιαδήποτε πυρκαγιά που αφορά ηλεκτρικό εξοπλισμό, το πρώτο βήμα είναι το κλείσιμο του ρεύματος. Εφόσον είναι ασφαλές, το προσωπικό πρέπε'ι να αντιμετωπίσει την πυρκαγιά με κατάλληλους πυροσβεστήρες, που να περιέχουν διοξείδιο του άνθρακα, ξηρή σκόνη ή ένα πτητικό άκαυστο υγρό. Νερό ή αφρός δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται, εκτός και αν η πυρκαγιά είναι πολύ μεγάλη για να αντιμετωπισθεί μόνο με τα παραπάνω μέσα. Υπενθυμίζεται, ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί νερό, αν στην πυρκαγιά εμπλέκονται και έλαια, που θα πρέπει να αντιμετωπισθούν συμφωνά με τις οδηγίες για πυρκαγιές υγρών.

3.4.6 Χημικές πυρκαγιές και συστήματα Επισήμανσης

Οι πυρκαγιές που αφορούν χημικά απαιτούν ιδιαίτερο χειρισμό. Είναι τόσο μεγάλη η ποικιλία των χημικών, που, για να μπορέσουν οι επαγγελματίες πυροσβέστες να ασχοληθούν με αυτές γρήγορα και αποτελεσματικά έχουν επινοηθεί ειδικές μέθοδοι κωδικοποίησης και επισήμανσης. Αυτές δίνουν άμεσες πληροφορίες στον πυροσβέστη πώς να αντιμετωπίσει την πυρκαγιά, ακόμη και αν οι ουσίες και οι ιδιότητες τους του είναι εντελώς άγνωστες.

Το σύστημα που έχει προτείνει ο αμερικανικός σύνδεσμος NFPA (National Fire Protection Association) βασίζεται σε πέντε αριθμητικές ενδείξεις (0,1,2,3,4) και δύο σύμβολα που τοποθετούνται σε τέσσερα τμήματα ενός ρόμβου σύμφωνα με το σχήμα:

Στα τρία ανώτερα τμήματα τοποθετούνται αριθμοί, ενώ στο κατώτερο ένα ή κανένα από τα παρακάτω σύμβολα και συμβολογράμματα:

που δείχνει ότι το περιεχόμενο υλικό απαγορεύεται να έλθει σε επαφή με νερό

 

που δείχνει ότι το περιεχόμενο υλικό είναι ραδιενεργό

που δείχνει ότι το περιεχόμενο είναι οξειδωτικό

που δείχνει ότι το περιεχόμενο είναι ισχυρό οξύ

που δείχνει ότι το περιεχόμενο είναι ισχυρή βάση

που δείχνει ότι το περιεχόμενο είναι διαβρωτικό

Η αριθμητική διαβάθμιση αντιστοιχεί στα ακόλουθα:

4: Πολύ επικίνδυνο υλικό. Χειρισμός με ειδικό εξοπλισμό. Απαιτούνται πρόσθετες πληροφορίες.

3: Επικίνδυνο υλικό. Χειρισμός με ειδικό εξοπλισμό.

2: Προσεκτικός χειρισμός με συνήθεις διαδικασίες.

1: Συνηθεις διαδικασίες.

0: Ακίνδυνο υλικό.

Εκτός από την αριθμητική κλίμακα το σύστημα του NFPA συνοδεύεται και από χρωματική κλίμακα, με βάση την οποία χρωματίζονται τα τμήματα του ρόμβου. Έτσι, ο χρωματισμός του μικρού ρόμβου που αναφέρεται σε θέματα υγιεινής είναι μπλε, αυτός της πυρκαγιάς κόκκινος και αυτός της χημικής δραστικότητας κίτρινος (Σχ. 3.3).

Το σύστημα HAZCHEM του Λονδίνου αποτελείται από τρία μέρη πάνω σε πορτοκαλόχρωμο φόντο:

• Έναν αριθμό από το 1 μέχρι το 4.

• Ένα κεφάλαιο γράμμα από το Ρ μέχρι το Τ ή από το W στο Ζ.

• Ένα προαιρετικό γράμμα Ε.

Ο αριθμός 1 μέχρι 4 υποδεικνύει τον τύπο του πυροσβεστικού μέσου που πρέπει να χρησιμοποιηθεί, και συγκεκριμένα:

1 = Πίδακας νερού.

2 = Ομίχλη νερού.

3 = Αφρός (κανονικός πρωτεϊνικός αφρός).

4 = Ξηρό μέσο (συνήθως άμμος). Οι ξηρές σκόνες και τα εξατμιζόμενα υγρά βρίσκονται επίσης στην κατηγορία αυτή.

Από αυτά τα 1 και 2 είναι νερό σε διαφορετική μορφή, ενώ το 3 είναι πάνω από 99% νερό, παρόλο που η μορφή του και η μέθοδος δράσης είναι διαφορετικά. Οι πίδακες νερού που ψύχουν και σβήνουν μια πυρκαγιά χρησιμοποιούνται κυρίως σε ανθρακούχα υλικά.

Η ομίχλη νερού μετατρέπεται εύκολα σε ατμό από μια πυρκαγιά και το μίγμα ατμού και αέρα που προκύπτει έχει πολύ χαμηλότερη περιεκτικότητα σε οξυγόνο από τον αέρα μόνο του, προσφέροντας έτσι λιγότερη υποστήριξη στη φωτιά. Για το λόγο αυτό η ομίχλη νερού χρησιμοποιείται με προσοχή στην κατάσβεση μεγάλων πυρκαγιών υδρογονανθράκων, όπου απαγορεύονται οι πίδακες. Χρησιμοποιούνται επίσης στο ξέπλυμα και στη διασπορά νεφών τοξικών και εύφλεκτων αερίων και ατμών στην ατμόσφαιρα, π.χ. χλωρίου, αμμωνίας και προπανίου.

Η δράση του αφρού είναι κυρίως καταπνικτική και επικαλυπτική εμποδίζοντας την επαφή οξυγόνου του αέρα και καυσίμου. Το περιεχόμενο νερό επίσης έχει κατασβεστική επίδραση.

Η σημασία των γραμμάτων Ρ έως Τ και W έως Ζ φαίνεται στον Πιν. 3.1. Υλικά με κώδικα γράμματα Ρ έως Τ είναι αυτά που σε έκτακτη ανάγκη μπορούν να αραιωθούν και να απορριφθούν στην πλησιέστερη αποχέτευση. Υλικά με κωδικούς W έως Ζ δεν πρέπει να αραιώνονται, αλλά να συλλέγονται. Υλικά με γράμματα Ρ, R W και Χ είναι αυτά των οποίων οι ατμοί ή τα προϊόντα καύσης είναι βλαβερά για το ανθρώπινο δέρμα και για τα οποία απαιτούνται πλήρης αδιαπέραστη προστατευτική ενδυμασία (γενικά από νιτριλιοελαστικό) και ενσωματωμένη αναπνευστική συσκευή με κύλινδρο συμπιεσμένου αέρα. Τα υλικά S, Τ, Υ και Ζ είναι αυτά για τα οποία μόνο αναπνευστική συσκευή είναι απαραίτητη. Η αναπνευστική συσκευή είναι συχνά απαραίτητη για εργασία σε καπνό και σε ατμόσφαιρες με ανεπαρκές οξυγόνο, ακόμη και αν το ίδιο το χημικό δεν παρουσιάζει

κανένα κίνδυνο. Όλα τα υλικά με γράμματα Ρ, S, W και Υ είναι ικανά να αντιδράσουν βίαια, είτε μόνα τους, είτε με ορισμένες άλλες ενώσεις (π.χ. νερό, αέρας, μέταλλα ή καύσιμα υλικά) με τις οποίες μπορεί να έλθουν σε επαφή.

Πίνακας 3.1: Κώδικα γράμματα ίου συστήματος HAZCHEM

Κώδικας Δραστικότητα Ατομική Προστασία Αντιμετώπιση της διαρροής
Ρ

 R

Έντονη Πλήξης προστασία

      »             »

ΑΡΑΙΩΣΗ
S

Τα

Έντονη Αναπνευστική συσκευή μόνο

           »              »          »

W

Χ

Έντονη Πλήρης προστασία

      »            »

ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΗ
Υ

Ζ

Έντονη Αναπνευστική συσκευή μόνο

           »              »        »

Το τελικό και προαιρετικό γράμμα Ε επιβάλλει την απομάκρυνση κάθε ανθρώπου εκτός του προσωπικού της πυροσβεστικής σε μία ελάχιστη απόσταση 200 m από το επεισόδιο, είτε πυρκαγιά, είτε διαρροή είναι αυτό. Το γράμμα αυτό χρησιμοποιείται για υλικά ιδιαιτέρως επικίνδυνα, όπως εκρηκτικά, υπερτοξικά, βιολογικώς ενεργά ή ραδιενεργά.

Το σύστημα HAZCHEM του Λονδίνου είναι βασικά ένας κώδικας που δίνει τη δυνατότητα στους πυροσβέστες να προσδιορίσουν αμέσως το είδος της δράσης που θα αναλάβουν σε μια πυρκαγιά. Είναι μάλλον απλούστερο από τον κώδικα μεταφορών HAZCHEM που προβλέπει επέμβαση των πυροσβεστών τόσο σε πυρκαγιές, όσο και σε διαρροές. Οι διαφορές όμως των δυο συστημάτων μειώνονται με τις συνεχείς αναθεωρήσεις τους.

 

 

 
© 2004 Fire Security |  Privacy Policy  | IΩΝΙΑΣ & ΝΙΚΑΣ ΧΑΜΟΜΗΛΟΣ ΑΧΑΡΝΑΙ Τ.Κ. 13671 2461971-2401083-2464823